Επιχείρηση ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ (Αυγ-Σεπ 1944)


Απονενοημένο διάβημα και βιαστική κίνηση ή επιβεβλημένη πατριωτική ενέργεια; Σοβιετική ή βρετανική προδοσία; Η εξέγερση που συγκλόνισε τον κόσμο τον Αύγουστο του 1944 και που κόστισε την ζωή εκατοντάδων χιλιάδων Πολωνών, αποτελεί μέχρι σήμερα αντικείμενο μελέτης και αντικρουόμενων απόψεων, σε ό,τι αφορά τα αίτιά της αλλά και τους λόγους της αποτυχίας της.
Η Πολωνία αποτελεί μια ειδική περίπτωση στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν η πρώτη χώρα που δέχθηκε την γερμανική επίθεση και πάνω οτην οποία εφαρμόστηκαν οι πρωτοποριακές αρχές του «Κεραυνοβόλου πολέμου» («Blitzkrieg»).

Επιπλέον, δέχθηκε την ύπουλη επίθεση του Ερυθρού Στρατού και βρέθηκε ανάμεσα σε ναζιστές και σταλινικούς κομμουνιστές, που συναγωνίζοντο σε αγριότητα. Παρόλα αυτά οι Πολωνοί συνέχισαν να μάχονται διαφεύγοντας στο εξωτερικό. Πολέμησαν στην Νορβηγία, στην Γαλλία και αργότερα στην Μέση Ανατολή, στην Βόρειο Αφρική, στην Ιταλία και στην Νορμανδία. Μια «Πολωνική κομμουνιστική στρατιά» από πρώην αιχμαλώτους των Σοβιετικών, θα πολεμήσει και στο Ανατολικό Μέτωπο. Επιπλέον, οι διαστάσεις της αντίστασης είναι αριθμητικά τόσο σημαντικές, ώστε να μιλάμε για «εσωτερικό στρατό». Τον έλεγχο της «αντίστασης» αλλά και του Πολωνικού Στρατού που συνέχισε να μάχεται σε όλα τα μέτωπα (πλην των κομμουνιστών) είχε η εξόριστη πολωνική κυβέρνηση του Λονδίνου.

Από το 1942, η εξόριστη κυβέρνηση «σχεδίαζε» μια ενδεχόμενη εξέγερση στην ενδοχώρα, εκμεταλλευόμενη την ισχυρή αντί- στάση που είχε αναπτυχθεί. Το αρχικό σχέδιο ήταν η εξέγερση να γίνει στην επαρχία για την απελευθέρωση της Ανατολικής Πολωνίας, την στιγμή που ο Γερμανικός Στρατός θα πιεζόταν από τους Σοβιετικούς. Σε κάθε περίπτωση, η απελευθέρωση έπρεπε να γίνει πριν την είσοδο του Ερυθρού Στρατού, αφού ο στρατιωτικός εχθρός των Πολωνών ήταν η Γερμανία και ο πολιτικός εχθρός η Σοβιετική Ένωση.
Τον Ιούλιο του 1944, η πλάστιγγα του πολέμου είχε γείρει ανεπιστρεπτί. Η συντριβή των Γερμανών ήταν αναμενόμενη αφού εδέχοντο ασφυκτική πίεση σε όλα τα μέτωπα και αντιμετώπιζαν μόνοι ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο. Ειδικότερα η σοβιετική στρατιωτική μηχανή, όχι μόνο είχε κατορθώσει να ανακτήσει τα χαμένα σοβιετικά εδάφη, αλλά προέλαυνε στην Κεντρική Ευρώπη, «κρούοντας την θύρα» της ίδιας της Γερμανίας. Οι Πολωνοί ανησυχούσαν ότι δεν θα απέφευγαν την «απελευθέρωση» της πρωτεύουσάς τους από τους Σοβιετικούς, που εν τω μεταξύ είχαν φθάοει σε απόσταση βολής, στα προάστια Πράγκα και Γκρότσοβ της Βαρσοβίας. Στα μάτια των Πολωνών, οι Σοβιετικοί είναι οι προδότες του Συμφώνου Ρίμπεντροπ – Μολότοφ και οι δολοφόνοι της στυγερής σφαγής στο Κατύν.(2)

Προετοιμασία της εξέγερσης

Τις κρίσιμες μέρες που προηγήθηκαν της εξέγερσης, οι Πολωνοί στρατιώτες της μεγαλύτερης αντιστασιακής οργάνωσης, γνωστής ως «Εθνικός Στρατός» (ΑΚ) στην Ανατολική Πολωνία, αναγκάστηκαν να «παραδοθούν» στους Σοβιετικούς και να ενταχθούν αναγκαστικά στην Πολωνική κομμουνιστική στρατιά του Ζίγκμουντ Μπέρλινγκ ενώ οι περισσότεροι αξιωματικοί τους – ακόμα και αυτοί που συνεργάστηκαν και βοήθησαν τον Ερυθρό Στρατό – φυλακίστηκαν ή εκτελέστηκαν. Κατόπιν αυτών, ο περίφημος Στρατηγός Ταντέους «Μπορ» Κομορόφσκι, ο αναμφισβήτητος ηγέτης των ανταρτών, διέταξε να μην υπάρξει επαφή με τον Ερυθρό Στρατό. Αυτό που αγνοούσε η πολωνική αντίσταση, ήταν ότι οι Σοβιετικοί τότε δρούσαν σε «δικό» τους έδαφος, αφού το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Πολωνίας είχε προσαρτηθεί από την Σοβιετική Ένωση στην μυστική συμφωνία της Τεχεράνης, με αντίστοιχη προσάρτηση των ανατολικών εδαφών της Γερμανίας από την Πολωνία. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, δε δικαιολογείται η συμπεριφορά των Σοβιετικών «απελευθερωτών», αλλά αυτή θα μπορούσε να αποφευχθεί αν ο πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Λονδίνου, Μικολάϊτσικ, που ήξερε για τα τεκταινόμενα στην Τεχεράνη, είχε ειδοποιήσει τον Στρατηγό Κομορόφσκι.
Παράλληλα, ο Στάλιν διέταξε τον Πολωνοσοβιετικό Στρατηγό Ροκοσόφσκι(3) σε περίπτωση που ξεσπάσει εξέγερση, να μην προβεί σε καμμία απόπειρα βοήθειας των Πολωνών, αλλά να αφήσει τους αντικομμουνιστές Πολωνούς να αλληλοσκοτωθούν με τους Γερμανούς, διευκολύνοντας την προέλαση των Σοβιετικών. Ταυτόχρονα, προέτρεπε διπλοπρόσωπα τους Πολωνούς να επιτεθούν στους Γερμανούς δυνάστες τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι τρεις μέρες πριν την εξέγερση το «Ράδιο Μόσχα» εξέπεμπε στα Πολωνικά: «…Καλούμε την Βαρσοβία. Πολεμήστε εναντίον των Γερμανών… για την Βαρσοβία που δεν υποτάχθηκε ποτέ και που δε σταμάτησε ποτέ να μάχεται, ήρθε η ώρα της δράσης… Πολεμώντας στους δρόμους της Βαρσοβίας, στα σπίτια, στα εργοστάσια, έρχεται πιο κοντά η στιγμή της τελικής απελευθέρωσης και σώζουμε τον πλούτο της χώρας και τις ζωές των αδερφών μας…». Αντίστοιχα, η εφημερίδα «Kocziuszco» έγραφε πάντα στα Πολωνικά: «…Ο Σοβιετικός στρατός επιτίθεται σκληρά και απωθεί τους Γερμανούς στην Πράγκα. Έρχονται επιτέλους να σας ελευθερώσουν… Λαέ της Βαρσοβίας! Στα όπλα!… Επιτεθείτε εναντίον των Γερμανών!… Ας γίνει το ένα εκατομμύριο των κατοίκων της Βαρσοβίας, ένα εκατομμύριο στρατιωτών που καταδιώκουν τους Γερμανούς και κατακτούν την ελευθερία…». Ο Πολωνός «πρωθυπουργός» Μικολάϊτσικ άφησε τους εξεγερμένους Πολωνούς με την εντύπωση ότι οι Σοβιετικοί θα τους βοηθήσουν. Την τρίτη μέρα της εξέγερσης, μετά από μια ιδιαιτέρας βαρύτητας συνάντηση με τον Σοβιετικό υπουργό Εξωτερικών Μολότοφ, οι «Τάϊμς» της Νέας Υόρκης έγραψαν: «Η συνεργασία Πολωνίας και Ρωσίας είναι μέχρι στιγμής πολύ ικανοποιητική».

Στις 21 Ιουλίου, ο Κομορόφσκι συναντήθηκε με τον υποδιοικητή του Υποστράτηγο Οκουλίτσκι και τον επιτελάρχη του, Ταξίαρχο Πελτσίνσκι. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε έρθει η ώρα για την εξέγερση, η οποία για πολιτικοστρατιωτικούς λόγους έπρεπε να λάβει χώρα στην Βαρσοβία και όχι στις αγροτικές περιοχές, όπως είχε αρχικά σχεδιασθεί. Ο Στάνισλαβ Γιανκόφσκι, αντιπρόεδρος της εξόριστης πολωνικής κυβέρνησης και ανώτερη πολιτική Αρχή της κατεχόμενης Βαρσοβίας, έδωσε την συγκατάθεσή του. Έτσι, ο Κομορόφσκι προετοίμασε μια επίθεση με όλο το διατιθέμενο σε αυτόν δυναμικό εναντίον των 16.000 – 18.000 Γερμανών (άλλοι συγγραφείς ανεβάζουν τον αριθμό στις 50.000) που στάθμευαν ατην Πολωνία. Οι τρεις μεραρχίες του ήταν ετερόκλητες, από συγκερασμό όλων των πολιτικά αντίθετων αντιστασιακών οργανώσεων. Συγκεκριμένα η 8η μεραρχία πεζικού υπό τον Συνταγματάρχη Μιέτσισλαβ Νιετζιέλσκι, η 10η μεραρχία πεζικού υπό τον Συνταγματάρχη Γιόζεφ Ροκίτσκι και η 28η μεραρχία πεζικού υπό τον Συ-νταγματάρχη Έντουαρντ Πφάιφερ, διέθεταν 25.000 – 28.000 άν- δρες. Από τους συνολικά 40.000 Πολωνούς που έλαβαν μέρος στην εξέγερση, μόνο 2.000 ήταν σωστά εξοπλισμένοι. Το κύριο όπλο των υπολοίπων ήταν οι χειροβομβίδες και οι αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί, γνωστοί ως «κοκτέιλ Μολότοφ». Από «βαρέα όπλα» οι Πολωνοί διέθεταν 70 οπλοπολυβόλα, 30 φλογοβόλα και 2 αντιαρματικά.(4) Η αντιστοιχία του γερμανικού υλικού, όπως την περιγράφει ο Ραιημόν Καρτιέ, προκαλεί δέος: «…Άρματα «Τίγρης», τηλεκατευθυνόμενα βλήματα «Γολιάθ», πυροβόλα των 380, ακόμη και ο τερατώδης όλμος των 600 χιλιοστών «Καρλ», του οποίου το βλήμα, βάρους 2 τόννων καταστρέφει ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο…».™
Ο σχεδιασμός είχε αρκετά λάθη, εκ των οποίων τα σοβαρότερα ήταν ότι ελάμβανε ως δεδομένα τον απόλυτο αιφνιδιασμό, την από αέρος ενίσχυση των εξεγερθέντων από τους Βρετανούς και την συνέχιση της προχώρησης των Σοβιετικών, που θα «απασχολούσε» αρκετές γερμανικές δυνάμεις.
Την 26η Ιουλίου, ο Πολωνός πρέσβης στο Λονδίνο, Έντουαρ¬ντ Ρατζίνσκι, επισκέφθηκε τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Αντονυ Ήντεν, ζητώντας στα πλαίσια της επερχόμενης εξέγερσης τα εξής: Να αποσταλεί η ταξιαρχία των Πολωνών αλεξιπτωτιστών ως ενίσχυση του ΑΚ, να βομβαρδιστούν οι γερμανικές θέσεις στην Βαρσοβία και να ανακοινωθεί ότι οι μαχητές του ΑΚ έχουν δικαιώματα εμπολέμων σύμφωνα με την Συνθήκη της Γενεύης. Η βρετανική απάντηση ήταν αρνητική. Ο Αλαν Μπρουκ, μάλλον δικαιολογημένα εξήγησε ότι ήταν λάθος η αποστολή των αλεξιπτωτιστών και με πολύ μικρές πιθανότητες επιτυχίας. Στο τέλος είπε ότι θα σκεπτόταν τις προτάσεις. Η εξέλιξη αυτή, για ακόμα μια φορά δεν έφτασε ποτέ στα αυτιά της πολωνικής αντίστασης που μάλλον θα το ξανασκεφτόταν να προχωρήσει στην εξέγερση χωρίς καμμία βοήθεια από τους Συμμάχους. Όσον αφορά τα δικαιώματα των εμπολέμων, αυτά ανακοινώθηκαν από την βρετανική κυβέρνηση την δεύτερη μέρα της εξέγερσης αλλά έγιναν δεκτά από τους Γερμανούς μόλις την 2α Οκτωβρίου και μόνο στην περίπτωση της παράδοσης του ΑΚ.
Οι Σοβιετικές «προσκλήσεις μάχης» έθεσαν σε κίνδυνο διπλά την εξέγερση. Πρώτα απ’ όλα πίεσαν τον Κομορόφσκι να αναλάβει γρήγορα δράση για να μην «καπελωθεί» η εξέγερση από τους κομμουνιστές και δεύτερον «προειδοποίησε» τους Γερμανούς για τα επερχόμενα γεγονότα. Αποτέλεσμα ήταν ότι σε καμμία περίπτωση δεν επετεύχθη αιφνιδιασμός. Συγκεκριμένα οι Γερμανοί από τις 25 Ιουλίου είχαν διπλασιάσει τις περιπόλους τους, ενώ κατόρθωσαν να ανακαλύψουν χιλιάδες χειροβομβίδες και δεκάδες φλογοβόλα που θα χρησιμοποιούνταν στην εξέγερση. Αυτά αποτελούσαν ένα πολύ μεγάλο μέρος του οπλισμού της αντίστασης και φανέρωναν ότι οι Γερμανοί είχαν διεισδύσει στις τάξεις της. Το γεγονός αυτό πίεσε ακόμα περισσότερο τον Κομορόφσκι να αναλάβει δράση, σε συνδυασμό με την πληροφορία ότι αποστέλλοντο 4 τεθωρακισμένες μεραρχίες κοντά στην Βαρσοβία και έπρεπε να προλάβει την άφιξή τους, διότι μπορεί να είχαν ως κύριο στόχο τον Ερυθρό Στρατό, όμως θα μπορούσαν πολύ εύκολα να καταπολεμήσουν και την σχεδιαζόμενη εξέγερση.
Την επαύριον της γερμανικής επίθεσης και κατάληψης της Πολωνίας στις 5 Οκτωβρίου 1939, άρχισε να οργανώνεται το πρώτο αντάρτικο της μετέπειτα κατεχόμενης Ευρώπης. Οι μόνοι που αρνήθηκαν την συμμετοχή τους στην Πολωνική εθνική αντί¬σταση ήταν οι κομμουνιστές που θεωρούσαν ότι ο Στάλιν και ο τότε σύμμαχός του, ο Χίτλερ, δεν έκαναν τίποτα «κακό». Με την σειρά τους βέβαια και οι Πολωνοί κομμουνιστές σχημάτισαν παρ- τιζάνικες ομάδες μετά την γερμανική εισβολή στην Σοβιετική Ένωση, κάτι που έγινε σε όλες τις χώρες όπου αναπτύχθηκε ση¬μαντική «αντίσταση» (Γαλλία, Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα). Ο Πολω¬νικός λαός οργάνωσε πολλές αντιστασιακές οργανώσεις, όχι μό¬νο εξαιτίας της βαθιά ριζωμένης εθνικής του συνείδησης, αλλά και λόγω της σκληρότητας που επέδειξε ο Γερμανός κατακτητής και που όμοια δεν είδε καμμία άλλη χώρα. Η τεράστια Εβραϊκή κοινότητα κατέληξε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξοντώθηκε μαζί με τους Χριστιανούς ομοεθνείς τους. Ένα σημείο που δείχνει την ολική αντίθεση και αντίσταση κατά των Γερμανών, εί¬ναι ότι παρά την σοβιετική προδοσία της επίθεσης του 1939, την σκληρή σοβιετική κατοχή και το μοίρασμα της χώρας, κανένας Πολωνός δεν πολέμησε εθελοντικά στο Ανατολικό Μέτωπο στο πλευρό της Βέρμαχτ, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των κατα- κτημένων χωρών που έστειλαν αρκετούς εθελοντές που πύκνω¬σαν τις τάξεις των Waffen SS. Επίσης δεν μπόρεσε σε κανένα χρο¬νικό σημείο να σχηματιστεί κυβέρνηση «συνεργατών».
Μέχρι το 1943, όλες οι επιμέρους αντιστασιακές οργανώσεις που αριθμούσαν περισσότερα από 300.000 μέλη (εκ των οποίων 40.000 μαχητές) είχαν τεθεί υπό την ηγεσία της μεγαλύτερης, του «στρατού του εσωτερικού» ή «Εθνικού Στρατού» (Armia Krajowa). Η οργάνωση αυτή είχε ως πυρήνα τους ηττημένους μαχητές (αξιωματικούς και οπλίτες) του Πολωνικού Στρατού που ελάμβανε κατευθύνσεις από την εξόριστη κυβέρνηση του Λονδίνου. Λίγες ομάδες είχαν διαφοροποιηθεί από τον ΑΚ, παρότι συ¬νεργάστηκαν μαζί του και στο τέλος συμμετείχαν στην εξέγερση στην Βαρσοβία: η ακροδεξιά αντισημιτική οργάνωση των Εθνι¬κών Ενόπλων Δυνάμεων (Narodowe Sily Zbrojine) και ο «αριστε¬ρός» Λαϊκός Κομμουνιστικός Στρατός (Armia Ludowa) ή Λαϊκή Φρουρά του Εργατικού Κόμματος (Gwardia Ludowa). Υπήρχαν και δύο μικρότερες οργανώσεις, τα Τάγματα των Χωρικών του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (Bataliony Chlopskie) και ο Πολωνικός Λαϊκός Στρατός (Polska Armia Ludowa). Τα Τάγματα Χωρικών, από το 1942 είχαν απορροφηθεί από την ΑΚ.
Το 1943, οι Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις αριθμούσαν 15.000 -18.000 μέλη και πολεμούσαν αδιάκριτα κατά Γερμανών, Σοβιετι¬κών, Πολωνών κομμουνιστών και παρτιζάνων Εβραίων. Το 1944, περί τα 10.000 – 15.000 μέλη τους προσχώρησαν στον Εθνικό Στρατό. Ο Λαϊκός Κομμουνιστικός Στρατός, ποτέ δεν υπερέβη σε δύναμη τους 7.000 – 9.000 άνδρες (περισσότεροι από τα 2/3 ήταν Εβραίοι) και πρακτικά ήταν η μόνη «μεγάλη» αντιστασιακή οργάνωση που δρούσε ανεξάρτητα τον Αύγουστο του 1944.
Η αντίσταση ανέπτυξε σπουδαίο κλεφτοπόλεμο θρηνώντας συνολικά 62.000 θύματα από την 1 η Σεπτεμβρίου 1939 έως την 1η Αυγούστου 1944. Εξετέλεσε 25.000 χτυπήματα που προκά- λεσαν ζημιές σε 6.930 τρένα, κατέστρεψε περίπου 5.000 στρα¬τιωτικά οχήματα, ανατίναξε 38 γέφυρες, προκάλεσε ζημιές σε 28 αεροσκάφη, ανατίναξε 1.167 αποθήκες καυσίμων και έκαψε 122 στρατιωτικές αποθήκες. Με δεδομένο ότι η Πολωνία δε διαθέτει την γεωγραφία της Γιουγκοσλαβίας ή της Ελλάδας, ένας ανοικτός «ανταρτοπόλεμος» ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί και έτσι εκτός από μικρές μάχες, η «αντίσταση» περίμενε την στιγμή που οι γερμανικές δυνάμεις θα είχαν καταβληθεί ώστε να τους επιφέ¬ρουν ένα τελειωτικό κτύπημα. Αυτή η μέρα θεωρήθηκε, ατυχώς, ότι ήταν η 1 η Αυγούστου 1944.
Ακόμα και τότε, οι Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ μπορού-σαν να συγκεντρώσουν 5.300 άνδρες στην περιοχή της Βαρσο-βίας, δεν είχαν ενημερωθεί έγκαιρα λόγω φόβου από πλευράς Εθνικού Στρατού, για διείσδυση σε αυτήν της Γκεστάπο. Για λό¬γους καχυποψίας υπήρχε μικρότερη του αναμενόμενου συμμε¬τοχή στην εξέγερση και των «αριστερών» αντάρτικων ομάδων.

Η διεξαγωγή της επιχείρησης

Παρότι πολλές μικρές εξεγέρσεις έλαβαν χώρα, κυρίως στο γκέτο της Βαρσοβίας, μέχρι την 1 η Αυγούστου, εκείνη την ημέρα και συγκεκριμένα στις 17.00 το απόγευμα, ξέσπασε στην πολωνι¬κή πρωτεύουσα μια εξέγερση που εξελίχθηκε σε πραγματική «κα-ταιγίδα», όπως ήταν και η κωδική ονομασία της επιχείρησης («Μπούρζα»).
Οι Πολωνοί ξεχύθηκαν στην μάχη με υψηλό ηθικό και με σύν¬θημα: «Όποιος νικήσει θα απελευθερωθεί, όποιος πεθάνει είναι ήδη ελεύθερος». Αλλά και οι εμπειροπόλεμοι και καλά οργανωμέ¬νοι Γερμανοί είχαν υψηλό ηθικό και με ηγέτες τους Στρατηγούς των SS Μπαχ-Ζελέφσκι και Ράϊνεφαρτ, είχαν πολύ καλύτερη τακτι¬κή από τους «επαναστάτες». Συγκεκριμένα, ο ΑΚ είχε έλλειψη συ¬ντονισμού και δρούσε κατά μικρές ομάδες και συνεπώς δεν μπό¬ρεσε να καταλάβει και να ελέγξει κανένα «κέντρο βαρύτητας» των Γερμανών στην Βαρσοβία, καμμία στρατηγική θέση όπως γέφυρες, σιδηροδρομικούς σταθμούς ή αεροδρόμια.
Η μάχη διήρκεσε δύο μήνες: Η αρχική επίθεση διήρκεσε τρεις μέρες και σταμάτησε την 4η Αυγούστου, μετά την κατοχή μεγά¬λου μέρους της κυρίας πόλης. Στην αρχή οι εξεγερθέντες Πολω¬νοί απέκτησαν τον έλεγχο της εργατικής συνοικίας Βόλα στην δυ¬τική Βαρσοβία, για να ακολουθήσει η γραφική «Σφάρε Μιάστο» (το ιστορικό κέντρο) και το προάστιο Ζόλιμπορτζ στο βόρειο τμήμα της πόλης. Την ίδια τύχη είχε το μεγαλύτερο μέρος του κέντρου της πόλης («Σροντμιέσκι»). Στο νότιο μέρος της πόλης είχε κατα-ληφθεί μέρος του Μοκοτόφ και του Τσερνιακόφ. Την δεύτερη ημέ¬ρα κατελήφθη ο ηλεκτρικός σταθμός και το κεντρικό ταχυδρομείο, σημαντικές αλλά μη νευραλγικές θέσεις. Οι Πολωνοί προσπάθησαν να καταλάβουν κυρίως τις γέφυρες, άλλα οι γερμανικές δυνάμεις τους εμπόδισαν, πολεμώντας με ψυχραιμία. Σημαντικές αλλά απο¬τυχημένες ήταν οι επιθέσεις στα αεροδρόμια Οκέτσιε και Μπιελά- νυ και στον ραδιοσταθμό του Ρατζύν. Η εξέγερση είχε πολιτική επι¬τυχία, συσπείρωσε τον πληθυσμό και εντυπώσιασε με την ορμή της, όμως στρατιωτικά ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία, αφού δεν επετεύχθη κανείς από τους αντικειμενικούς στόχους των επα-ναστατών.
Από την 5η Αυγούστου ξεκινά η αντεπίθεση των Γερμανών έχοντας λάβει σημαντικές ενισχύσεις. Ο Στρατηγός Ράϊνεφαρτ, ερ¬χόμενος από το Πόζεν, ανέλαβε την τακτική διοίκηση και την διε¬ξαγωγή της επιχείρησης, με το σύνταγμα της αστυνομίας που δι¬οικούσε. Ο Μπαχ-Ζελέφσκι ήταν υπεύθυνος για την στρατηγική σχεδίαση της επιχείρησης και ο ανώτερος διοικητής όλων των δυνάμεων (κατόπιν διαταγής του Χίμλερ την 5η Αυγούστου). Οι γερμανικές ενισχύσεις περιελάμβαναν την ταξιαρχία του Καμίνσκι που απετελείτο από πρώην Σοβιετικούς κατάδικους και το απόσπασμα «Ντιρλεβάνγκερ», που τις τάξεις του πύκνωναν «απελευθερωμέ¬νοι» κατάδικοι, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, δολοφό¬νοι και βιαστές. Στο ανατολικό τμήμα της πόλης, έδρασαν πέντε μεραρχίες και μία ταξιαρχία που «συγκροτούσαν» τους Σοβιετι¬κούς – οι οποίοι ούτως ή άλλως δεν έκαναν προσπάθεια επίθεσης. Επρόκειτο για τις 3η Μεραρχία SS «Τότενκοπφ», 5η Μεραρχία SS «Βίκιγκ», 19η Τεθωρακισμένη Μεραρχία, 45η Μεραρχία Πεζικού, Μεραρχία «Χέρμαν Γκαίριγκ» και 113η Ταξιαρχία Πεζικού. Και αυ¬τές οι δυνάμεις ενεπλάκησαν στην καταστολή της εξέγερσης, αλ¬λά σε μικρότερο βαθμό.
Στην αρχή επετεύχθη ένα σημα¬ντικό ρήγμα μεταξύ των εξεγερθέντων στο κέντρο της πόλης και στην παλαιά συνοικία, ενώ οι εξεγερθέντες είχαν μεγάλες απώλειες και στην πε¬ριοχή της Βόλα, η οποία ανακατελή- φθη. Μέχρι τις 12 Αυγούστου οι Γερ¬μανοί είχαν τον έλεγχο χωρίς να κά¬νουν κάποια «μεγάλη» επίθεση. Είχαν επιτύχει τον αντικειμενικό τους σκο¬πό, τον διαχωρισμό της πόλης, που δεν επέτρεπε στους μαχητές του ΑΚ να επικοινωνούν και να ενισχύουν τα σημεία που δεχόντουσαν επιθέσεις. Ο θυμός τους – και κυρίως των εγκλη¬ματιών της περιώνυμης ταξιαρχίας Καμίνσκι και του αποσπάσματος Ντιρ- λεβάνγκερ – ξέσπαγε σε αθώους αμά¬χους. Το χειρότερο από,τα φοβερά επεισόδια φρίκης που κατέγραψε η ιστορία εις βάρος τον αμάχων πολι¬τών της πολωνικής πρωτεύουσας, συνέβη την 5η Αυγούστου. Ανδρες του Καμίνσκι εισέβαλαν στο νοσοκομείο Κουρί-Σκοντό6σκα και βίασαν όλες τις ασθενείς, γυναίκες που έπασχαν από καρκίνο σε προχωρημένο στάδιο!

Η κυρίως επίθεση των αριθμητικά υπέρτερων, καλύτερα εξο¬πλισμένων και καλύτερα εκπαιδευμένων Γερμανών, ξεκίνησε την 12η Αυγούστου και έγινε πιο ραγδαία την 2α Σεπτεμβρίου. Μάταια ο Κομορόφσκι προσπαθούσε να συγκεντρώσει όλους τους Πολω¬νούς μαχητές στην πρωτεύουσα. Παράλληλα ζητούσε από την κυ¬βέρνηση του Λονδίνου να ασκήσει πιέσεις ώστε να επιτεθούν οι Σοβιετικοί, δεσμεύοντας μεγάλο μέρος των εμπλεκομένων στην μάχη γερμανικών δυνάμεων. Φυοικά συνέχισε να ζητά και ενισχύ¬σεις, οι οποίες δεν μπορούσαν να σταλθούν. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί η ηρωική εθελοντική αποστολή ορισμένων Πολωνών και Βρετανών πιλότων πάνω από την Βαρσοβία, με στό¬χο την ενίσχυση με εφόδια των μαχητών της «αντίστασης». Τα γερμανικά αντιαεροπορικά πυρά – πολλές φορές και τα σοβιετικά – κατέρριψαν το 60% των πτήσεων αυτών και ένα ποσοστό από τα εφόδια, της τάξης του 90%, έπεσε σε γερμανικά χέρια. Οι Σο¬βιετικοί όχι μόνο δεν έστειλαν βοήθεια, αλλά επιπλέον δεν επέτρε¬
ψαν στα συμμαχικά αεροσκάφη την προσγείωσή τους σε έδαφος κατειλημμένο από τον Ερυθρό Στρατό. Αν γινόταν αυτό, θα ήταν δυνατή η συνοδεία των αποστολών από μαχητικά αεροσκάφη που έχουν μικρή σχετικά αυτονομία. Στις 14 Σεπτεμβρίου και μετά από υπερβολικές αμερικανικές και βρετανικές πιέσεις, οι Σοβιετικοί εξε- τέλεσαν κάποιες αποστολές ενίσχυσης των Πολωνών με ρίψεις εφοδίων, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά.
Την 12η Αυγούστου, στην «παλαιά πόλη» ευρίσκοντο 9.807 μαχητές του ΑΚ. Αμυνόμενοι λυσσαλέα υποχωρούσαν βήμα-βήμα. Η μοναδική τους ενίσχυση ήταν περίπου άλλοι 1.000 μαχητές not κατάφεραν να φθάσουν από το δάσος Κάμπινος. Στις 20 At ,ού- στου οι Πολωνοί που είχαν περιέλθει σε δεινή θέση, είχαν την τε¬λευταία τους επιτυχία. Κατέλαβαν το τηλεφωνικό κέντρο της Βαρ¬σοβίας και το κτίριο της αστυνομικής διεύθυνσης. Στις 27 του μη¬νάς εκκενώνεται η παλαιά πόλη που ανακαταλαμβάνουν οι Γερμα¬νοί, αλλά οι επαναστάτες έχουν ακόμη τον έλεγχο του κέντρου, από τους κήπους της Σαξονίας ως το άλσος Λαζιένσκι, τον έλεγχο της Ζολιμπόρτζ στην βόρεια Βαρσοβία και το Μοκοτόφ-Τσερνιακόφ στην νότια πλευρά της πόλης. Στις 2 Σεπτεμβρίου ο Κομο- ρόφακι διέθετε 4.800 μαχητές, εκ των οποίων μόνο οι 1.300 ήταν εξοπλισμένοι. Μέχρι τις 19 του μηνός διεξήνοντο σκληρές οδομα¬χίες στις γειτονιές της πόλης, αφού οι εξεγερθέντες ήταν απομο¬νωμένοι και οχυρωμένοι στα προαναφερθέντα σημεία, εκτός από το Τσερνιακόφ που υπέκυψε στις 16 Σεπτεμβρίου. Η αλήθεια είναι ότι από τις 14 Σεπτεμβρίου αυξήθηκε η «πίεση» των Σοβιετικών στην ανατολική πλευρά της πόλης, αλλά οι Γερμανοί πίεζαν πολύ περισσότερο τους Πολωνούς, ειδικά με την άφιξη και της 25ης Τε¬θωρακισμένης Μεραρχίας. Στις 18 Σεπτεμβρίου, 108 αμερικανικά βομβαρδιστικά πέταξαν πάνω από την Βαρσοβία και έριξαν εφό¬δια, αλλά ήταν πια πολύ αργά. Ο Κομορόφσκι θα πει αργότερα: «τα εννιά δέκατα των εφοδίων έπε¬σαν σε συνοικίες τις οποίες κα¬τείχαμε πριν μερικές μέρες…».
Από τις 19 Σεπτεμβρίου μέ¬χρι την 2α Οκτωβρίου έγινε το «τελικό ξεκαθάρισμα». Στο κέ¬ντρο της πόλης, οι εξεγερθέ- ντες είχαν περικυκλωθεί σε χώ¬ρο 500 τετραγωνικών μέτρων και έριχναν κυριολεκτικά τις τε¬λευταίες τους σφαίρες, ενώ δεν είχαν ούτε νερό σε επάρ¬κεια, ούτε φαγητό. Έτσι στις 23 Σεπτεμβρίου παραδόθηκαν. Στην περιοχή του Μοκοτόφ η επίσης νεοαφιχθείσα 19η Τε¬θωρακισμένη Μεραρχία ανά¬γκασε 2.000 μαχητές του ΑΚ να παραδοθούν. Στις 30 έπεσε το Ζολιμπόρτζ. Τέλος, στις 2 Οκτωβρίου, μετά από 63 ημέ¬ρες μάχης, ο Στρατηγός Μπαχ- Ζελέφσκι δέχθηκε την παράδο¬ση του Κομορόφσκι και συμπε¬ριφέρθηκε ιπποτικά στους Πο¬λωνούς μαχητές, περισσότερο σκεπτόμενος τις μεταπολεμικές συνέπειες σε περίπτωση διαφορε¬τικής στάσης, παρά για λόγους αληθινής στρατιωτικής συμπερι¬φοράς. Για τον ίδιο λόγο «τιμώρησε» τον Καμίνσκι, αφού διέταξε να τον εκτελέσουν και έτσι γλίτωσε από έναν αυτόπτη μάρτυρα για τα εγκλήματα που διέταξε κατά την διάρκεια της επιχείρησης, και «διέλυσε» τα τμήματα του Καμίνσκι και του Ντιρλεβάνγκερ.<6)
Η διαταγή του Χίτλερ – που ήταν επηρεασμένος και από την απόπειρα δολοφονίας του την 20ή Ιουλίου 1944 – ήταν «να ισοπε¬δωθεί η πόλη που τόλμησε να επαναστατήσει». Κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών καταστράφηκε το 25-50% της πόλης και μετά την καταστολή της ακόμα 35%, δηλαδή συνολικά η πόλη υπέστη ζημιές της τάξεως του 60-85% και παράλληλα καταστράφηκαν όλα τα ανεκτίμητα μνημεία της πλούσιας ιστορίας της. Η εξέ¬γερση είχε στοιχίσει στους Γερ¬μανούς 10.000 νεκρούς, 9.000 αγνοούμενους και 7.000 τραυ¬ματίες, ενώ οι Πολωνοί είχαν
22000 νεκρούς και αγνοούμε¬νους και τραυματίες καθώς και 16000 αιχμαλώτους. Το βαρύ¬τερο βέβαια τίμημα πλήρωσε ο άμαχος πληθυσμός της πρω¬τεύουσας που υπέφερε όλων των ειδών τις κακοποιήσεις (βιασμούς, ξυλοδαρμούς) κα¬θώς και περίπου 250.000 νεκρούς<7) (είτε από τους βομβαρ¬δισμούς είτε από τις σφαγές των «ειδικών τμημάτων» των SS).
Στα πλαίσια της ευρύτερης κριτικής και της αποφυγής «δαιμονοποίησης» των Σοβιετικων κών, πρέπει να αναφερθούν και ορισμένες «αντικειμενικές» δυ¬σκολίες ίου Ερυθρού Στρατού να «βοηθήσει» τους Πολωνούς. Δυ¬σκολίες τις οποίες οι περισσότεροι ιστορικοί τείνουν να παραγνω¬ρίζουν. Ο «πατέρας του Κεραυνοβόλου Πολέμου», ο περίφημος Γερμανός Στρατηγός Γκουντέριαν δήλωσε μετά τον πόλεμο: «…Εμείς είχαμε την εντύπωση ότι η άμυνά μας σταμάτησε τους Σοβιετικούς και όχι ότι ήταν μια εσκεμμένη (Σοβιετική) ενέργεια σαμποτάζ της εξέγερσης». Το ίδιο υποστήριξαν και κάποιοι αξιω¬ματικοί του βρετανικού επιτελείου κατά την διάρκεια του πολέμου. Επίσης είναι δεδομένο ότι η κατάληψη της Βαρσοβίας αποτελούσε
έναν «δευτερεύοντα» αντικειμενικό σκοπό για τους Σοβιετικούς που προτιμούσαν να καταλάβουν μεγάλο μέρος της Κεντρικής Ευ¬ρώπης για να το ελέγξουν μεταπολεμικά. Σε κάθε περίπτωση – ακόμα και αν δεχθούμε ότι οι Σοβιετικοί αδυνατούσαν να πιέσουν την Βέρμαχτ – η στάση τους κατά την διάρκεια της εξέγερσης ήταν εχθρική προς τους Πολωνούς μαχητές. Ο Στάλιν έστειλε και μία περίφημη επιστολή προς τον Τσώρτσιλ στις 16 Αυγούστου, που κρύβει μόνο υποκρισία και προσπαθεί να δικαιολογήσει την στάση του: «Η εξέγερση της Βαρσοβίας είναι ένα επικίνδυνο ρίσκο με υψηλό κόστος για τον τοπικό πληθυσμό. Δεν θα ήταν έτσι τα πράγματα αν είχε ειδοποιηθεί το Σοβιετικό αρχηγείο πριν από αυ¬τήν και αν οι Πολωνοί είχαν επικοινωνήσει με τις δικές μας μονά-δες στο μέτωπο»

σε πιο «σύγχρονους» πολέμους. Έτσι και εδώ θα συναντήσουμε αριθ¬μούς ανάλογα με την χρησιμοποιούμενη βιβλιογραφία που κινούνται από 7 00.000 ως και 360.000. Η εκτίμηση και προσέγγιση ισχύει και για όλα τα υπόλοιπα αριθμητικά δεδομένα του άρθρου.

Συμπεράσματα
Η εξέγερση της Βαρσοβίας συνεκρίθη από τους ίδιους τους Γερμανούς με την μάχη του Στάλινγκραντ, όσον αφορά την σφο- δρότητα των οδομαχιών αλλά και το ψυχικό σθένος των εξεγερ- θέντων. Συμπερασματικά, αναφέροντας επιγραμματικά τις αιτίες της εξέγερσης θα επισημάνουμε την άφιξη των Σοβιετικών στα προάστια της Βαρσοβίας που έδρασε καταλυτικά, αφού η πόλη δεν έπρεπε να «πέσει» στον Ερυθρό Στρατό, την γερμανική διείσ¬δυση στην «αντίσταση», τον εκπατρισμό χιλιάδων Πολωνών, τις «ψευδείς υποσχέσεις» από την κυβέρνηση του Λονδίνου και την έλλειψη ζωτικών πληροφοριών. Οι λόγοι της αποτυχίας αντίστοι¬χα, είναι η σοβιετική προδοσία που άφησε τους Πολωνούς ως «πρόβατα επί σφαγή», η έλλειψη ενίσχυσης από τους Συμμάχους, η κακή σχεδίαση που δεν επέτρεψε την κατάληψη των στρατηγι¬κών σημείων της πόλης και η εξαιρετική γερμανική αντίδραση. Τα αποτελέσματα ήταν τραγικά. Αναφερθήκαμε ήδη στις ανθρώπινες και υλικές απώλειες, αλλά υπάρχουν και σημαντικές πολιτικές επι¬πτώσεις. Ο «Εθνικός Στρατός» διαλύθηκε και ο Στάλιν εγκατέστη- σε άνετα κομμουνιστικό στρατό και κυβέρνηση στην Πολωνία, η οποία πέρασε «αμαχητί» στο Ανατολικό Μπλοκ. Οι Σύμμαχοι έχα¬σαν ακόμα μια φορά την αξιοπιστία τους και δεν αντιτάχθηκαν στον Στάλιν που φάνηκε δυναμικότερος του Ρούσβελτ και του Τσώρτσιλ.
Μια αιματοχυσία που μπορούσε να αποφευχθεί, ένα εγχείρη¬μα που μπορούσε να πετύχει, μια πατρίδα που μπορούσε να μην πέσει στην κομμουνιστική λαίλαπα, κάποια όνειρα που μπορούσαν να μην είχαν προδοθεί, έμειναν στην ιστορία. Μία ιστορία που σε κάθε περίπτωση κατέγραψε μαζί με τις ναζιστικές θηριωδίες και φρικαλεότητες, το απαράμιλλο θάρρος και την πίστη στην ελευ¬θερία και την δημοκρατία του Πολωνικού έθνους.
Σημειώσεις:
1) Πρόκειται για το περίφημο σύμφωνο των υπουργών Εξωτερικών της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης πριν την έναρξη του Β’Πα¬γκοσμίου Πολέμου. Επίσημα ήταν σύμφωνο «μη επίθεσης» και ανεπί¬σημα ήταν σύμφωνο διαμελισμού της Πολωνίας.
2) Το 1942 αποκαλύφθηκε η περίφημη «σφαγή του Κατύν», όπου 4.321 Πολωνοί αξιωματικοί δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ – όπως και στις σφαγές του Σταραμπιένσκ και του Οστατσκώφ – από τους Σο¬βιετικούς. Τότε ο Στάλιν την «φόρτωσε» στους Γερμανούς αλλά οι Σο¬βιετικοί την παραδέχθηκαν 50 χρόνια αργότερα, επί κυβερνήσεως Γκορμπατσόφ. Ο Στάλιν, ερχόμενος σε ρήξη με την εξόριστη στο Λον¬δίνο κυβέρνηση του Στρατηγού Σικόρσκι, δημιούργησε μια πολωνική ψευδοκυβέρνηση με κομμουνιστές στην Μόσχα και επί μακράν αρ- νείτο οποιαδήποτε συνομιλία με την κυβέρνηση του Λονδίνου.
3) Αποτελεί απίστευτη σύμπτωση, αλλά οι πρωταγωνιστές της σφα¬γής των Πολωνών, οι «Σοβιετικοί» Ροκοσόφσκι και Καμίνσκι και ο «Γερμανός» Μπαχ-Ζελέφσκι ήταν ή καθαροί Πολωνοί ή εν μέρει πο¬λωνικής καταγωγής.
4) Αναλυτικότερα οι εξεγερθέντες διέθεταν στην περιοχή της Βαρσο¬βίας 25.000 χειροβομβίδες, 2.000 πιστόλια και 1.000 καραμπίνες. Η κατάσταση των πυρομαχικών ήταν χειρότερη, αφού υπολογίζεται ότι αρκούσαν για τρεις μόλις ημέρες: 35-300 φυσίγγια ανά πιστόλι και 190 ανά καραμπίνα. Το σύνθημα των εξεγερθέντων «μια σφαίρα για κάθε Γερμανό» τα λέει όλα.
5) Ορθότερα το «Γολιάθ» ήταν τηλεκατευθυνόμενο ερπυστριοφόρο τεθωρακισμένο όχημα με 90 κιλά εκρηκτικής ύλης και είδικό κατα¬σκευασμένο για την καταστροφή οδοφραγμάτων.
6) Ο Ντιρλεβάνγκερ δεν είχε την «τύχη» του Καμίνσκι, αφού παρα- σημοφορήθηκε με τον Σταυρό των Ιπποτών και επανήλθε στο μέτω¬πο.
7) Είναι πολύ δύσκολη η ακριβής καταγραφή των θυμάτων ακόμα και

Έριχ Τζούλιους Έμπερχαρντ φον ντεμ Μπαχ-Ζελέφσκι (1899 – 1972)
Αληθινός «δολοφόνος», ο Πολωνικής καταγωγής στρατηγός των SS δεν ήταν ιδιαίτερα περήφανος γι’ αυτήν, αφού ένιωθε τόσο πολύ Γερμανός που άλλαξε το επίθετό του. Συγκεκριμένα προσέθεσε το επίθετο «Μπαχ» στα τέλη της δεκαε¬τίας του 1930 και αντίστοιχα ζήτησε τον Νοέμβριο του 1940 να αφαιρεθεί το «Ζε- λέφσκι», πράγμα που έγινε. Τραγική ει¬ρωνεία ότι έμεινε στην ιστορία ως ο διοι¬κητής που έπνιξε στο αίμα την εξέγερση της Βαρσοβίας, με θύματα εκατοντάδες χιλιάδες «συμπατριώτες» του.
Γεννήθηκε στο Λάουενμπουργκ της Πομερανίας την 1η Μαρτίου 1899. Ει- σήλθε στον στρατό το 1914 και έγινε υπολοχαγός την 1η Μαρτίου 1916. Για την δράση του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλε¬μο παρασημοφορήθηκε με τον Σιδηρού Σταυρό 2ας και 1 ης τάξεως και το «μαύ¬ρο μετάλλιο τραυματιών», λόγω ει¬σπνοής δηλητηριώδους αερίου. Μετα¬πολεμικά υπηρέτησε σαν υπολοχαγός στην συνοριακή φρουρά της Σιλεσίας. Το 1924 εκδιώχθηκε από τον στρατό λόγω της συμμετοχής του στην «πορεία του Μονάχου», το ιδιότυπο «πρα¬ξικόπημα» του Χίτλερ. Αργότερα εργάστηκε ως νυχτοφύλακας και επιστάτης για να συντηρήσει την οικογένειά του (είχε πα¬ντρευτεί το 1923 και μέχρι το 1940 απέκτησε 6 παιδιά). Στις 15 Φεβρουάριου 1931 ενετάχθη στα SS και διοίκησε διάφορες μο¬νάδες. Η άνοδός του ήταν τόσο ραγδαία που από τις 15 Δεκεμ¬βρίου 1933 προήχθη σε ταξίαρχο των SS. Αυτή η άνοδος, βέ¬βαια, ωθήθηκε και από τον ρόλο του στην «Νύχτα των μεγάλων μαχαιριών», όταν και έστειλε «μπράβους» του να σκοτώσουν τον Άντον Φράϊερ φον Χόμπεργκ ουντ Μπούχβαλντ.
Το επόμενο έτος προήχθη σε υποστράτηγο και το 1935 έγι- νε υποδιοικητής της Γκεστάπο στην περιοχή του Κένιγκσμπεργκ. Το 1939 «συμμετείχε» στην επίθεση στην Πολωνία με μονάδες εξόντωσης που ακολουθούσαν τις μονάδες του στρατού και εξολόθρευαν τον τοπικό πληθυσμό (κυρίως την μεγάλη εβραϊκή κοινότητα). Η εμπιστοσύνη που του έδειχνε ο Χίτλερ και ο Χίμ- λερ οδήγησαν στην προαγωγή του σε αντιστράτηγο και την το¬ποθέτησή του το 1941 ως «Ανώτατου αστυνομικού διοικητή της Ρωσίας» με ευθύνη τον αντιπαρτιζανικό αγώνα πίσω από την Ομάδα Στρατιών Κέντρου. Διοίκησε για λίγο – χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία – και μονάδες των Waffen SS. To 1942 εισήχθη στο νο¬σοκομείο με σοβαρό στομαχικό πρόβλημα αλλά και με ψυχολογι¬κά προβλήματα που αντιμετώπιζε, εξαιτίας των εγκλημάτων που
είχε διατάξει και διαπράξει. Τον Φεβρου¬άριο του 1943 παρασημοφορήθηκε με τον «Χρυσό Γερμανικό Σταυρό» για τον αγώνα του στα μετόπισθεν και τον Ιούλιο του ίδιου έτους ανέλαβε την διοίκηση του αντιπαρτιζανικού αγώνα σε όλο το Ανατολικό Μέτωπο. Στην «ιστορία» όμως έμεινε όταν ως νεοπροαχθείς στρατηγός των SS, ανέλαβε την κατα¬στολή της εξέγερσης της Βαρσοβίας, μια που, σύμφωνα με τον Χίτλερ, αποτελού-σε «το μοντέλο του αγωνιστή κατά των παρτιζάνων». Η επιτυχής διεξαγωγή της επιχείρησης οδήγησε στην παρασημοφό- ρησή του με τον Σταυρό των Ιπποτών στις 30 Σεπτεμβρίου 1944.
Μετά την εξέγερση μετέβη στη Βου¬δαπέστη στις 13 Οκτωβρίου 1944 με στόχο να μην επιτρέψει στον Ούγγρο αντιβασιλέα Ναύαρχο Χόρθυ να υπογρά¬ψει ξεχωριστή συνθήκη ειρήνης με τον Ερυθρό Στρατό. Απέτυχε στην αποστολή του αλλά και ως διοικητής των Μου και 10ου Σωμάτων των Waffen SS και του Σώματος του «Όντερ». Παρά τις αποτυχίες του, είχε ίσως τα περισσότερα μετάλλια και παράσημα από όλους τους αξιωματικούς των SS. Μεταπολεμικά ο Μπαχ, που ποτέ δεν τίμησε την στολή του και αποτελεί ντροπή για την γερ¬μανική ιστορία, έγινε μάρτυς κατηγορίας στην «δίκη της Νυρεμ¬βέργης». Εκεί, ο σύμφωνα με τον Γκαίριγκ «πιο αιμοσταγής δο¬λοφόνος απ’ όλους, για να σώσει το τομάρι του» βοήθησε στην ενοχοποίηση όλων των άλλων, με αντάλλαγμα την μη έκδοσή του στην Πολωνία ή την Σοβιετική Ένωση. Υποστήριξε ότι «απλά υπάκουε διαταγές, έγινε αληθινή γενοκτονία εις βάρος αμάχων και ο αντιπαρτιζανικός αγώνας διεξήχθη κυρίως από τον Γερμα¬νικό τακτικό στρατό, αφού η Gestapo και τα αστυνομικά SS ήταν ολιγάριθμα…».
Στις 31 Μαρτίου 1951 καταδικάστηκε από γερμανικό δικα¬στήριο σε δεκαετή κάθειρξη, η οποία όμως μετετράπη σε «κατ’ οίκον περιορισμό» στο σπίτι του στο Λάφεναου-Φράνκεν. Κατό¬πιν βρήκε δουλειά ως νυχτοφύλακας, αλλά τον Δεκέμβριο του 1958 συνελήφθη και το 1961 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4,5 ετών για τον ρόλο του στην «Νύχτα των μεγάλων μαχαιριών». Το 1962 καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά από άλλο δικαστήριο για την δολοφονία 6 Γερμανών κομμουνιστών το 1933. Έτσι πέ- θανε στις 8 Μαρτίου 1972 στο νοσοκομείο της φυλακής του Μο¬νάχου, πληρώνοντας και για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων αθώων Πολωνών και Σοβιετικών.

Κονστανχίν Κονσταντίνεβιτς Ροκοσόφσκι (1896-1968)
Ο «Σοβιετικός Κλαούζεβιτς» Στρα¬τάρχης Ροκοοόφσκι που γεννήθηκε Πο¬λωνός και άφησε να σφαγιασθούν 250.000 συμπατριώτες του στο τέλος του πολέμου, έφτασε ένα βήμα από το εκτελεστικό απόσπασμα πριν τον Β’ Πα¬γκόσμιο Πόλεμο αλλά όχι μόνο επιβίω¬σε, συμμετείχε και αποφασιστικά στην έκβαση όλων των μεγάλων μαχών του Ανατολικού Μετώπου!
Γεννήθηκε στο πολωνικό χωριό Βελίκιγιε Λούκι στα περίχωρα της Βαρσο¬βίας, όπου ζούσαν ανάμικτοι Ρώσοι, Ουκρανοί και Πολωνοί. Γιος μηχανοδη¬γού σιδηροδρόμων έμεινε σε ηλικία 8 ετών ορφανός από πατέρα και 13 ετών ορφανός από μητέρα. Για να επιβιώσει, άρχισε να δουλεύει σε ένα εργοστάσιο, εγκαταλείποντας την επαγγελματική σχολή στην οποία φοιτούσε. Το 1912 συνελήφθη διότι είχε λάβει μέρος σε εργατικές διαδηλώσεις. Κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε στον τσαρικό στρατό ως υπαξιωματικός. Με την Οκτωβριανή Επανάσταση κατατάχθηκε στον Ερυθρό Στρατό. Το 1919 πήρε την σοβιετική υπηκοότητα και έγινε μέ¬λος του κόμματος. Είχε αληθινό πάθος για τις στρατιωτικές σπουδές και έτσι φοίτησε στην Ανώτερη Σχολή Ιππικού και στην Στρατιωτική Ακαδημία. ΓΓ αυτή του την αγάπη αλλά και την επιμόρφωση, ο Στάλιν τον ονόμαζε «Σοβιετικό Κλαούζε- βιτς». Υπηρέτησε στην Άπω Ανατολή και έλαβε μέρος στον Ισπανικό εμφύλιο. Το 1938 κατά τις Σταλινικές «εκκαθαρίσεις» βρέθηκε στη φυλακή όπου και βασανίστηκε, αλλά το 1941 με την γερμανική εισβολή αποφυλακίστηκε με την αμνηστία του Βοροσίλωφ.
Ο Ροκοσόφσκι, όχι μόνο σώθηκε αλλά και ανέλαβε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ηγετικές θέσεις. Στην αρχή οδήγησε μια αποτυχημένη μικρής κλίμακας αντεπίθεση στην Ουκρανία και πολέμησε στο Σμόλενσκ. Στην άμυνα της Μόσχας, ως διοικη¬τής ταξιαρχίας ιππικού στην αρχή και μετέπειτα ως διοικητής της 16ης Στρατιάς, κράτησε τις θέσεις του με σταθερότητα και ταχυκινησία. Αργότερα υπό τις διαταγές του Ζούκωφ, ανέλαβε τον βόρειο τομέα του μετώπου του Ντον, όπου στην αντεπίθεση του Στάλινγκραντ (1943) οδήγησε με μαεστρία τον στρα¬τό του στην περικύκλωση των 22 μεραρχιών του Φον Πάου- λους. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στην αρματομαχία του Κουρσκ το 1943. Έδειξε ότι επιτίθεται στην αρχή, αλλά άφησε την πρωτοβουλία στους Γερμανούς Κλούγκε και Μόντελ και μό¬λις άρχισαν να εξασθενούν, εξαπέλυσε αντεπίθεση. Η αποτυχημένη επίθεση των Γερμανών στο Κουρσκ σήμανε και την αρχή της σαρωτικής σοβιετικής αντεπίθεσης. Το 1944 ως διοικητής της Νότιας Ομάδας Στρατιών προέλασε στην Λευκορωσία, στην Ουκρανία και τον Δνείπερο. Ο στρατάρχης πια Ροκο- σόφσκι, συνέχισε την φρενήρη του προέλαση στην Πολωνία, όπου σταμά¬τησε ξαφνικά μετά την κατάληψη του Μπρεστ-Λιτόφσκ (Ιούλιος 1944) σε απόσταση μικρότερη των 60 χλμ. από την Βαρσοβία. Αυτή η «στάση» που έγι- νε κατόπιν διαταγής του Στάλιν, είχε ως αποτέλεσμα την σφαγή από τους Ναζί όλων των κατοίκων της πολωνικής πρωτεύουσας που εί¬χαν εξεγερθεί και τους οποίους οι Σοβιετικοί άφησαν αβοήθη-τους. Το 1945 επιτέθηκε στην Ανατολική Πρωσία και Πομερανία, κατέλαβε το Ντάντσιχ και το Σεττίνο και στις 3 Μαΐου συ- ναντήθηκε με τα στρατεύματα του Βρετανού Στρατηγού Ντέμπσεϋ κοντά στο Λούμπεκ, στον ποταμό Έλβα.
Μετά το τέλος του πολέμου, στην αρχή ονομάστηκε υπουργός Αμύνης και έπειτα ξαναπήρε την πολωνική υπηκοό¬τητα και ονομάστηκε στρατάρχης της Πολωνίας. Τυπικά ήταν ο υπουργός Αμύνης της Πολωνίας, αλλά ουσιαστικά αποτελού- σε τον επιτετραμμένο του Στάλιν, τον στρατιωτικό διοικητή της χώρας αυτής στης οποίας την νομιμοφροσύνη δεν είχε ιδι¬αίτερη εμπιστοσύνη ο Σοβιετικός δικτάτορας. Με τον θάνατο του αιμοσταγή Στάλιν αλλά και την άνοδο στην πολωνική εξου¬σία του πρώην γενικού γραμματέα του Εργατικού Κόμματος, Γκομούλκα, ο Πολωνοσοβιετικός στρατάρχης κατηγορήθηκε για οργάνωση φιλοσοβιετικού πραξικοπήματος! Τότε ο Χρου- τσώφ τον επανέφερε στην Σοβιετική Ένωση την 28η Οκτωβρί¬ου 1956 και τον διόρισε υφυπουργό Αμύνης, θέση που διατή¬ρησε για 7 χρόνια. Το 1962 ονομάστηκε Επιθεωρητής Αμύνης και 6 χρόνια αργότερα, στις 3 Αυγούστου 1968 πέθανε στην Μόσχα, αφού είχε ανακηρυχθεί δύο φορές «Ήρωας της Σοβιε¬τικής Ενώσεως».

Ταντέους Κομορόφσκι (1895 – 1966)
Γνωστός και ως στρατηγός «Μπορ», ο Κομορόφσκι ήταν ο ορ-γανωτής και διοικητής των αντιστασιακών οργανώσεων της Πο¬λωνίας και διεξήγαγε την σκληρή αλλά αποτυχημένη εξέγερση στην Βαρσοβία που δημιούργησε τεράστια προβλήματα στους Γερμανούς.
Γεννήθηκε στο Τσορόμπροβο κοντά στο Μπρζέζανυ. Ξεκίνησε την στρατιωτική του καριέρα στον Αυστροουγγρικό Στρατό στην Βιέννη και στην διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν υπίλαρ¬χος (1917). Από το 1918 εντάχθηκε στον νεοσύστατο Πολωνικό Στρατό. Τον Ιούνιο του 1919 προήχθη σε ίλαρχο και έγινε υποδιοι¬κητής του 9ου Συντάγματος Ιππικού. Στον Πολωνοσοβιετικό πόλε¬μο που ακολούθησε διοίκησε το 12ο Σύνταγμα Ιππικού, παρά τον μικρό βαθμό που έφερε. Με την λήξη του πολέμου έγινε εκπαιδευ¬τής στην Σχολή Αξιωματικών Πυροβολικού και το 1923 προήχθη σε επίλαρχο. Από το 1924 έως το 1926 ήταν υποδιοικητής του 8ου Συντάγματος Ιππικού. Για λιγότερο από ένα έτος διετέλεσε διοικη¬τής της Σχολής Υπαξιωματικών. Το 1927 έγινε, ως αντισυνταγμα- τάρχης, διοικητής του 9ου Συντάγματος. Το 1933 προήχθη σε συ¬νταγματάρχη και παρέμεινε στην ίδια θέση μέχρι το 1938. Πριν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμος έγινε διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Ιππικού του Γκρούτζιακ.
Κατά την διάρκεια της γερμανικής επίθεσης ήταν διοικητής των εφεδρειών ιππικού του Γκαρβολίν και υποδιοικητής της τα¬ξιαρχίας ιππικού Ζακρζέφσκι, μέρος της Στρατιάς «Λούμπλιν». Από τον Αύγουστο του 1940 διοικεί τμήμα του Εθνικού Στρατού και προάγεται σε ταξίαρχο. Καταδιωκόμενος από τους Γερμανούς κα¬τέφυγε στην Βαρσοβία όπου ανέλαβε καθήκοντα υποδιοικητού και λίγο αργότερα διοικητού του Εθνικού Στρατού. Χρησιμοποίησε πολλά ψευδώνυμα, όπως «Κόρτσακ», «Λαβίνα» («Χιονοστιβάδα»), «Ζνιτς» («Κερί»), αλλά ήταν ευρύτερα γνωστός ως «Μπορ» («Δά¬σος»).
Ήταν ο εμπνευστής, οργανωτής και εκτελεστής της Επιχείρη-σης «Καταιγίδα». Μετά την αποτυχία της με την καταστολή της εξέγερσης, ο Κομορόφσκι υπέγραψε την συνθηκολόγηση στο γερ¬μανικό αρχηγείο στην Οζάροβ. Από την στιγμή αυτή ήταν αιχμά¬λωτος και πέρασε διαδοχικά από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Κρουκλάνκα, του Λανγκβάσσσερ και του Κόλτιτζ. Του προσεφέρθη από τους Γερμανούς η δυνατότητα να αποφυλακιστεί και να σχηματίσει μια μεραρχία με στόχο να σταματήσει την σοβιετική προέλαση στην χώρα του. Παρότι πάντοτε αντικομμουνιστής, ο Κομορόφσκι αρνήθηκε την προσφορά βλέποντας την συμπεριφο¬ρά των κατακτητών Γερμανών στους Πολωνούς αλλά και την σίγουρη πλέον πτώση του Γ Ράϊχ.

Τελευταίες μέρες του πολέμου ο Κομορόφσκι αφέθηκε ελεύθερος και μετέβη αρχικώς στην Ελβετία και μετά στην Αγγλία. Από το Νοέμβριο του 1944 είχε προαχθεί σε υποστράτηγο. Μεταπολεμικά έμεινε στο εξωτερικό και από τον Νοέμβριο του 1946 έως το 1949 ήταν πρωθυπουργός της εξόριστης κυβέρνησης στην Αγγλία. Πέθανε το 1966 στο Λονδίνο και ετάφη στο κοιμητήριο του Γκανέρσμπερυ.

ΠΗΓΗ:Κλεάνθης Κυριακίδης , ΠΟΛΕΜΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ Δεκέμβριος 2005

Βιβλιογραφία

  1. C. Deschner: Warsaw Rising, Ballantine Soo.Vs, New York 1972.
    Antonio Munoz: The Warsaw Uprising, Magazine Axis Europa Issue 15, Axis Europa Books, 1998.
  2. Ιάκωβος Χονδροματίδης: Η εξέγερση της Βαρσοβίας (Αύγουστος 1 944), Στρατιωτική Ιστορία τ. 38, 7 999.
  3. Pierre Matignon: La grande histoire de la Seconde Guerre Mondiale, Pygmalion/Cerard Watelet Paris, τόμος 7, 1996.
  4. ΡαιημόνΚαρτιέ: Ιστορία του Β’Παγκοσμίου Πολέμου τόμος 2, Εκδό¬σεις Πάπυρος, Αθήνα 7 995.
  5. J.K. Zawodny: Nothing But Honour: The Story of the Warsaw Uprising, Hoover Institution Press, Los Angeles 7 978.
  6. Mark C. Yerger: Waffen-SS Commanders, τόμος 7, Schiffer Military History, Atglen 7 997.
  7. Mark M. Boatner III: The Biographical Dictionary of World War II, Presidio Press, Novato 7 999.
  8. Alexandra Viatteau: Βαρσοβία 7 944: Ο Στάλιν θυσιάζει την Πολω¬νία, Ιστορία Εικονογραφημένη τ.319 Ιανουάριος 1995.
  9. Steven J. Zaloga: The Polish Army 1939-1945.
  10. Norman Davies: God’s Playground – A History of Poland, Columbia University Press, New York 1982.

Discover more from Θεματα Στρατιωτικης Ιστοριας

Subscribe to get the latest posts to your email.