Μέχρι το 1825, οι Έλληνες εξαιτίας της διχόνοιας και του εμφύλιου σπαραγμού δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν την αδυναμία της Υψηλής Πύλης να καταστείλει την εξέγερσή τους. Ο Σουλτάνος βλέποντας ότι χρειάζεται βοήθεια, ζήτησε από τον υποτελή του, βελή (αντιβασιλέα) της Αιγύπτου, Μωχάμετ Άλι, να στείλει εκστρατευτικό σώμα στο Μόριά. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1825 έφθασε στην Πελοπόννησο ο γιος του Μωχάμετ Άλι, Ιμπραήμ Πασάς. Αν κατέπνιγε την Επανάσταση, ο Ιμπραήμ θα κρατούσε την Πελοπόννησο ως δικό του «φέουδο».
Ο Αιγύπτιος στρατηγός κατέλαβε γρήγορα τη δυτική Πελοπόννησο και τον Απρίλιο του 1826 το Μεσολόγγι. Η Επανάσταση έσβηνε και μόνο ένα θαύμα μπορούσε να την αναστήσει.
Σε αυτή την κρίσιμη χρονική στιγμή, οι Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία – Γαλλία – Ρωσία) αποφάσισαν να επέμβουν. Οι Ρώσοι έβλεπαν οποιαδήποτε μείωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως κέρδος, και την ανεξαρτησία ενός Ορθόδοξου Χριστιανικού Κράτους ως πιθανό προτεκτοράτο. Οι Βρετανοί και οι Γάλλοι είχαν αφόρητη πίεση από τα φιλελληνικά κινήματα για να βοηθήσουν τους ομόθρησκους Ευρωπαίους κατά των απίστων Ασιατών. Οι σφαγές των ελληνικών πληθυσμών (Χίος, Κάσος, Ψαρά), ο ηρωισμός του Μεσολογγίου και η πολιτική «καμένης γης» και εξανδραποδισμού των γηγενών που εφάρμοζε ο Ιμπραήμ, ενέτειναν την προαναφερθείσα πίεση. Όταν ο Τσάρος Νικόλαος απείλησε τους έτερους ισχυρούς ότι θα δρούσε μονομερώς και παράλληλα στην Αγγλία έγινε πρωθυπουργός ο φιλέλληνας Κάννινγκ, οι Μεγάλες Δυνάμεις υπέγραψαν την Συνθήκη του Λονδίνου στις 6 Ιουλίου 1827. Σύμφωνα με αυτή, απαιτούσαν από την Πύλη την άμεση ανακωχή και τη δημιουργία μιας αυτόνομης Ελλάδας, φόρου υποτελής στο Σουλτάνο.
Στο πλαίσιο της ανωτέρω Συνθήκης, οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να στείλουν τους στόλους της Μεσογείου στην Ελλάδα, με οδηγία στους ναυάρχους τους να «λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα» για την τήρηση της συνθήκης, «μένοντας ουδέτεροι στη σύγκρουση». Ο φιλέλληνας Άγγλος ναύαρχος Εδουάρδος Κόδριγκτον κινήθηκε πρώτος με το βρετανικό στόλο προς την Πελοπόννησο. Στον Κόλπο του Ναβαρίνου, στην Πύλο, βρισκόταν ο επιβλητικός τουρκοαιγυπτιακός στόλος με 88 πλοία (3 πλοία της γραμμής, 17 φρεγάτες, 30 κορβέτες, 28 μπρίκια, 5 σκούνες και 5 πυρπολικά) που διέθεταν 2.180 πυροβόλα. Ο Κόδριγκτον έφθασε στο Ναβαρίνο στις 12 Σεπτεμβρίου 1827 και ζήτησε να συναντηθεί με τον Ιμπραήμ πασά.
Αφού του εξήγησε τις θέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Κόδριγκτον αποχώρησε με το στόλο του για τη Ζάκυνθο, αφήνοντας μόνο μια φρεγάτα να περιπολεί έξω από το λιμάνι. Ενώ θεωρητικά θα «επέβαλε» την εκεχειρία, επέτρεψε στον Άγγλο ναύαρχο και ανιψιό του παλιού του διοικητή, Τόμας Κόχραν, να δημιουργήσει επαναστατικές εστίες στην Ήπειρο, στον Τσερτς να στείλει στρατό εναντίον της Πάτρας και στον έτερο συμπατριώτη του, Άστιγκα, να βυθίσει με το ελληνικό ατμόπλοιο «Καρτερία» – το πρώτο ατμόπλοιο παγκοσμίως που είδε πολεμική δράση – 9 οθωμανικά πλοία έξω από το Σπλιτ, στις δαλματικές ακτές.
Στις 1 και 4 Οκτωβρίου, ο Ιμπραήμ επικεφαλής ο ίδιος του στόλου του προσπάθησε να κινηθεί προς την Πάτρα, αλλά ο Κόδριγκτον τον εξανάγκασε να γυρίσει στο Ναβαρίνο. Στις 13 Οκτωβρίου, ο ρωσικός και ο γαλλικός στόλος ενώθηκαν με το βρετανικό, αλλά και πάλι υστερούσαν αριθμητικά σε σχέση με τους Τουρκοαιγυπτίους. Ο Κόδριγκτον ορίστηκε διοικητής του ενωμένου στόλου, που διέθετε πλέον 27 πλοία (10 πλοία της γραμμής, 10 φρεγάτες, 4 μπρίκια και 3 σκούνες) με 1.258 πυροβόλα, έχοντας ως υποδιοικητές το Ρώσο Λόγκιν Χέυδεν και το Γάλλο Ερρίκο Δεριγνί.
Μια εβδομάδα αργότερα, στις 20 Οκτωβρίου, και αφού συμβουλεύτηκε τους συναδέλφους του, ο Κόδριγκτον αποφάσισε να κινηθεί μέσα στο Ναβαρίνο και να αγκυροβολήσει το στόλο του μπροστά από τον οθωμανικό. Εισερχόμενος, τοποθέτησε την αγγλική μοίρα στο κέντρο, ακολουθούμενη από τους Γάλλους και τους Ρώσους. Ο Ιμπραήμ δεν εμπόδισε την είσοδο των «εχθρικών» πλοίων στον κόλπο, όμως με ειδικό απεσταλμένο στον Κόδριγκτον ζήτησε από τον Αγγλο ναύαρχο «την άμεση αποχώρηση του στόλου του, στον οποίο δεν είχε δώσει άδεια να εισέλθει στο Ναβαρίνο»!
Ο περήφανος Άγγλος διοικητής, απήντησε ότι «ήρθε για να δώσει διαταγές και όχι για να λάβει» και απείλησε ότι οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια των Οθωμανών θα οδηγούσε σε καταστροφή του στόλου τους.
Που οφειλόταν αυτή η αυτοπεποίθηση του Κόδριγκτον έναντι υπέρτερου αριθμητικά αντιπάλου; Ο στόλος του διέθετε «ψηλότερα» σκάφη, ταχύτερα πυροβόλα με μεγαλύτερο βεληνεκές και κυρίως εξαιρετικά εκπαιδευμένους και εμπειροπόλεμους πυροβολητές. Επιπλέον, λόγω της θέσης του, είχε δυνατότητες ελιγμών σε αντίθεση με τα «πακτωμένα» στην ακτή, οθωμανικά πλοία. Ο Γάλλος πλοίαρχος Λετελιέ, ναυτικός σύμβουλος του Ιμπραήμ, του ζήτησε να αποφύγει τη σύρραξη. Όμως όταν δύο τόσο μεγάλοι στόλοι βρίσκονται ενώπιος ενωπίω με εχθρική διάθεση, το ξέσπασμα της ναυμαχίας είναι θέμα χρόνου και μιας μόνο απροσεξίας.
Πριν ολοκληρωθεί η αγκυροβολιά του Συμμαχικού στόλου, ο κυβερνήτης της αγγλικής φρεγάτας «Ντάρτμουθ» είδε την προετοιμασία ενός τουρκικού πυρπολικού και έστειλε ένα απόσπασμα με λέμβο για να ζητήσει την απομάκρυνσή του. Οι Οθωμανοί πυροβόλησαν εναντίον της λέμβου σκοτώνοντας τον υποπλοίαρχο Φίτζροϋ και τραυματίζοντας κάποιους ναύτες και μετά άναψαν φωτιά στο πυρπολικό. Η γαλλική φρεγάτα «Σιρέν» και το «Ντάρτμουθ» απήντησαν με απλούς πυροβολισμούς, για να πέσουν οι πρώτοι κανονιοβολισμοί από οθωμανικά πλοία κατά του «Σιρέν». Σε χρόνο μηδέν η σύρραξη γενικεύθηκε.
Το γαλλικό πλοίο της γραμμής «Σκιπίων» δέχθηκε επίθεση πυρπολικού και παραλίγο να καιγόταν, αν δεν το έσωζε το επίσης γαλλικό πλοίο της γραμμής «Τριντέντ».Το «Σιρέν» βύθισε την αιγυπτιακή φρεγάτα «Ισάνια» και ανατίναξε τα πυροβόλα της ανατολικής πλευράς της εισόδου του λιμανιού, ενώ το γαλλικό πλοίο της γραμμής «Μπρεσλάου» έσπευσε σε βοήθεια του βρετανικού πλοίου της γραμμής «Αλβιόνα» και του ρωσικού «Αζώφ», βυθίζοντας το πλοίο της γραμμής «Γκιου Ρεβάν», το πλοίο διοικήσεως του ναυάρχου Ταχίρ πασά, που διοικούσε το στόλο, απουσία του ίδιου του Ιμπραήμ, αλλά και του ασθενούς συμβούλου του, Λατελιέ.Το «Μπρεσλάου» βύθισε και τέσσερις φρεγάτες.
Η φρεγάτα του Κόδριγκτον, «Ασία», αχρήστευσε το πλοίο της γραμμής «Φάχτι Μπάρι» και τη φρεγάτα «Γκεριέρ», με τη βοήθεια του ρωσικού «Αζώφ», το οποίο βύθισε τρεις φρεγάτες και μια κορβέτα. Σε λιγότερο από δύο ώρες, τα τρία πλοία της γραμμής και σχεδόν όλες οι οθωμανικές φρεγάτες είχαν αχρηστευθεί ή βυθιστεί, ενώ στην συνέχεια επί δύο ώρες ο στόλος των Μεγάλων Δυνάμεων σφυροκοπούσε τα αβοήθητα μικρά οθωμανικά πλοία. Το 90% του τεράστιου στόλου βυθίστηκε από τους κανονιοβολισμούς ή αυτοκαταστράφηκε από τους Οθωμανούς για να μην πέσει σε Συμμαχικά χέρια. Στο τέλος της ναυμαχίας, ένα πλοίο της γραμμής, δύο φρεγάτες και πέντε κορβέτες ήταν ό,τι είχε απομείνει στον οθωμανικό στόλο! Τουλάχιστον 4.000 Οθωμανοί σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 2.000 τραυματίστηκαν, ενώ οι Σύμμαχοι είχαν 181 νεκρούς και 480 τραυματίες, ενώ δεν είχε βυθιστεί κανένα πλοίο τους!
Η ναυμαχία είχε σημαντικότατες συνέπειες. Ο Κόδριγκτον μετέβη στην Αίγυπτο και πίεσε τον Μωχάμετ Άλι να δεχθεί την απομάκρυνση των Αιγυπτίων από την Ελλάδα, η οποία πραγματοποιήθηκε όταν έφθασαν 13.000 Γάλλοι στην Πελοπόννησο, ένα χρόνο μετά τη ναυμαχία. Ο Σουλτάνος κήρυξε «Ιερό Πόλεμο», δίνοντας αφορμή στον Τσάρο να του επιτεθεί και να τον αναγκάσει να δεχθεί την ελληνική αυτονομία με τη Συνθήκη της Αδριανούπολης. Τέλος, οι Έλληνες εκμεταλλευόμενοι τον Ρωσο- τουρκικό Πόλεμο και την αιγυπτιακή υποχώρηση επικράτησαν και στη Στερεά Ελλάδα και απαίτησαν πλήρη ανεξαρτησία, την οποία και κέρδισαν, ανοίγοντας το δρόμο για τους υπόλοιπους χριστιανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων.
Discover more from Θεματα Στρατιωτικης Ιστοριας
Subscribe to get the latest posts to your email.