ΑΠΟΒΑΣΗ ΣΤΗΝ IWO JIMA – ΤΡΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΧΑΡΑΚΩΜΑ


«Ιστορίες θάρρους και αυταπάρνησης, ανδρών που έπεσαν στο καθήκον. Η «Ελληνική» συμμετοχή στις άγριες μάχες για την κατάληψη του νησιού».

Κείμενο – Έρευνα: Γεώργιος Χαλκιαδόπουλος, FB Greeks in foreign arms

SPECIAL THANKS: To Jay Tsapatsaris for his great contribution and help during my search!

Ο James Scondras γεννήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 1919 και μεγάλωσε στο Lowell της Μασαχουσέτης. Καθόλη την διάρκεια της δεκαετίας του ’30, στα χρόνια της «Μεγάλης Ύφεσης», ζούσε στην συνοικία Acre, στην οδό Dutton 287, όπου και ανδρώθηκε, συναναστρεφόμενος μαζί με άλλα Ελληνόπουλα της περιοχής. Παρά τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα που ταλάνιζαν εκείνη την περίοδο την Αμερικανική κοινωνία, οι μετανάστες γονείς του, ο Πέτρος Σκόνδρας (Peter G Scondras) και η σύζυγός του Κατίνα, δούλευαν σκληρά και υποστήριζαν με κάθε τρόπο τα οκτώ παιδιά τους, προσπαθώντας να μην τους λείψει τίποτα. Το ζευγάρι διατηρούσε ένα μικρό εστιατόριο στο κέντρο της πόλης, το “The Busy Bee”, στην οδό Merrimack, με αποτέλεσμα η πολύτεκνη οικογένεια να διαβιεί αξιοπρεπώς. Ο πατέρας της οικογένειας, σύμφωνα με όσα αναγράφονται στην ατομική του κάρτα στοιχείων, στο Μητρώο Αρρένων Μασαχουσέτης, είχε γεννηθεί στην Αθήνα στις 15 Δεκεμβρίου 1884. Παρόλα αυτά, είναι εξακριβωμένο πως η καταγωγή του ήταν από την Λαμία, τού Νομού Φθιώτιδας και μετανάστευσε στις ΗΠΑ γύρω στο 1905. Αξίζει να σημειωθεί πως στο Lowell υπήρχε ισχυρή Ελληνο/Αμερικανική κοινότητα η οποία, κατά τον Β΄ΠΠ, έδωσε δυναμικά το παρών, στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ.

O Υπολοχαγός James P Scondras γεννήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 1919 και μεγάλωσε στο Lowell της Μασαχουσέτης. Σκοτώθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1945

Από τα εφηβικά του χρόνια o James Scondras υπήρξε σπουδαίος αθλητής και ήταν γνωστός με το προσωνύμιο “The Chief”. Ως μαθητής, στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, φοίτησε στο εξατάξιο “Lowell High School” και υπήρξε ο “Captain” των ομάδων τού μπάσκετ, τού μπέιζμπολ και τού αμερικανικού ποδοσφαίρου, τού σχολείου του. Διέθετε σπάνια αθλητικά προσόντα και η μαχητικότητα που επεδείκνυε στους αγωνιστικούς χώρους, σε συνδυασμό με το ήθος και την ηγετική του φυσιογνωμία, τον έκαναν ιδιαίτερα δημοφιλή ανάμεσα στους συμμαθητές του, αλλά και σε όλους τους φιλάθλους και τους κατοίκους, της ευρύτερης περιοχής. Παρόλα αυτά, ποτέ δεν καυχιόταν για τις επιτυχίες του και όταν μιλούσε γι’ αυτές, τα λόγια του διέπονταν από σεμνότητα, ηρεμία και σοβαρότητα. Επιπλέον τα έντονα ζυγωματικά του, έδιναν μερικές φορές στην έκφραση τού προσώπου του, μια σοβαρή όψη, η οποία θύμιζε το βλοσυρό ύφος ενός Ινδιάνου Αρχηγού. Ωστόσο ήταν πολύ κοινωνικός και αρκετά καλός χορευτής. Εξαιτίας όλων αυτών, σιγά-σιγά οι φίλοι και οι γνωστοί του άρχισαν να τον φωνάζουν με το παρατσούκλι “The Big Chief”.

Φωτογραφία από άρθρο εφημερίδας της εποχής. Οι παίκτες της ομάδας μπάσκετ τού “Lowell High School” φωτογραφίζονται όλοι μαζί, τον Μάρτιο του 1937. Ο αρχηγός James Scondras διακρίνεται γονατιστός πρώτος από δεξιά.

Το άστρο του «Αρχηγού» άρχισε να λάμπει από πολύ νωρίς στα γήπεδα. Με όποιο από τα τρία αθλήματα κι αν ασχολήθηκε, κατά την δεκαετία του ’30, κατέκτησε πρωτιές και διακρίσεις. Σε κάθε αγωνιστική σεζόν οδηγούσε τις αντίστοιχες ομάδες τού σχολείου του σε σπουδαίες νίκες, παίζοντας εναντίον επικρατέστερων φαβορί. Ξεκινώντας ως πρωτοετής μαθητής στο Γυμνάσιο ξεχώρισε στο μπέιζμπολ, «κλέβοντας» 8 βάσεις σε 20 παιχνίδια. Στις επόμενες δύο τάξεις παίζοντας ως αρχηγός, οδήγησε την ομάδα μπάσκετ του Γυμνασίου, στο διασχολικό πρωτάθλημα καλαθοσφαίρισης της Πολιτείας της Μασαχουσέτης, κατακτώντας το τρόπαιο αλλά και τον τίτλο τού κορυφαίου σκόρερ της διοργάνωσης. Στο Λύκειο ασχολήθηκε με το Αμερικανικό Ποδόσφαιρο και τα στατιστικά στοιχεία των επιδόσεών του ήταν και πάλι εντυπωσιακά. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται χαρακτηριστικά πως κατά την διάρκεια μιας αγωνιστικής περιόδου, σημείωσε οκτώ νικητήρια “touchdowns”, παίζοντας ως επιθετικός. Κορυφαίες στιγμές της αθλητικής του καριέρας θεωρούνται οι συμμετοχές του, το 1936 και το 1937, στην ομάδα μπέιζμπολ τού “Lowell High School” (American Legion Junior), στην οποία εκλέχτηκε αρχηγός και παίζοντας σε θέση catcher, την οδήγησε δύο φορές, στην κατάκτηση τού τροπαίου στο Παναμερικανικό Πρωτάθλημα Νέων των ΗΠΑ, το οποίο διεξήχθη στο Middletown, του Ohio. Τις καλοκαιρινές σεζόν, του 1941 και του 1942, όταν σπούδαζε στο κολέγιο Holy Cross, στο Worcester της Μασαχουσέτης, ο Jimmy αγωνιζόταν με την ομάδα των “Glens Falls” της Νέας Υόρκης, στο διαπολιτειακό πρωτάθλημα του Αμερικανικού Βορρά. Τα δυνατά του χτυπήματα με το ρόπαλο του μπέιζμπολ, σημάδεψαν τις νίκες των “Glens Falls” εναντίον ιστορικών ομάδων, όπως τού Harvard University, τού Yale University και του Boston College. Η αγωνιστική περίοδος του 1942 όμως, τελείωσε νωρίτερα εξαιτίας του πολέμου. Την άνοιξη του 1943, ο τεταρτοετής φοιτητής Scondras έγινε ένας από τους πρώτους στην τάξη του, που υπέγραψαν στο Σώμα Αμερικανών Πεζοναυτών (USMC), τοποθετούμενος στην 3η Μεραρχία (Third Division). Ο νεαρός Ελληνο/Αμερικανός από την εποχή που σπούδαζε στο κολέγιο του Holy Cross, είχε ήδη ενταχθεί στο πρόγραμμα ROTC (Reserve Officers’ Training Corps) το οποίο «έτρεχε» εντός του Πανεπιστημίου. Επρόκειτο για ένα πρόγραμμα του Αμερικανικού Στρατού που είχε θεσπιστεί από την Αμερικανική κυβέρνηση το 1916. Ο ρόλος του ήταν να αντλεί από τους σπουδαστές των κολεγίων, υποψήφιους αξιωματικούς με πανεπιστημιακή μόρφωση, οι οποίοι θα στελέχωναν τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ.

Το πρωί της 19ης Φεβρουαρίου 1945, οι Αμερικανοί Πεζοναύτες πραγματοποίησαν απόβαση στις ηφαιστειογενείς παραλίες της Iwo Jima, ενός μικρού νησιού του Ειρηνικού, το οποίο διέθετε δύο αεροδρόμια, μεγάλης στρατηγικής αξίας. Επίσης εκείνη την περίοδο ένα τρίτο αεροδρόμιο βρισκόταν υπό κατασκευή. Στο νησί υπήρχαν 22.000 φανατικοί Ιάπωνες στρατιώτες, άριστα οχυρωμένοι, οι οποίοι είχαν ορκιστεί να πολεμήσουν μέχρι θανάτου. Επικεφαλής τους ήταν ο Στρατηγός Tadamichi Kuribayashi, ο οποίος είχε οργανώσει αριστοτεχνικά την άμυνα, σε κάθε σημείο του νησιού. Μόλις οι καταπέλτες των αποβατικών έπεσαν στην ακτή, οι πεζοναύτες διέσχισαν τρέχοντας τα πρώτα μέτρα της αμμουδιάς, δεχόμενοι σποραδικά πυρά. Αρχικά η έλλειψη σθεναρής αντίστασης οδήγησε τους διοικούντες του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού στο συμπέρασμα, ότι ο βομβαρδισμός τους είχε καταστείλει την άμυνα των Ιαπώνων, καθώς οι πεζοναύτες άρχισαν να αναπτύσσονται στην παραλία της Iwo Jima. Μέσα σε απόλυτη σιγή άρχισαν να προχωρούν προς την ενδοχώρα του νησιού, προκειμένου να καταλάβουν τον πρώτο τους αντικειμενικό σκοπό, το αεροδρόμιο με την κωδική ονομασία «Airfield Motoyama 1». Ωστόσο, ο Στρατηγός Tadamichi Kuribayashi, τους επεφύλασσε μία πολύ δυσάρεστη έκπληξη. Αφού επέτρεψε στους Αμερικανούς να συσσωρεύσουν άντρες και μηχανήματα στην παραλία, για περισσότερο από μία ώρα, στην συνέχεια εξαπέλυσε εναντίον τους έναν τρομακτικό όγκο πυρός. Λίγο μετά τις 10:00, ένας καταιγισμός πυρών από πολυβόλα και όλμους, μέχρι βαρύ πυροβολικό, άρχισαν να πέφτουν βροχή στην κατάμεστη παραλία, η οποία γρήγορα μετατράπηκε σε ένα εφιαλτικό λουτρό αίματος.

Βομβαρδισμός των ακτών λίγο πριν την απόβαση, Φεβρουάριος 1945.

Ένας Αμερικανός πεζοναύτης, ο Peter Tsapatsaris, άρχισε να τρέχει μέσα στο χάος της μάχης, ψάχνοντας ένα σημείο για να καλυφθεί. Έχοντας βρεθεί ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, αναγκάστηκε να βουτήξει μέσα σε ένα βαθύ χαράκωμα, το οποίο ήταν σκαμμένο βιαστικά στην ηφαιστειακή άμμο, στο οποίο βρισκόταν ένας ακόμη συνάδελφός του. Σηκώνοντας το βλέμμα του, είδε μπροστά του έκπληκτος ένα πολύ οικείο πρόσωπο, να του χαμογελά. Ήταν ο Jimmy Tsaffaras, ο καλύτερός του φίλος από την γενέτειρά του, το Lowell. Πριν προλάβουν να ανταλλάξουν λίγες λέξεις, ο Tsapatsaris είδε με την άκρη τού ματιού του έναν ακόμη άνδρα, να τρέχει έξω από το όρυγμα, αναζητώντας απεγνωσμένα κάλυψη από τα πυρά των Ιαπώνων. Ενστικτωδώς σήκωσε το χέρι του και τού έκανε νόημα φωνάζοντας: «Εδώ φίλε, μπες εδώ μαζί μας». Ο πεζοναύτης έτρεξε γρήγορα προς το μέρος τους και με ένα εντυπωσιακό άλμα προσγειώθηκε στο βάθος τού χαρακώματος. Μόλις έσπρωξε προς τα πίσω το κράνος του, το οποίο είχε πέσει μέσα στα μάτια του, κοίταξε λαχανιασμένος τους δύο συναδέλφους του, κάνοντας έναν μορφασμό έκπληξης. Σχεδόν ταυτόχρονα οι άλλοι δύο έβγαλαν ένα επιφώνημα χαράς και έβαλαν τα γέλια. Επρόκειτο για τον Jimmy Scondras ο οποίος αντίκρυσε ξαφνικά μπροστά του, τους δύο κολλητούς του φίλους και συμμαθητές, τους οποίους είχε να τους δει πάρα πολύ καιρό. Ειδικά με τον Tsaffaras δεν είχαν βρεθεί για σχεδόν δύο χρόνια! Ο Tsapatsaris, τον οποίο οι φίλοι του τον αποκαλούσαν «Κόκκινο», εξαιτίας του χρώματος των μαλλιών του, σε μία συνέντευξη του μεταπολεμικά, αφηγούνταν: «Φανταστείτε τρεις Έλληνες, οι οποίοι μεγάλωσαν μαζί από μικρά παιδιά, να συναντώνται ξαφνικά μέσα στην φωτιά της μάχης, βουτώντας μέσα στο ίδιο χαράκωμα, ευρισκόμενοι 7.000 μίλια μακριά από το σπίτι τους».

Ήταν αδύνατον να σκεφτεί κανείς ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, όμως ήταν αλήθεια. Ο Λοχίας James Tsaffaras, με καταγωγή από τα Λαγκάδια Αρκαδίας, ο Ανθυπολοχαγός James “Chief” Scondras, από την Λαμία και ο Δεκανέας Peter “Red” Tsapatsaris, από το Οίτυλο Λακωνίας, ήταν μεγαλωμένοι στο “Acre”, μια γειτονιά μεταναστών, στο Lowell, το οποίο ήταν γνωστό και ως “Greektown”, λόγω των πολλών Ελλήνων που διέμεναν εκεί. Όλοι τους αποφοίτησαν από το τοπικό Γυμνάσιο και Λύκειο της περιοχής, όμως εισήλθαν σε υπηρεσία σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Ο Tsaffaras κατατάχθηκε πρώτος στους Πεζοναύτες τον Απρίλιο του 1942, ακολούθησε ο Scondras στις αρχές του 1943 και ο Tsapatsaris τον Νοέμβριο τού ίδιου έτους. Ως εκ τούτου, επειδή υπηρετούσαν σε διαφορετικές Μονάδες, δεν είχαν βρεθεί μεταξύ τους, για πάρα πολύ καιρό. Η μοίρα όμως θέλησε να ξανασυναντηθούν όλοι μαζί, μέσα σε μια τρύπα, στην κόλαση της Iwo Jima σε ένα άτυπο “reunion” που κανείς δεν περίμενε. Ο Tsapatsaris συνεχίζει την αφήγησή του: «Ο Jimmy (Tsaffaras) μας έφτιαξε στα γρήγορα ένα γεύμα με ομελέτα, ανοίγοντας πρώτα μία κονσέρβα με παστεριωμένα αυγά. Αφού τα είπαμε για λίγο, στην συνέχεια ο «Αρχηγός» και εγώ έπρεπε να φύγουμε, προκειμένου να ψάξουμε να βρούμε τις Μονάδες μας και να συνενωθούμε μαζί τους». Η επανένωση των τριών ανδρών διήρκεσε μόνο 20 λεπτά. Έχοντας προλάβει να ανταλλάξουν βιαστικά τα νέα τους, εν μέσω εκρήξεων που δονούσαν την ατμόσφαιρα και τις σφαίρες να σφυρίζουν γύρω τους, στο τέλος έδωσαν τα χέρια και αγκαλιάστηκαν, σε έναν εγκάρδιο αποχαιρετισμό. Μόλις χαλάρωσε η ένταση των εχθρικών πυρών, ετοιμάστηκαν να βγουν από το όρυγμα, καθώς ο καθένας τους είχε μία συγκεκριμένη αποστολή να εκτελέσει.

Όταν ο Scondras εγκατέλειψε εκείνη την τρύπα στην παραλία της Iwo Jima, αποχαιρετώντας τους φίλους του, ήξερε πολύ καλά τους σοβαρούς κινδύνους που θα αντιμετώπιζε στην συνέχεια. Αυτό που δεν γνώριζε, ήταν το γεγονός ότι δεν θα τους ξανάβλεπε ποτέ πια. Εκείνες τις στιγμές όμως, το μόνο που τον απασχολούσε ήταν να κάνει το καθήκον του και να φέρει εις πέρας την αποστολή του. Μέχρι τότε ο νεαρός αξιωματικός είχε δώσει στο πεδίο της μάχης, εξαιρετικά δείγματα θάρρους και ικανοτήτων. Επτά μήνες νωρίτερα, είχε λάβει μέρος στην απόβαση για την ανακατάληψη του Guam, στις 21 Ιουλίου 1944. Στις μάχες που διεξήχθησαν εκεί ο Scondras είχε ήδη προταθεί για παρασημοφόρηση, έχοντας μπορέσει να σιγήσει μία Ιαπωνική φωλιά πολυβόλου, η οποία είχε καθηλώσει επί ώρα τον Λόχο του. Αφού σύρθηκε με δυσκολία στο χείλος μιας βραχώδους κορυφογραμμής, κατάφερε να φτάσει σε κοντινή απόσταση και να ρίξει μία χειροβομβίδα, φονεύοντας τους άνδρες της εχθρικής ομοχειρίας. Στην συνέχεια εγκατέστησε στο σημείο μια θέση προωθημένου παρατηρητή.

Στην Iwo Jima ενεργούσε και πάλι ως προωθημένος παρατηρητής, συντονίζοντας τα πυρά τού Αμερικανικού πυροβολικού αλλά και των θωρηκτών και των καταδρομικών, τα οποία έπλεαν στα ανοιχτά της νήσου, βάλλοντας εναντίον των αμυντικών θέσεων των Ιαπώνων. Ο Scondras, εκτελώντας χρέη «Προωθημένου Ελεγκτή Πυρός», θα έπρεπε να ενεργήσει και ως ανιχνευτής. Μαζί με την ομάδα του, έναν ασυρματιστή κι έναν παρατηρητή, θα προσπαθούσε να εντοπίσει πρώτα τις εχθρικές οχυρώσεις, οι οποίες ήταν άριστα παραλλαγμένες, κρυμμένες μέσα σε σπηλιές και υπόγειες σήραγγες. Στην συνέχεια δίνοντας μέσω ασυρμάτου τις κατάλληλες συντεταγμένες, θα έπρεπε να κατευθύνει εναντίον τους την εισερχόμενη δύναμη πυρός, με τις απαραίτητες διορθώσεις βολής. Η δουλειά αυτή ήταν επικίνδυνη και οι άνδρες που την έκαναν, αποτελούσαν στόχο προτεραιότητας για τους Ιάπωνες ελεύθερους σκοπευτές, οι οποίοι με τις διόπτρες τους εντόπιζαν τους αξιωματικούς ή τους στρατιώτες που μετέφεραν ασυρμάτους στην πλάτη τους. Πολλές φορές οι θέσεις των “Forward Observers” εξοντώνονταν και με βολές όλμων ή πυροβόλων. Μία τέτοια ομάδα ήταν και αυτή του Ανθυπολοχαγού Benjamin F. Roselle. Ο συγκεκριμένος αξιωματικός δεν ήταν Ελληνικής καταγωγής, όμως η μαρτυρία του αντιπροσωπεύει πλήρως τον εφιάλτη που έζησαν οι Πεζοναύτες στην Iwo Jima.

«Μέσα σε ένα λεπτό μια οβίδα όλμου εξερράγη ανάμεσα στην ομάδα μου. Είδα το αριστερό μου πόδι κομμένο από τον αστράγαλο και κάτω, καθώς κρατιόνταν μόνο από ένα κομμάτι σάρκας. Μέσα σε λίγα λεπτά ένα δεύτερο βλήμα εξερράγη κοντά μου και θραύσματα έσκισαν το άλλο μου πόδι. Για σχεδόν μια ώρα αναρωτιόμουν πού θα προσγειωνόταν το επόμενο βλήμα. Σύντομα το έμαθα καθώς μια οβίδα έσκασε σχεδόν από πάνω μου, και με τραυμάτισε για τρίτη φορά στον ώμο. Σχεδόν αμέσως μια άλλη έκρηξη με σήκωσε αρκετά μέτρα στον αέρα και καυτά θραύσματα καρφώθηκαν και στους δύο μηρούς μου. Καθώς σήκωσα το χέρι μου για να κοιτάξω το ρολόι μου, μια οβίδα όλμου εξερράγη μόλις λίγα μέτρα μακριά. Ένα θραύσμα έσπασε το ρολόι στον καρπό μου, ενώ ένα άλλο καρφώθηκε στο μπράτσο μου. Άρχισα να καταλαβαίνω πως είναι να σε σταυρώνουν σιγά-σιγά».

Μέχρι τις 11:30, ορισμένοι πεζοναύτες είχαν καταφέρει να φτάσουν στο νότιο άκρο του Ιαπωνικού αεροδρομίου, η κατοχή του οποίου ήταν ένας από τους πρωταρχικούς αντικειμενικούς τους σκοπούς, για την πρώτη μέρα. Τώρα πια όμως η κατάληψή του είχε καταστεί μη ρεαλιστική, μπροστά στην φοβερή άμυνα που αντέτασσαν οι Ιάπωνες. Εκεί απέκρουσαν μια αντεπίθεση 100 φανατικών Ιαπώνων και κατάφεραν να κρατήσουν τις θέσεις τους στις παρυφές τού Airfield Motoyama 1, καθώς έπεσε η νύχτα. Μέχρι το βράδυ, 30.000 άνδρες είχαν αποβιβαστεί στο νησί. Τις επόμενες ημέρες θα ακολουθούσαν περίπου 40.000 ακόμη. Στο πλοίο διοίκησης USS Eldorado (AGC-11), ο Αμερικανός Στρατηγός Holland M Smith, διάβαζε με αγωνία τις αναφορές για την συνεχή αύξηση των απωλειών και την αργή πρόοδο των χερσαίων δυνάμεων. Στους πολεμικούς ανταποκριτές που κάλυπταν την επιχείρηση εξομολογήθηκε: «Δεν ξέρω ποιος είναι ο Ιάπωνας Στρατηγός που διευθύνει αυτό το σόου, αλλά σίγουρα πρόκειται για ένα πολύ έξυπνο κάθαρμα».

Το επόμενο διήμερο οι πεζοναύτες επικεντρώθηκαν στην κατάληψη του “Motoyama 1”, και στην κατάληψη του ηφαιστιογενούς όρους Suribachi, το οποίο δέσποζε επί του αεροδρομίου, αλλά και στις παραλίες όπου τα Αμερικανικά αποβατικά συνέχιζαν να καταφτάνουν γεμάτα στρατιώτες, εξοπλισμό και οχήματα. Σκαμμένο με υπόγειες σήραγγες που επικοινωνούσαν μεταξύ τους και διαθέτοντας όπλα κάθε διαμετρήματος, τα οποία έβαλλαν εναντίον των πεζοναυτών στην παραλία και στο αεροδρόμιο, δέχτηκε ανηλεή βομβαρδισμό από τα Αμερικανικά θωρηκτά. Σε ορισμένες περιπτώσεις το USS Nevada (BB-36), πλέοντας σε απόσταση 550 μέτρων από την ακτή, εκτέλεσε με τα κύρια πυροβόλα του βολές ευθυτενούς τροχιάς, εναντίον των πυροβολείων του Suribachi. Ο Υπολοχαγός Scondras, ο οποίος στο Guam, τον Αύγουστο του 1944, είχε ήδη κερδίσει το Bronze Star Medal, αυτή την φορά θα κέρδιζε ένα ακόμη παράσημο, επιδεικνύοντας και πάλι σπάνιες πολεμικές αρετές. Στις 22 Φεβρουαρίου 1945, χάρη στις ακριβείς συντεταγμένες που μετέδωσε στον ασύρματο, με κίνδυνο της ζωής του, το σφοδρό μπαράζ από τα πυροβόλα των Αμερικανικών θωρηκτών αλλά και του επίγειου πυροβολικού, προκάλεσε βαριές απώλειες στους Ιάπωνες υπερασπιστές τού αεροδρομίου, αποδυναμώνοντας την αμυντική τους ικανότητα, με αποτέλεσμα την κατάληψή του. Στο αιτιολογικό της παρασημοφόρησής του με το Silver Star Medal αναφέρονται τα εξής:

«Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, απονέμει με υπερηφάνεια το Silver Star στον Υπολοχαγό James Scondras (MCSN: 0-22226), του Σώματος των Πεζοναυτών, για την εξαιρετική ανδρεία και την τόλμη που επέδειξε ως Προωθημένος Παρατηρητής, αποσπασμένος στην Πυροβολαρχία D, στο 2ο Τάγμα, του 12ου Συντάγματος, της 3ης Μεραρχίας Πεζοναυτών, κατά τη διάρκεια δράσης εναντίον των εχθρικών Ιαπωνικών δυνάμεων στη νήσο Iwo Jima, στο σύμπλεγμα των Volcano Islands, στις 22 Φεβρουαρίου 1945. Ο Υπολοχαγός Scondras υποστήριξε με γενναιότητα τους προελαύνοντες στρατιώτες τού πεζικού, όταν αυτοί δέχθηκαν αιφνιδιαστική και άγρια επίθεση, μόλις έφθασαν στην άκρη του διαδρόμου απο/προσγειώσεων του αεροδρομίου, βληθέντες υπό βαρέων εχθρικών πυροβόλων και πυκνών πυρών, όλμων και ρουκετών. Σε εκείνη την κρίσιμη στιγμή, ο Υπολοχαγός Scondras προχώρησε με τόλμη προς τα εμπρός και παρά το σφοδρό μπαράζ του εχθρικού πυροβολικού, σκαρφάλωσε στην κορυφή ενός απότομου, οδοντωτού βράχου, από όπου μπορούσε να παρατηρήσει καλύτερα τις θέσεις τού εχθρού. Παραμένοντας ακλόνητος σε αυτή την εκτεθειμένη θέση, στην συνέχεια προσάρμοσε και κατεύθυνε με ακρίβεια τις βολές τού επίγειου πυροβολικού, αλλά και των πυροβόλων από τα πλοία του Ναυτικού, για να σιγήσουν τις εχθρικές συγκεντρώσεις και να επιτρέψουν στο πεζικό να συνεχίσει την προέλασή του. Με αυτή την τολμηρή πρωτοβουλία, την επιθετική του αποφασιστικότητα και το αδάμαστο θάρρος του, ο Υπολοχαγός Scondras παρέμεινε στην θέση του, παρά τον ακραίο κίνδυνο που διέτρεχε και συνέβαλε ουσιαστικά στην επιτυχία της επίπονης εκστρατείας στην Iwo Jima. Η γενναία αφοσίωσή του στο καθήκον, καθ’ όλη τη διάρκεια των μαχών, αντικατοπτρίζει την μεγάλη του πίστη στον εαυτό του, αλλά και στην Υπηρεσία τού Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών».

Το πρωί της 23ης Φεβρουαρίου οι πεζοναύτες έφτασαν στην κορυφή του όρους Suribachi. Επρόκειτο για άνδρες του Λόχου Ε, του 2ου Τάγματος, τού 28ου Συντάγματος Πεζοναυτών (E Company, 2nd Battalion, 28th Marines). Αρχικά περίμεναν σκληρή αντίσταση στον δρόμο προς την κορυφή, όμως τελικά σημειώθηκαν μόνο κάποιες αψιμαχίες, καθώς οι περισσότεροι Ιάπωνες προτίμησαν να μείνουν κλεισμένοι στα υπόγεια τούνελ. Κατά τις επόμενες εβδομάδες επιτίθονταν περιστασιακά στους Αμερικανούς όμως τελικά εξοντώθηκαν όλοι. Το στήσιμο της Αμερικανικής σημαίας στην κορυφή του, εξύψωσε το ηθικό των πεζοναυτών και αποτέλεσε μία από τις πιο εμβληματικές φωτογραφίες του Β’ ΠΠ. Ο πολεμικός ανταποκριτής Joe Rosenthal τού Associated Press, ο οποίος τράβηξε την φωτογραφία, αργότερα κέρδισε το βραβείο Pulitzer για αυτή την λήψη. Ανάμεσα στους άνδρες του 2ου Τάγματος που ήταν παρόντες στην ύψωση της σημαίας στο όρος Suribachi ήταν και ένας Έλληνας, ο πεζοναύτης George Arvanites, ο οποίος όμως δεν εικονίζεται σε κάποια από τις γνωστές φωτογραφίες. Ο Αρβανίτης προέρχονταν από το Lynn της Μασαχουσέτης όμως ο πατέρας του Peter, κατάγονταν από την Κορώνη της Μεσσηνίας. Στην Iwo Jima πολέμησε με γενναιότητα και πιθανότατα τραυματίστηκε βαριά, διότι μετά τον πόλεμο ήταν μέλος της ένωσης Αμερικανών Βετεράνων Αναπήρων Πολέμου (Disabled American Veterans). Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 επισκέφτηκε δύο φορές την Ελλάδα. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί, πως οι τρεις από τους έξι άνδρες που ύψωσαν την σημαία, τελικά σκοτώθηκαν στις μάχες που ακολούθησαν, όπως και ο εικονολήπτης των πεζοναυτών ο οποίος κατέγραψε το ιστορικό γεγονός σε κινηματογραφικό φιλμ.

Την επόμενη ημέρα, το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου, ένας ακόμη Ελληνο/Αμερικανός αξιωματικός πάτησε το πόδι του στο έδαφος της Iwo Jima, όμως δεν πρόλαβε να μακροημερεύσει. Είχε περάσει μία ώρα από την έναρξη της εμπλοκής του στη μάχη, όταν τραυματίστηκε βαριά από έκρηξη βλήματος πυροβόλου, βαρέως τύπου. Επρόκειτο για τον Ανθυπολοχαγό Stanley Tsigounis, με καταγωγή από την Ανατολική Μάνη. Ο Tsigounis υπηρετούσε ως διμοιρίτης στον Λόχο Κ, του 3ου Τάγματος, του 21ου Συντάγματος Πεζοναυτών (K Company, 3rd Battalion, 21st Marines Regiment). Σε συνέντευξη που έδωσε αρκετά χρόνια αργότερα, διηγήθηκε με συγκλονιστικό τρόπο την οδυνηρή εμπειρία του:

«Την πέμπτη ημέρα των μαχών (24 Φεβρουαρίου 1945) η Μονάδα μου διατάχθηκε να βγει στο νησί. Το εχθρικό πυρ ήταν τρομακτικό καθώς οι Ιάπωνες είχαν εστιάσει σε κάθε τετραγωνική ίντσα εδάφους από ένα όπλο, το οποίο ξεπρόβαλε ξαφνικά μέσα από μια τρύπα. Η δουλειά μας ήταν να προχωρήσουμε ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά και να εξουδετερώσουμε αυτές τις τρύπες. Γι’ αυτό στην Iwo Jima οι Πεζοναύτες είχαμε τις μεγαλύτερες απώλειες από οποιαδήποτε άλλη μάχη. Χάσαμε 5.000 άνδρες! Η διμοιρία που διοικούσα είχε 45 άνδρες και μόνο οι πέντε επέζησαν! Δεν είχε περάσει ούτε μία ώρα από την στιγμή που βγήκαμε στην ακτή και την έναρξη της επίθεσης. Ξαφνικά δίπλα μου σημειώθηκε μια μεγάλη έκρηξη κι ένιωσα ότι χτυπήθηκα. Ο Λοχίας μου σκοτώθηκε, το ίδιο και ο παρατηρητής τού Ναυτικού που είχα μαζί μου! Όσο για μένα, το ωστικό κύμα με τίναξε ψηλά στον αέρα. Ένιωσα να επιπλέω στον αέρα και βλέποντας στον ουρανό τα λευκά σύννεφα, πίστεψα πως είχα πεθάνει».

Ο Ανθυπολοχαγός Stanley Tsigounis

Ο Tsigounis έχοντας χάσει μερικώς την όραση και την ακοή του κείτονταν στο έδαφος, τραυματισμένος βαριά, στο κεφάλι και στο πόδι, καθώς το αίμα του πότιζε το έδαφος της Iwo Jima. Βιώνοντας ένα ισχυρό τραυματικό σοκ και ανήμπορος να κινηθεί, από τους αφόρητους πόνους, άρχισε απλά να προσεύχεται. Ξαφνικά μέσα στο παραλήρημά του ονειρεύτηκε την μητέρα του η οποία γονάτισε δίπλα του και πήρε το όπλο του προσπαθώντας να τον προστατεύσει. Σοκαρισμένος άρχισε να της φωνάζει να φύγει μακριά γιατί θα σκοτωθεί! Αυτό που συνέβη στην συνέχεια, μπορεί να εξηγηθεί, μόνο αν αναχθεί στην σφαίρα της παραψυχολογίας! Την ίδια στιγμή, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στο Jersey City, N.J., η μητέρα του Stanley πετάχτηκε τρομαγμένη στον ύπνο της και κλαίγοντας ξύπνησε τον άντρα της. Ο πατέρας του νεαρού Ελληνο/Αμερικανού ήταν ιερέας στην Ορθόδοξη εκκλησία της Ελληνικής κοινότητας της πόλης και προσπάθησε να καθησυχάσει την σύζυγό του, λέγοντας της πως είδε απλά εφιάλτη και την συμβούλεψε να ξανακοιμηθεί. Η γυναίκα επέμενε πως είδε στο όνειρό της το παιδί τους, τραυματισμένο στο πόδι και το κεφάλι! Του ζήτησε γεμάτη αγωνία να σηκωθούν και τουλάχιστον να προσευχηθούν μαζί για τον γιο τους, όπως και έγινε. Όταν μερικές εβδομάδες αργότερα, ο Stanley επέστρεψε στις ΗΠΑ με αναρρωτική άδεια και συναντήθηκε με τους γονείς του, οι αφηγήσεις μεταξύ τους για τα γεγονότα τού τραυματισμού του και η διασταύρωση των στοιχείων, τους άφησε όλους με ανοιχτό το στόμα.

Καθώς οι Πεζοναύτες προέλαυναν στο εσωτερικό της Iwo Jima, πληρώνοντας με αίμα κάθε μέτρο γης που κέρδιζαν, ο Tsapatsaris τραυματίστηκε σοβαρά, για δεύτερη φορά στην πολεμική του θητεία. Την πρώτη του εφιαλτική νύχτα στο νησί, την είχε περάσει μέσα σε ένα ανατιναγμένο τσιμεντένιο πολυβολείο, κοντά στο αεροδρόμιο, σκεπασμένος με έναν νεκρό Ιάπωνα στρατιώτη από πάνω του, για να κρύβει τη θέση του. Μόλις ξημέρωσε οι μάχες εντάθηκαν και πάλι. Ο Tsapatsaris χειριζόταν ένα οπλοπολυβόλο BAR και είχε μόλις αδειάσει έναν γεμιστήρα, εναντίον μιας ομάδας Ιαπώνων, όταν ξαφνικά μία χειροβομβίδα εξερράγη κοντά του και τον τραυμάτισε σοβαρά. Οι συνάδελφοί του τον μετέφεραν με φορείο στην ακτή, προκειμένου να διακομιστεί σε κάποιο νοσοκομειακό πλοίο. Ο Tsaffaras χτυπήθηκε κι αυτός, σε μία από τις δεκάδες μάχες που εξελίσσονταν στο νησί, όμως τα τραύματά του ήταν ελαφρύτερα. Είχε προηγηθεί παλαιότερα ένας ακόμη τραυματισμός κατά την απόβαση στην Saipan τον Ιούνιο του 1944. Στην Iwo Jima αναλάμβανε αποστολές ως προωθημένος παρατηρητής, αντιμετωπίζοντας τους ίδιους κινδύνους όπως ο Scondras. Σε μία από αυτές είχε σημειώσει στον χάρτη του τις συντεταγμένες από ορισμένες οχυρές θέσεις των Ιαπώνων και ετοιμαζόταν να επικοινωνήσει με τους πυροβολητές. Ξαφνικά ένα βλήμα εξερράγη στον αέρα, λίγα μέτρα πάνω από το έδαφος, εκτοξεύοντας μία ομπρέλα θραυσμάτων εναντίον των πεζοναυτών. Ο Tsaffaras ένιωσε έναν φοβερό πόνο στην ωμοπλάτη, καθώς ορισμένα θραύσματα καρφώθηκαν στο κορμί του έχοντας διαλύσει τον ασύρματο, ο οποίος ευτυχώς απορρόφησε την δύναμη των πληγμάτων. Παρά την αιμορραγία σηκώθηκε όρθιος και τρέχοντας προς τις γραμμές του, συνάντησε έναν συνάδελφο ασυρματιστή και μετέδωσε από την συσκευή του, τις πολύτιμες συντεταγμένες στο πυροβολικό. Για αυτή του την ενέργεια παρασημοφορήθηκε με το Bronze Star. Στις 25 Φεβρουαρίου 1945, ο Υπολοχαγός Scondras εκτέλεσε μία ακόμη αποστολή αναγνωρίσεως, ως προωθημένος παρατηρητής, όμως η τύχη του είχε πλέον εξαντληθεί. Ο άτυχος αξιωματικός χτυπήθηκε και σκοτώθηκε από τα θραύσματα της έκρηξης ενός βλήματος όλμου, έχοντας υποστεί πολλαπλά τραύματα σε όλο του το κορμί. Ο Peter Tsapatsaris θυμάται: «Ο ασυρματιστής του τραυματίστηκε σοβαρά από την ίδια οβίδα που σκότωσε τον Jimmy. Το γνωρίζω καλά, γιατί αργότερα, ο ασυρματιστής του κι εγώ, έτυχε να νοσηλευόμαστε στο ίδιο νοσοκομειακό πλοίο, ξαπλωμένοι σε διπλανά κρεβάτια. Από αυτόν έμαθα λεπτομέρειες για τον τρομερό θάνατο του Jimmy. Καθόμασταν ο ένας δίπλα στον άλλο συζητώντας και δεν μπορούσαμε να σταματήσουμε να κλαίμε».

Ο James Tsaffaras γεννήθηκε στο Lowell της Μασαχουσέτης στις 15 Ιανουαρίου 1919. Απεβίωσε στις 7 Ιανουαρίου 2009

Οι Πεζοναύτες έστρεψαν πλέον την προσοχή τους στα βόρεια του νησιού, όπου οι μάχες εντάθηκαν. Τα φλογοβόλα αποδείχθηκαν τα πιο αποτελεσματικά όπλα ενάντια στις σήραγγες, τις σπηλιές και τις υπόγειες αποθήκες. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως τον Μάρτιο του 1945, προς το τέλος της μάχης, στην Iwo Jima χρησιμοποιούνταν κάθε μέρα, περίπου 10.000 γαλόνια εμπρηστικού μείγματος ναπάλμ (ζελατινοποιημένη μορφή βενζίνης), προκειμένου να εξουδετερωθούν τέτοιου είδους εγκαταστάσεις και οχυρώσεις. Εάν μια σήραγγα ήταν πολύ βαθιά ή πολύ επικίνδυνη για να μπει κάποιος, οι πεζοναύτες την ανατίναζαν με εκρηκτικά για να την σφραγίσουν. Οι Ιάπωνες στόχευαν ιδιαίτερα τους νοσοκόμους και τους τραυματιοφορείς και όταν δεν είχαν καθαρό πεδίο βολής χρησιμοποιούσαν διάφορα βρώμικα τεχνάσματα. Κρυμμένοι σε μια τρύπα ή πίσω από ένα βράχο, υποδύονταν τους τραυματίες και τους καλούσαν σε βοήθεια, μιλώντας στα αγγλικά για να τους ξεγελάσουν. Άλλες φορές πάλι, για να τους προσελκύσουν, φώναζαν απλά “Corpsman” (σ.σ. ονομασία των νοσοκόμων τού US Navy και τού USMC) και στη συνέχεια τους πυροβολούσαν καθώς πλησίαζαν. Σε κάθε περίπτωση το έμβλημα του κόκκινου νοσοκομειακού σταυρού, στα κράνη ή στα περιβραχιόνια των Αμερικανών, δεν σήμαινε απολύτως τίποτα για τους Ιάπωνες στρατιώτες, οι οποίοι πυροβολούσαν αδιακρίτως. Θύμα αυτής της δολοφονικής τακτικής έπεσε και ο George Tsalapatas, Νοσοκόμος Γ΄ Τάξεως (Pharmacist’s Mate 3c), με καταγωγή από το χωριό Βρέσθενα του Νομού Λακωνίας, ο οποίος πριν τον πόλεμο σπούδαζε Φαρμακευτική.

Φωτογραφία, από άρθρο εφημερίδας της εποχής, το οποίο αναφέρεται στον θάνατο και την κηδεία του George Tsalapatas στο Beaufort National Cemetery.

Αρχικά είχε καταταγεί στο US Navy όπου υπηρέτησε για 14 μήνες όμως αργότερα μετατάχθηκε στο USMC και τοποθετήθηκε στην 5η Μεραρχία. Στην Iwo Jima υπηρετούσε στον Β΄ Λόχο, του 5ου Τάγματος Υγειονομικού (Company B, 5th Medical Battalion). Στις 28 Φεβρουαρίου 1945 ήταν αποσπασμένος σε έναν Λόχο Τυφεκιοφόρων Πεζοναυτών, ο οποίος είχε εμπλακεί σε άγρια μάχη με τους Ιάπωνες. Κατά την διάρκεια της σφοδρής ανταλλαγής πυρών, εντόπισε έναν πεζοναύτη βαριά τραυματισμένο, ο οποίος κείτονταν μέσα στον κρατήρα μιας οβίδας. Το σώμα του βρισκόταν πεσμένο μερικές δεκάδες μέτρα μακριά, μπροστά από τις γραμμές του Λόχου. Ο Tsalapatas διέσχισε τρέχοντας το ακάλυπτο πεδίο, βαλλόμενος από εχθρικά πυρά πολυβόλων και τυφεκίων. Παρά τις φωνές των υπολοίπων που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν, κατάφερε τελικά να φθάσει στον αβοήθητο τραυματία και να του προσφέρει ιατρική περίθαλψη. Μέσα στον κρατήρα υπήρχε μία στοιχειώδης κάλυψη, όμως σύντομα ένας Ιάπωνας ελεύθερος σκοπευτής που βρισκόταν σε ιδανική θέση βολής, σε υψηλότερο σημείο, τον εντόπισε με την διόπτρα του τυφεκίου του, βάζοντάς τον στα σκοπευτικά του. Την ώρα που ο νοσοκόμος προσπαθούσε να επιδέσει τα τραύματα του πεζοναύτη, ο Γιαπωνέζος πίεσε την σκανδάλη. Ο πυροβολισμός κλόνισε τον Τσαλαπάτα ο οποίος σωριάστηκε, θανάσιμα τραυματισμένος, δίπλα στον άνδρα που βοηθούσε. Την επόμενη ημέρα ξεψύχησε. Ο άδικος θάνατός του εξόργισε τους συναδέλφους του, οι οποίοι λίγο αργότερα επιτέθηκαν με μανία στις εχθρικές θέσεις. Για την αυτοθυσία του και την περιφρόνηση που επέδειξε προς τον κίνδυνο εκείνη την ημέρα, τού απονεμήθηκαν μετά θάνατον το Bronze Star Medal και το Purple Heart. Στο αιτιολογικό παρασημοφόρησης μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι: «Απονέμεται για την γενναία του συμπεριφορά και την τόλμη που επέδειξε μπροστά στον σχεδόν βέβαιο θάνατο. Η πράξη του αυτή, με την ανένδοτη αποφασιστικότητα και την προσήλωση στο καθήκον, ενέπνευσε όλους όσους υπηρετούσαν μαζί του. Το γεγονός ότι έδωσε με γενναιότητα την ζωή του για την πατρίδα, συνάδει πλήρως με τις υψηλότερες παραδόσεις της Υπηρεσίας του Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο Tsalapatas και ο Scondras ήταν δύο, από τους συνολικά 6.281 Αμερικανούς στρατιώτες, οι οποίοι σκοτώθηκαν στην Iwo Jima. Οι σκληρές μάχες που διεξήχθησαν στο νησί διήρκεσαν 36 ημέρες, από τις 19 Φεβρουαρίου έως τις 26 Μαρτίου 1945. Ο Tsapatsaris, ο Tsaffaras, ο Tsigounis και ο Arvanites ήταν μερικοί από τους 17.000 περίπου τραυματίες, αυτής της περιόδου. Αυτή ήταν η μοναδική φορά στον πόλεμο του Ειρηνικού, που οι απώλειες των ΗΠΑ (νεκροί και τραυματίες) ξεπέρασαν αυτές των Ιαπώνων οι οποίοι σκοτώθηκαν σχεδόν όλοι. Από τους περίπου 21.000 Ιάπωνες υπερασπιστές, μόνο 218 είχαν παραδοθεί μέχρι τις 26 Μαρτίου 1945. Οι επιζήσαντες έφταναν περίπου τους 2.500 άνδρες, οι οποίοι όμως παρέμεναν κλεισμένοι στις σήραγγες, συνεχίζοντας να αντιστέκονται. Έτσι λοιπόν κατά τους επόμενους δύο μήνες, οι Αμερικανοί σκότωσαν 1.602 ακόμη Ιάπωνες στρατιώτες και συνέλαβαν άλλους 867. Μετά την λήξη του πολέμου, οι δύο τελευταίοι που παρέμεναν κρυμμένοι στο νησί, παραδόθηκαν τελικά στις 6 Ιανουαρίου 1949.

Ένας ακόμη Ελληνο/Αμερικανός πεζοναύτης ο οποίος υπηρέτησε στην Iwo Jima ήταν και ο Λοχίας Albert G Pantelis, για τον οποίο όμως δεν έχουν βρεθεί περισσότερα στοιχεία.

Ένας ακόμη Ελληνο/Αμερικανός πεζοναύτης ο οποίος πολέμησε στην Iwo Jima ήταν και ο Λοχίας Albert G Pantelis

Ο Υπολοχαγός Scondras θάφτηκε στο Iwo Jima κοντά στη βάση του όρους Suribachi. Ο τάφος του, ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους, ξεχώριζε μόνο από έναν απλό λευκό σταυρό, με τα στοιχεία του. Στις 29 Μαρτίου 1949, η σορός του μεταφέρθηκε πίσω στις ΗΠΑ για να ενταφιαστεί εκ νέου στο τοπικό κοιμητήριο του Lowell (Westlawn Cemetery). Την ίδια ημερομηνία αφίχθη από την Γαλλία και η σορός τού μικρότερου αδελφού του, Pvt David Scondras, ο οποίος είχε σκοτωθεί σε μια μάχη, στην Lorraine, στις 25 Νοεμβρίου 1944. Οι γονείς των δύο αδελφών, ο Peter και η Catherine (Ivos) Scondras, είχαν συνολικά έξι γιους, εκ των οποίων οι τέσσερις υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με αποτέλεσμα οι δύο να σκοτωθούν. Έτσι λοιπόν στις 29 Μαρτίου 1949, τα οστά των δύο αδελφών επέστρεψαν στην πατρίδα και τα μέλη της οικογένειας συγκεντρώθηκαν στο κοιμητήριο του Lowell, για να αποτίσουν τον ύστατο φόρο τιμής, στην μνήμη των δύο ηρώων τους. Ένας πρώτος εξάδελφος των αδελφών Scondras, ο Λοχίας (Ι) Costas Ivos, είχε σκοτωθεί στις 15 Μαρτίου 1945, πάνω από την Γερμανία, πετώντας ως ασυρματιστής σε ένα Β-17G του 447th Bomb Group. Η σορός του είχε επιστρέψει την ίδια ημερομηνία από την Ευρώπη, για να ταφεί στην γενέθλια γη τού Lowell, μαζί με τα ξαδέλφια του. Το φέρετρό του τοποθετήθηκε δίπλα στα άλλα δύο και σκεπάστηκαν όλα με την Αμερικανική σημαία. Στην κατάμεστη Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αγίας Τριάδας όπου τελέστηκε η εξόδιος ακολουθία, ο κόσμος πλημύριζε τον περιβάλλοντα χώρο, συρρέοντας για να τιμήσει τους τρεις πεσόντες, αλλά και τους υπόλοιπους 36 στρατιώτες του Lowell που σκοτώθηκαν στα πεδία των μαχών του Β΄ ΠΠ. Παρόντες στο τιμητικό άγημα των Πεζοναυτών ήταν και οι φίλοι τού «Αρχηγού», ο Λοχίας James Tsaffaras και ο Δεκανέας Peter Tsapatsaris, φορώντας τις στολές τους, με τα παράσημα που έλαβαν για το θάρρος τους και τα τραύματα που υπέστησαν στην Iwo Jima και σε άλλες μάχες. «Για όλους εμάς που τον γνωρίσαμε ο Αρχηγός δεν θα πεθάνει ποτέ», είχε δηλώσει τότε ο Tsapatsaris. «Θα είναι πάντα το πιο λαμπρό αστέρι του Lowell». Στις 14 Φεβρουαρίου 1965, το κτίριο του Lowell High School μετονομάστηκε προς τιμήν του σε “The James Scondras Memorial Gymnasium”. Επίσης κάθε «Ημέρα των Ευχαριστιών», το θεσμοθετημένο τρόπαιο “Scondras MVP” παρουσιάζεται στον αγώνα Αμερικανικού Ποδοσφαίρου μεταξύ των ομάδων του Lowell και του Lawrence. Το 1986, το όνομα τού James Scondras κατοχυρώθηκε στο “Lowell High Hall of Fame”, ενώ το 1990, το όνομά του μπήκε επίσης στο “Holy Cross Varsity Club’s Athletic Hall of Fame”.

Από τους επτά άνδρες, των οποίων τα ονόματα αναφέρθηκαν σε αυτό το άρθρο, κανείς δεν βγήκε αλώβητος από την κόλαση της Iwo Jima και αυτό είναι ένα γεγονός το οποίο σίγουρα προκαλεί δέος. Σήμερα όλοι τους έχουν περάσει (πλέον) στο Πάνθεον των Αθανάτων. Ο πολύς κόσμος ίσως να μην γνωρίζει τα ονόματα και τις ιστορίες τους, παρά μόνο οι στενοί συγγενείς και οι φίλοι τους. Παρόλα αυτά, ανάμεσα στους 70.000 Αμερικανούς στρατιώτες που αποβιβάστηκαν στην Iwo Jima, είναι στατιστικά αδύνατον να μην υπάρχουν και άλλοι Έλληνες. Για αυτό τον λόγο η έρευνα θα συνεχιστεί και στο μέλλον.

Είθε η μνήμη τους να παραμείνει αιώνια!

Αμερικανοί πεζοναύτες του 28ου Συντάγματος, της 5ης Μεραρχίας, ζητωκραυγάζουν κραδαίνοντας τα όπλα τους, έχοντας μόλις υψώσει την Αμερικανική σημαία, στην κορυφή του όρους Suribachi. SOURCE: Photograph by Joe Rosenthal, AP

ΠΗΓΕΣ:


Discover more from Θεματα Στρατιωτικης Ιστοριας

Subscribe to get the latest posts to your email.

Μια σκέψη σχετικά μέ το “ΑΠΟΒΑΣΗ ΣΤΗΝ IWO JIMA – ΤΡΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΧΑΡΑΚΩΜΑ

  1. Παράθεμα: ΑΠΟΒΑΣΗ ΣΤΗΝ IWO JIMA – ΤΡΕΙΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΧΑΡΑΚΩΜΑ – greekalert

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.