Οι αεραποβατικές επιχειρήσεις στο Αιγαίο, Οκτωβριος-Νοέμβριος 1943


Του Α­ντγου ε.α. Γε­ωρ­γί­ου Α­ρα­μπατζή

Η συν­θή­κη α­να­κω­χής που υ­πο­γρά­φη­κε στις 3 Σε­πτεμ­βρί­ου 1943 με­τα­ξύ των Συμ­μά­χων και της Ι­τα­λί­ας, προ­έ­βλε­πε, με­τα­ξύ των άλ­λων, την πα­ράδο­ση της Δω­δε­κα­νή­σου στους Συμ­μά­χους. Το γε­γο­νός αυ­τό έ­δι­νε την ευ­και­ρί­α στους Βρε­τα­νούς, που εν­δια­φέ­ρο­νταν για την ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή του Αι­γαί­ου, να ε­ξα­σφα­λί­σουν βά­σεις για ε­νέρ­γειές τους προς Βορ­ρά. Ε­ξί­σου ό­μως ζω­η­ρό ή­ταν το εν­δια­φέ­ρον και των Γερ­μα­νών για την πε­ριο­χή αυ­τή. Έ­τσι, άρ­χι­σε έ­νας α­γώ­νας δρό­μου μετα­ξύ Βρε­τα­νών και Γερ­μα­νών και α­πο­φα­σι­στι­κό ρό­λο, λό­γω τα­χύ­τη­τας ε­πέμ­βασης, έ­παι­ξαν οι δυ­νά­μεις α­λε­ξι­πτω­τι­στών και α­πό τις δυο πλευ­ρές.

 Η ι­τα­λι­κή κατο­χή της Δω­δε­κα­νή­σου α­πα­σχο­λού­σε τους Βρε­τα­νούς α­πό τό­τε που άρ­χι­σε η α­ποστο­λή βο­ή­θειας προς την Ελ­λά­δα, τον Μάρ­τιο του 1943. Η βο­ή­θεια αυ­τή θα ευο­δω­νό­ταν κα­τά τον κα­λύ­τε­ρο τρό­πο, αν οι Βρε­τα­νοί ε­ξα­σφά­λι­ζαν βά­σεις στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή του Αι­γαί­ου και ι­διαί­τε­ρα στα στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας νη­σιά Ρό­δο, Κω και Λέ­ρο.

Η ευ­και­ρί­α για την πραγ­μά­τω­ση αυ­τού του στό­χου δεν άρ­γη­σε να πα­ρου­σια­στεί. Ή­ταν η συν­θή­κη α­να­κω­χής, που υ­πο­γρά­φτη­κε στις 3 Σε­πτεμ­βρί­ου με­τα­ξύ των συμ­μά­χων και της Ιτα­λί­ας, για­τί οι ό­ροι προ­έ­βλε­παν, α­νά­με­σα σε άλ­λα, να πα­ρα­δοθεί στους Συμ­μά­χους η Δω­δε­κά­νη­σος με τις ε­κεί στρα­τιω­τικές βά­σεις και οι Βρε­τα­νοί έ­πρε­πε να ε­νερ­γή­σουν τά­χι­στα. Η Ρό­δος ή­ταν το κλει­δί του δω­δε­κα­νη­σια­κού συ­μπλέγ­μα­τος, α­πό ό­που θα μπορού­σε να κα­τα­λη­φθεί ο­ποιο­δή­πο­τε άλ­λο νη­σί προς βορ­ρά για την ο­λο­κλή­ρω­ση του ναυ­τι­κού ε­λέγ­χου του Καρ­πά­θιου πε­λά­γους. Για τον Τσόρ­τσιλ «τα α­ε­ρο­δρό­μια της Ρό­δου α­πο­τε­λού­σαν θαυ­μά­σιες βά­σεις προ­ώ­θη­σης μέ­ρους της βρε­τα­νι­κής α­ερο­πο­ρί­ας για την προ­ά­σπι­ση του Αι­γαί­ου, ο­πό­τε η κυ­ριαρ­χί­α του α­πό α­έ­ρος και θα­λάσ­σης θα ή­ταν υ­πό τον έ­λεγ­χο των Συμ­μά­χων. Ο α­ντί­κτυ­πος θα μπο­ρού­σε να εί­ναι α­πο­φα­σι­στι­κός για την Τουρ­κία, η ο­ποί­α την ε­πο­χή ε­κεί­νη εί­χε συ­γκι­νη­θεί α­πό την ι­τα­λι­κή κα­τάρ­ρευ­ση. Αν μπο­ρού­σα­με», συ­νε­χί­ζει ο Τσόρ­τσιλ, «να εξα­σφα­λί­σου­με το Αι­γαί­ο και τα Δαρ­δα­νέ­λια, θα εί­χα­με ε­ξασφα­λί­σει τη συ­ντο­μό­τε­ρη θα­λάσ­σια ο­δό προς τη Ρω­σί­α»(1). Για τον λό­γο αυ­τό άρ­χι­σαν οι σχε­τι­κές δια­βου­λεύ­σεις με­ταξύ βρε­τα­νι­κής και τουρ­κι­κής κυ­βέρ­νη­σης με θέ­μα την πα­ρο­χή ευ­κο­λιών και α­ε­ρο­πο­ρι­κών βά­σε­ων της τε­λευ­ταί­ας στις συμ­μα­χι­κές δυ­νά­μεις. Η προ­σπά­θεια ό­μως αυ­τή των Βρε­τα­νών, οι ο­ποί­οι δε δί­στα­σαν να θέ­σουν προς δια­πραγ­μά­τευ­ση και τη με­τά τον πό­λε­μο τύ­χη της Δω­δε­κα­νή­σου, εί­χε να α­ντι­με­τω­πί­σει ό­χι μό­νο τις γερ­μα­νι­κές α­πει­λές α­ντι­ποί­νων σε βά­ρος της Τουρ­κί­ας, αλ­λά και την α­με­ρι­κα­νι­κή κα­χυ­πο­ψί­α έ­να­ντι του ζω­η­ρού εν­δια­φέ­ρο­ντος των Βρε­τα­νών για την ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή, κά­τι που προ­σέ­κρουε στις δι­κές τους ε­πι­διώ­ξεις. Οι Α­με­ρικα­νοί πί­στευαν ό­τι το εν­δια­φέ­ρον των Βρε­τα­νών α­πο­σκοπού­σε κυ­ρί­ως στη δια­τή­ρη­ση της πρω­το­κα­θε­δρί­ας τους στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή και αυ­τό δεν ά­ρε­σε στην στρα­τιω­τι­κή και πο­λι­τι­κή η­γε­σί­α τους, η ο­ποί­α ε­πι­δί­ω­κε την με­τα­πο­λε­μι­κή κυ­ριαρ­χί­α των Η.Π.Α. στην πε­τρε­λαιο­φό­ρο ζώ­νη της Μ. Α­να­τολής. Μέ­χρι το τέ­λος Αυ­γού­στου, τη Δω­δε­κά­νησο την κα­τεί­χαν τρεις με­ραρ­χί­ες, μια γερ­μα­νι­κή και δύ­ο ι­τα­λι­κές, ε­νώ την Κρή­τη μί­α γερ­μα­νι­κή και μί­α ι­τα­λι­κή. Στην ευ­ρύ­τε­ρη, δη­λα­δή, πε­ριο­χή του Αι­γαί­ου υ­πήρ­χαν δύ­ο γερμα­νι­κές και τρεις ι­τα­λι­κές με­ραρ­χί­ες.

Η έ­ναρ­ξη ε­πο­μέ­νως ε­πι­θε­τι­κών ε­πι­χει­ρή­σε­ων στο Αι­γαί­ο προ­ϋ­πέ­θε­τε ε­παρ­κείς δυ­νά­μεις και μέ­σα. Οι α­παι­τή­σεις αυ­τές προ­σέ­κρουαν στην α­προ­θυ­μί­α των Α­με­ρι­κα­νών να συ­νη­γο­ρή­σουν στην ικα­νο­ποί­η­σή τους, με το ε­πι­χεί­ρη­μα ό­τι δεν έ­πρε­πε να δια­σκορ­πι­στούν οι συμμα­χι­κές δυ­νά­μεις εν ό­ψει της ε­πι­χεί­ρη­σης «Overlord», αλ­λά και αυ­τής, που βρι­σκό­ταν σε εξέ­λι­ξη στην Ι­τα­λί­α.

Ό­ταν λοι­πόν ο Τσόρ­τσιλ στις 9 Σε­πτεμ­βρί­ου έ­στει­λε μή­νυμα στο στρα­τη­γό Ου­ίλ­σον, α­νώ­τα­το τώ­ρα διοι­κη­τή των βρε­τανι­κών χερ­σαί­ων δυ­νά­με­ων στη Μ. Α­να­το­λή, για ά­με­ση α­νά­ληψη ε­πι­θε­τι­κών πρω­το­βου­λιών στην πε­ριο­χή του Αι­γαί­ου, ο Ου­ίλ­σον πε­ρι­ήλ­θε σε δυ­σχε­ρή θέ­ση. Ε­κεί­νο που μπο­ρού­σε να κά­νει ή­ταν να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει τμή­μα­τα της μό­νης δια­θέ­σιμης 234 τα­ξιαρ­χί­ας, που α­πο­τε­λού­σε μέ­ρος της φρου­ράς στη Μάλ­τα, και τα ει­δι­κά τμή­μα­τα SΒS (Special Boat Squadron: Ει­δική Μοί­ρα Σκα­φών) και LRDG (Long Range Desert Group: Τμή­μα Ε­ρή­μου Μα­κράς Α­κτί­νας) εκπαι­δευ­μέ­να κα­τάλ­λη­λα για α­γώ­να στο Αι­γαί­ο. Μ’ αυ­τές τις δυ­νά­μεις και με­τα­ξύ 13ης και 17ης Σε­πτεμ­βρί­ου κα­τέ­λα­βε τα νη­σιά Κω, Λέρο, Σά­μο, Λει­ψό, Πά­τμο, Φούρ­νους, Ι­κα­ρί­α και Κα­στε­λό­ρι­ζο. Για την κα­τά­λη­ψη ό­μως της Ρό­δου, την ο­ποί­α φρου­ρού­σαν ισχυ­ρές ι­τα­λι­κές και γερ­μα­νι­κές δυ­νά­μεις, χρεια­ζό­ταν του­λά­χι­στον μια με­ραρ­χί­α με τα α­νά­λο­γα πλω­τά μέ­σα για τη με­τα­φο­ρά της. Όμως μια τέ­τοια δύ­να­μη δεν ή­ταν δια­θέ­σι­μη ε­κεί­νες τις η­μέ­ρες. Ο Ου­ίλ­σον, ε­πει­δή α­ντι­λαμ­βα­νό­ταν ό­τι χω­ρίς αυ­τό το νη­σί, που εί­χε τό­ση με­γά­λη στρα­τη­γι­κή ση­μα­σί­α, και η θέ­ση των άλ­λων νησιών της πε­ριο­χής ή­ταν ε­πι­σφα­λής, προ­σπά­θη­σε να εν­θαρ­ρύ­νει τον Ι­τα­λό ναύ­αρχο Γκα­μπιό­νι (Gampioni), διοι­κητή του νη­σιού και της το­πι­κής ι­τα­λι­κής με­ραρ­χί­ας, που εί­χε δύ­να­μη 35.000 ά­ντρες, να ε­ξου­δε­τε­ρώ­σει της ε­κεί γερ­μα­νι­κές δυ­νά­μεις μέ­χρι την ά­φι­ξη βρε­τα­νι­κών μο­νά­δων. Το ί­διο λοιπόν βρά­δυ έ­στει­λε μια τρι­με­λή ο­μά­δα Βρε­τα­νών με ε­πι­κεφα­λής τον ταγ­μα­τάρ­χη Τζέ­λι­κο (Jellicoe), διοι­κη­τή του SBS και μέ­λη τον ταγ­μα­τάρ­χη-διερ­μη­νέ­α Ντόλ­μπε­ϋ (Dolbey) και έ­ναν α­συρ­μα­τι­στή, η ο­ποί­α έ­πε­σε με α­λε­ξί­πτω­το στη Ρό­δο, για να πα­ρα­δώ­σει στον ναύ­αρ­χο ι­διό­χει­ρη ε­πι­στο­λή του Βρε­τα­νού στρα­τη­γού για το θέ­μα. Το «Χά­λι­φαξ», που με­τέ­φε­ρε τους Βρε­τα­νούς α­λε­ξι­πτω­τι­στές, πε­τώ­ντας πά­νω α­πό το νησί δέ­χθη­κε πυ­κνά πυ­ρά, αλ­λά μπό­ρε­σε να τους ρί­ξει και να α­πο­χω­ρή­σει. Οι ι­σχυ­ροί ό­μως ά­νε­μοι, που ε­πι­κρα­τού­σαν στην πε­ριο­χή, τους πα­ρέ­συ­ραν και τους προ­σγεί­ω­σαν σε δια­φο­ρε­τι­κά ση­μεί­α και μα­κριά το έναν α­πό τον άλ­λο. Ο Τζέ­λι­κο με­τά α­πό ώ­ρα μπό­ρε­σε και βρή­κε τον α­συρ­μα­τι­στή, αλ­λά σε λί­γο οι δύ­ο ά­ντρες θα πε­ρι­κυ­κλώ­νο­νταν α­πό Ι­τα­λούς στρα­τιώ­τες και θα ο­δη­γού­νταν με φι­λι­κό, ευ­τυ­χώς για αυ­τούς, τρό­πο στο αρ­χη­γεί­ο του ναυάρ­χου Γκα­μπιό­νι. Εκεί έκ­πληκτοι αλ­λά και χα­ρού­με­νοι εί­δαν και το τρί­το μέ­λος της ο­μά­δας τους, ταγ­ματάρ­χη Ντόλ­μπε­ϋ, με σπα­σμέ­νο πό­δι· το εί­χε σπά­σει κα­τά την προ­σγεί­ωσή του με το α­λε­ξί­πτω­το.

Ο Γκα­μπιό­νι δέ­χθη­κε κα­ταρ­χάς να συ­νερ­γα­σθεί με τους Συμμά­χους, αλ­λά το αί­τη­μα των Βρε­τα­νών να ε­ξου­δε­τε­ρώ­σει τα το­πι­κά γερ­μα­νι­κά τμή­μα­τα πα­ρέ­μει­νε α­νι­κα­νο­ποί­η­το. Οι Ι­τα­λοί δεν μπό­ρε­σαν να ε­πι­βλη­θούν στους ο­λι­γά­ριθ­μους μέ­χρι τότε συμ­μά­χους τους Γερ­μα­νούς και, με­τά α­πό έ­ναν ε­λα­φρό α­ε­ρο­πο­ρι­κό βομ­βαρ­δι­σμό α­πό τη Λου­φτβά­φε, υ­πο­τά­χθη­καν στη δύ­να­μη των τελευ­ταί­ων. Η κα­τά­λη­ψη του νη­σιού ο­λο­κλη­ρώ­θη­κε με την ε­πέμ­βα­ση της γερ­μα­νι­κής με­ραρ­χί­ας ε­φό­δου «Ρό­δος», που υ­πο­στη­ρί­χτη­κε με το­πι­κά άρ­μα­τα μά­χης και μα­χη­τι­κά α­ε­ρο­σκά­φη κά­θε­της ε­φόρμη­σης, τα «Στού­κας».

Με την πτώ­ση της Ρό­δου και με την Κρή­τη και Κάρ­πα­θο υ­πό γερ­μα­νι­κό έ­λεγ­χο, ό­χι μό­νο α­πα­γο­ρευό­ταν η εί­σο­δος των βρε­τανι­κών πο­λε­μι­κών πλοί­ων στο Αι­γαί­ο, αλ­λά χά­νο­νταν και οι πο­λύ­τι­μες α­ε­ρο­πο­ρι­κές βά­σεις των Μα­ρι­τσών και της Κάλα­θου, α­πό τις ο­ποί­ες θα μπο­ρού­σαν να ε­ξορ­μούν τα μα­χη­τι­κά α­ε­ρο­σκά­φη των Βρε­τα­νών, για να υ­πο­στη­ρί­ζουν τις ε­πι­χει­ρή­σεις τους στην πε­ριο­χή του Αι­γαί­ου και κυ­ρί­ως για να δια­σφα­λί­ζουν τα νη­σιά Κω, Λέ­ρο και Σά­μο, που εί­χαν στρατη­γι­κή ση­μα­σί­α. Τώ­ρα μό­νο οι πρό­χει­ροι διά­δρο­μοι στην Κω ή­ταν δια­θέ­σι­μοι, ε­νώ για ε­πι­πρό­σθε­τη ε­νί­σχυ­ση προ­σφέρο­νταν τα α­ε­ρο­δρό­μια της Κύ­πρου, α­πό ό­που μπο­ρού­σαν να ε­ξορ­μή­σουν μό­νο τα δι­κι­νη­τή­ρια «Μπω­φά­ι­τερ» (B-Fighter) που διέ­θε­ταν τη σχε­τι­κή εμ­βέ­λεια δράσης.

Η α­ε­ρο­πο­ρι­κή ό­μως υ­πο­στή­ριξη των νη­σιών αυ­τών προ­ϋ­πέ­θε­τε ύ­παρ­ξη χερ­σαί­ων δυ­νά­με­ων και στον α­γώ­να δρό­μου, που εί­χε αρ­χί­σει με­τα­ξύ Βρε­τα­νών και Γερ­μα­νών με­τά τη συν­θη­κο­λό­γη­ση της Ι­τα­λίας για την κα­τά­λη­ψή τους, α­πο­φα­σι­στι­κό ρό­λο, λό­γω τα­χύ­τη­τας ε­πέμ­βα­σης, θα έ­παι­ζαν και πά­λι οι δυ­νά­μεις α­λε­ξιπτω­τι­στών.

Η Κως, που μπο­ρού­σε να χρη­σι­μεύσει ως ε­φαλ­τή­ριο για την κα­τά­λη­ψη της Ρό­δου, ή­ταν η πρώτη, που ε­πέ­λε­ξαν οι Βρε­τα­νοί, για να ε­νι­σχυ­θεί η δύ­να­μή της και να φθά­σει στους 1.100 ά­ντρες(1). Τη νύ­χτα 14/15 Σε­πτεμ­βρί­ου, 120 ά­ντρες του 1ου λό­χου του 11ου τάγ­μα­τος α­λε­ξι­πτω­τι­στών της 4ης τα­ξιαρ­χί­ας πέ­τα­ξαν με έ­ξι 0-47 και, με εν­διά­με­σο σταθ­μό τη Λευ­κω­σί­α, έ­πε­σαν στη ζώνη ρί­ψε­ων λί­γο έ­ξω α­πό την πό­λη της Κω, η ο­ποί­α εί­χε ορ­γα­νω­θεί α­πό τους ά­ντρες του Τζέ­λι­κο, που εί­χαν φθά­σει στο νη­σί α­πό τις 10 του ί­διου μή­να. Η ρί­ψη έ­γι­νε χω­ρίς α­πρό­ο­πτα και οι Βρε­τα­νοί α­λε­ξι­πτω­τι­στές, με­τά την εν­θου­σιώ­δη υ­πο­δο­χή που έ­τυχαν α­πό την ι­τα­λι­κή φρου­ρά, α­σχο­λή­θη­καν με την ε­ξα­σφά­λιση και δια­τή­ρη­ση του νη­σιού μέ­χρι την ά­φι­ξη και άλ­λων ενι­σχύ­σε­ων, που άρ­χι­σαν να φθά­νουν α­πό τις 17 Σε­πτεμ­βρί­ου με πρώ­το το 1ο τάγ­μα της 234 τα­ξιαρχί­ας και ο­χτώ μα­χη­τι­κά α­ε­ρο­σκά­φη Σπιτ­φά­ιρ. Στις 25 Σε­πτεμ­βρί­ου ο λό­χος των Βρε­τα­νών α­λε­ξι­πτω­τι­στών α­πο­σύρ­θη­κε στη βά­ση του στη Βό­ρεια Α­φρι­κή, για να εν­σω­μα­τω­θεί στη μο­νά­δα του, η ο­ποί­α ή­ταν τώ­ρα προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νη να ρι­φθεί στη Λέ­ρο. Η α­ε­ρα­πο­βα­τι­κή ό­μως αυ­τή ε­πι­χεί­ρη­ση μα­ταιώ­θη­κε και έ­τσι το νη­σί στε­ρή­θηκε α­πό έ­να α­ξιό­μα­χο τμή­μα, που τό­σο εί­χε α­νά­γκη.

Οι Γερ­μα­νοί εί­χαν ή­δη αρ­χί­σει να α­ντι­δρούν στις ε­νέρ­γειες των Βρε­τα­νών και μέ­χρι τις 18 Σε­πτεμ­βρί­ου 1943 εί­χαν ο­λοκλη­ρώ­σει την κα­τά­λη­ψη της νη­σιω­τι­κής γραμ­μής Κρή­τη-Κάσος-Κάρ­πα­θος-Ρό­δος. Στις 24 του ί­διου μή­να σε μια σύ­σκε­ψη στο στρα­τη­γεί­ο του Χί­τλερ οι εκ­πρό­σω­ποι του στρα­τού και του ναυ­τι­κού, ε­πει­δή φο­βού­νταν και για άλ­λες συμ­μα­χι­κές α­πο­βά­σεις, πρό­τει­ναν την εκ­κέ­νω­ση των νη­σιών του Αι­γαί­ου και της Κρή­της, ε­φό­σον το ε­πέ­τρε­παν α­κό­μη οι συν­θήκες, το­νί­ζο­ντας ό­τι εί­ναι α­νώ­φε­λο να α­πα­σχο­λούν δυ­νά­μεις στην πε­ριο­χή, όπου εί­χε με­τα­βλη­θεί η κα­τά­στα­ση σε βά­ρος τους και τη στιγμή που αυ­τές εί­ναι α­να­γκαί­ες κά­που αλ­λού. Ο Χί­τλερ αρ­νή­θη­κε. «Η στά­σις των Συμ­μά­χων μας εις τα νο­τιο­α­να­το­λι­κά ό­πως και της Τουρ­κί­ας», εί­πε, «ρυθ­μί­ζε­ται απο­κλει­στι­κώς και μό­νο α­πό την πε­ποί­θη­σίν των εις τας δυ­νά­μεις μας. Ε­γκα­τά­λει­ψις των νη­σιών θα ε­δη­μιούρ­γει λί­αν δυ­σμε­νή ε­ντύ­πω­σιν»(1). Με άλ­λα λό­για, ο Χί­τλερ εκτι­μού­σε προ­φα­νώς ό­τι εν­δε­χό­με­νη α­πό­συρ­ση των γερ­μα­νι­κών δυ­νά­με­ων α­πό τα νη­σιά αυ­τά θα προ­κα­λού­σε την εί­σο­δο της Τουρ­κί­ας στον πό­λε­μο στο πλευ­ρό των Συμ­μά­χων και αυ­τό θα ε­πι­δρού­σε αρ­νη­τι­κά στη Βουλ­γα­ρί­α και τη Ρου­μα­νί­α, που ήταν σύμ­μα­χοι της Γερ­μα­νί­ας. Έ­τσι, α­πο­φά­σι­σε την ο­λο­κλή­ρω­ση κα­το­χής των νη­σιών, πα­ρά το στρα­τιω­τι­κό μειο­νέ­κτη­μα που δη­μιουρ­γούνταν α­πό τη δια­σπο­ρά των δυ­νά­με­ών του στο δευ­τε­ρεύ­ον αυτό θέ­α­τρο ε­πι­χει­ρή­σε­ων. Στο με­τα­ξύ, εί­χαν αρ­χί­σει οι ε­να­έ­ριες και θα­λάσ­σιες με­τα­φο­ρές βρε­τα­νι­κών δυ­νά­με­ων και μέ­χρι το τέ­λος Σε­πτεμ­βρί­ου, ε­κτός α­πό τη Κω, εί­χαν ε­νι­σχυ­θεί η Λέ­ρος με το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος του 2ου τάγ­ματος της 234 τα­ξιαρ­χί­ας, και η Σά­μος με το 3ο της τάγ­μα.

Η πρώ­τη α­ντί­δρα­ση των Γερ­μα­νών ή­ταν η ά­με­ση συ­γκρό­τη­ση ε­νός α­πο­βα­τι­κού τα­κτι­κού συ­γκρο­τή­μα­τος με βά­ση την 22η με­ραρ­χί­α του Μύλ­λερ (Μϋ­Ι­Ιer) στη Κρή­τη και με α­πο­στο­λή την κατά­λη­ψη της Δω­δε­κα­νή­σου και του Α­να­το­λι­κού Αι­γαί­ου με προ­τε­ραιό­τη­τα τα νη­σιά Κω, Λέ­ρο και Σά­μο. Ταυ­τό­χρο­να, η Λουφτβά­φε άρ­χι­σε να συ­γκε­ντρώ­νει στα α­ε­ρο­δρό­μια Δω­δε­κανή­σου, Κρή­της και Νό­τιας Ελ­λά­δας, που τα εί­χαν υ­πό τον έ­λεγ­χό τους οι Γερ­μα­νοί, με­γά­λο α­ριθ­μό κα­τα­διω­κτι­κών και βομ­βαρ­δι­στι­κών α­ε­ρο­σκα­φών, που μέ­χρι τις αρ­χές Νο­εμ­βρί­ου έ­φθα­ναν στα 357. Ή­ταν η πρώ­τη φο­ρά με­τά το 1941, που οι Γερ­μα­νοί διέ­θε­ταν στη Με­σόγειο α­πό­λυ­τη α­ε­ρο­πο­ρι­κή υ­πε­ρο­χή έ­να­ντι των Συμ­μά­χων. Και ε­νώ η γερ­μα­νι­κή ι­σχύς στον α­έ­ρα ή­ταν α­δια­φι­λο­νί­κη­τη, δεν συ­νέ­βαι­νε το ί­διο και στη θά­λασ­σα, ό­που οι Βρε­τα­νοί δια­τη­ρού­σαν τη ναυ­τι­κή κυ­ριαρ­χί­α. Ή­ταν ε­πό­με­νο λοι­πόν οι Γερ­μα­νοί να εκ­με­ταλ­λευ­τούν το α­ε­ρο­πο­ρι­κό τους πλε­ο­νέκτη­μα και να ε­πέμ­βουν χρη­σι­μο­ποιώ­ντας ως δύ­να­μη τα­χεί­ας ε­πέμ­βα­σης τους α­λε­ξι­πτω­τι­στές τους. Έ­τσι, τη νύ­χτα 2/3 Ο­κτω­βρί­ου έ­πε­φτε ο 15ος λό­χος της με­ραρ­χί­ας «Μπρά­ντεν­μπούρ­γκερ» (Βrandenburger) των γερ­μα­νι­κών ει­δι­κών δυ­νά­με­ων στο α­ε­ρο­δρό­μιο της Α­ντι­μά­χειας, στην Κω, το ο­ποί­ο φρου­ρού­νταν α­πό έ­να βρε­τα­νι­κό λό­χο. Η ρί­ψη ή­ταν ε­πι­τυ­χής και οι Γερ­μα­νοί α­λεξι­πτω­τι­στές α­νέ­λα­βαν δρά­ση γρή­γο­ρα, ε­ξου­δε­τε­ρώ­νο­ντας τη φρου­ρά του α­ε­ρο­δρο­μί­ου και α­πο­μο­νώ­νο­ντας το υ­πό­λοι­πο του βρε­τα­νι­κού τάγ­μα­τος στο βό­ρειο τμή­μα του νη­σιού. Στις 05:00ω της 3ης Ο­κτω­βρί­ου το α­πο­βα­τι­κό συ­γκρό­τη­μα του Μύλ­λερ, δια­φεύ­γο­ντας τα συμ­μα­χι­κά α­ντιτορ­πι­λι­κά, πραγ­μα­το­ποί­η­σε α­πό­βα­ση στην Κω και σε συ­νερ­γα­σί­α με τους Γερ­μα­νούς α­λε­ξι­πτω­τι­στές μέ­σα σε 24 ώ­ρες κα­τέ­λα­βε το νη­σί, ό­που συνέ­λα­βε αιχ­μά­λω­τους γύ­ρω στους 1.500 Βρε­τα­νούς και 3.000 Ι­τα­λούς.

Στις 7 Ο­κτω­βρί­ου τμή­μα­τα της με­ραρ­χί­ας ε­φό­δου «Ρό­δος» κα­τέ­λα­βαν την Κά­λυ­μνο και την ε­πό­με­νη η­μέ­ρα τη Νί­συ­ρο, τη Λε­βί­δα και τη Σύμη. Στις 22 Ο­κτω­βρί­ου ήλ­θε η σει­ρά της Α­στυ­πά­λαιας. O 15ος λό­χος α­λε­ξι­πτω­τι­στών «Μπρά­ντεν­μπούργκερ», που α­πο­γειώ­θη­κε α­πό α­ε­ρο­δρό­μιο των Α­θη­νών, έ­πεσε στο κέ­ντρο του νη­σιού γύ­ρω στις 09:15ω(2), για να συ­νε­νω­θεί με έ­ναν α­κό­μη λό­χο κα­τα­δρο­μών της «Μπρά­ντεν­μπούρ­γκερ», ο ο­ποίος εί­χε κα­τα­φθά­σει με υ­δρο­πλά­να, και κα­τέ­λα­βαν α­πό κοινού το νη­σί. Με την α­πώ­λεια των νη­σιών αυ­τών, και κυ­ρί­ως της Κω, πε­ρι­ήλ­θαν στα χέ­ρια των Γερ­μα­νών και τα α­ε­ρο­δρό­μια στην πε­ριο­χή, που μέ­χρι ε­κεί­νη τη στιγ­μή χρη­σι­μο­ποιού­σαν οι Σύμ­μα­χοι, ο­πό­τε ά­νοι­γε για τους Γερ­μα­νούς ο δρό­μος να κα­τα­λά­βουν και τα υ­πό­λοι­πα νη­σιά προς το βορ­ρά.

Το άλ­μα του Ιε­ρού Λό­χου στη Σά­μο

Οι Βρε­τα­νοί, ε­πει­δή α­ντι­λαμ­βάνο­νταν ποια τύ­χη θα εί­χαν τώ­ρα κυ­ρί­ως τα νη­σιά Λέ­ρου και Σά­μου, που εί­χαν στρα­τη­γι­κή ση­μα­σί­α, ε­πι­τά­χυ­ναν α­κό­μη πιο πο­λύ την προ­σπά­θεια να τα ε­νι­σχύ­σουν και να τα δια­τη­ρή­σουν και έ­βα­λαν στον α­γώ­να και τμή­μα­τα του ελ­λη­νι­κού Ιε­ρού Λό­χου. Τον ελ­λη­νι­κό Ιε­ρό Λό­χο μέ­χρι τό­τε τον κρα­τού­σαν μα­κριά α­πό τα πο­λε­μι­κά δρώ­με­να της πε­ριο­χής. Φαί­νε­ται ό­τι για λό­γους τή­ρη­σης των λε­πτών ι­σορ­ρο­πιών με­τα­ξύ Βρε­τα­νί­ας και Ι­τα­λί­ας και ε­ξευ­με­νι­σμού της Τουρ­κί­ας, η ο­ποί­α εί­χε βλέ­ψεις στα νη­σιά του Αι­γαί­ου, η Βρε­τα­νί­α δεν ή­θε­λε να προ­ε­ξο­φλή­σει την πα­ρα­χώ­ρη­ση της Δω­δε­κα­νή­σου στην Ελ­λά­δα με­τά τον πό­λε­μο.

Η συ­γκρό­τη­ση και η πο­λε­μι­κή δρά­ση του Ιε­ρού Λό­χου στη Βό­ρεια Α­φρι­κή ε­ξι­στο­ρεί­ται κα­τά λε­πτο­με­ρεια­κό και αυ­θε­ντικό τρό­πο στο βι­βλί­ο «Ιε­ρός Λό­χος 1942-45» του α­εί­μνη­στου α­ντι­στρά­τη­γου Ιω­άν­νη Μα­νέ­τα και βέ­βαια δεν εί­ναι του πα­ρό­ντος η πα­ρου­σί­α­σή τους. Για την σύν­δε­ση ό­μως του α­να­γνώ­στη με τις πο­λε­μικές ε­πι­χει­ρή­σεις της συ­γκε­κρι­μέ­νης πε­ριό­δου στην πε­ριο­χή του Αι­γαί­ου, κρί­νε­ται σκό­πι­μο να α­να­φερ­θεί ό­τι με­τά την πο­λε­μι­κή δρά­ση του στην Τρι­πο­λί­τι­δα και στην Τυ­νη­σί­α, που ολο­κλη­ρώ­θη­κε μέ­χρι τα μέ­σα Α­πρι­λί­ου του 1943, ο Ιε­ρός Λό­χος πή­ρε δια­τα­γή στις 17 του ί­διου μή­να να ε­πι­στρέ­ψει στην Αίγυ­πτο, ε­κεί α­πό ό­που εί­χε ξε­κι­νή­σει, και α­πό τον ε­πό­με­νο μή­να ε­ντά­χθη­κε στις βρε­τα­νι­κές δυ­νά­μεις κα­τα­δρο­μών υ­πό τον τα­ξί­αρ­χο Τέρ­νμπουλ (Turnbull). Για να κα­τα­στεί ό­μως ικα­νός ο λό­χος για ε­κτέ­λε­ση κα­τα­δρο­μι­κών ε­πι­χει­ρή­σε­ων στο Αι­γαί­ο, έ­πρε­πε να α­να­διορ­γα­νω­θεί και να υ­πο­στεί συ­μπλη­ρωμα­τι­κή ει­δι­κή εκ­παί­δευ­ση. Έ­τσι, με­τά την έ­ντα­ξή του στις βρε­τα­νι­κές δυ­νά­μεις κα­τα­δρο­μών άρ­χι­σε με ε­ντα­τι­κό ρυθ­μό την εκ­παίδευ­ση του α­να­νε­ω­θέ­ντος σε με­γά­λο πο­σο­στό προ­σω­πι­κού του, που α­ριθ­μού­σε τώ­ρα 345 ά­ντρες. Για την ε­πι­χει­ρη­σια­κή του ε­τοι­μό­τη­τα και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα ορ­γά­νω­σε τη δύνα­μή του σε ο­μά­δα διοί­κη­σης, έ­να τμή­μα βά­σης και τρεις λόχους κρού­σης. Με το σχή­μα αυ­τό ο­λο­κλή­ρω­σε την εκ­παί­δευ­ση σε ε­ξει­δι­κευ­μέ­να α­ντι­κεί­με­να, ό­πως εί­ναι ο ο­ρει­νός α­γώ­νας, τα πλω­τά μέ­σα, οι κα­τα­στρο­φές, οι δο­λιο­φθο­ρές, κ.λπ. και στο τέ­λος υ­πέ­στη και τη βα­σι­κή εκ­παί­δευ­ση α­λε­ξι­πτω­τι­στή.

Α­πό τις 18 Ο­κτω­βρί­ου 1943 και με­τά την ο­λο­κλή­ρω­ση του κύ­κλου εκ­παί­δευ­σής του, ο Ιε­ρός Λό­χος βρι­σκό­ταν συ­γκε­ντρω­μέ­νος στο στρα­τό­πε­δο Ας-Ζι­μπ της Αι­γύ­πτου, έ­τοι­μος να α­να­χω­ρή­σει για ε­κτέ­λε­ση α­πο­στο­λής σε 24 ώ­ρες. Οι δια­τα­γές ό­μως που έ­φθα­ναν μέ­χρι τις 27 Ο­κτω­βρί­ου, ή­ταν γε­νι­κές και α­ό­ρι­στες, γε­γο­νός που υ­πο­χρέ­ω­σε το διοι­κη­τή του λό­χου συ­νταγ­μα­τάρ­χη Χρι­στό­δου­λο Τσι­γά­ντε να μετα­βεί στο Κά­ι­ρο και να ζη­τή­σει διευ­κρι­νή­σεις α­πό τους αρ­μό­διους φο­ρείς.

Το θέ­μα της συμ­με­το­χής ελ­λη­νικών δυ­νά­με­ων στις ε­πι­χει­ρή­σεις του Αι­γαί­ου α­πα­σχο­λούσε α­πό και­ρό τους Βρε­τα­νούς, οι ο­ποί­οι ευ­ρι­σκό­με­νοι σε δια­πραγ­μα­τεύ­σεις με την Τουρ­κί­α για πα­ρο­χή διευ­κο­λύν­σε­ων, ή­ταν προ­σε­κτι­κοί στις κι­νή­σεις τους. Ό­ταν ό­μως δια­πί­στω­σαν τη δυ­σα­ρέ­σκεια των Ελ­λή­νων κα­τοί­κων των νη­σιών, των ο­ποί­ων εί­χαν α­νά­γκη τη συ­μπα­ρά­στα­ση, για την α­που­σί­α ελ­λη­νι­κών μο­νά­δων, άρ­χι­σαν να α­να­θε­ω­ρούν τις α­πό­ψεις τους. Α­ποτέ­λε­σμα αυ­τής της α­να­θε­ώ­ρη­σης της βρε­τα­νι­κής πο­λι­τι­κής ή­ταν να φτά­σει στις 12 Σε­πτεμ­βρί­ου 1943 στη Λέ­ρο με πλοί­α η πρώ­τη ο­μάδα του Ιε­ρού Λό­χου με ε­πι­κε­φα­λής τον υ­πο­λο­χα­γό Εμ. Ζα­χαρά­κη και μέ­λη τους αν­θυ­πο­λο­χα­γούς Ι. Μπί­σια και Αθ. Δη­μητριά­δη, τον ε­νω­μο­τάρ­χη Δ. Μί­χο, τον λο­χί­α Θ. Α­δάμ και τον στρα­τιώ­τη Ν. Μουρ­μού­ρη.

«Καθ’ ο­δόν», γρά­φει ο α­ντι­στρά­τη­γος Ι. Μα­νέ­τας «οι Ιε­ρολο­χί­ται ε­πλημ­μυ­ρί­ζο­ντο α­πό ε­θνι­κήν υ­πε­ρη­φά­νειαν. Πρώ­τον εις την Λε­με­σόν. Εις την βρε­τα­νο­κρα­του­μέ­νην Κύ­προν, εις την α­πό αιώ­νων υ­πό­δου­λον εις ξέ­νους κα­τα­κτη­τάς ελ­λη­νι­κήν αυ­τήν νή­σον διεπί­στω­σαν με τα ί­δια των τα μά­τια την δύ­να­μιν ε­πι­βιώ­σε­ως του ελ­λη­νι­σμού, που εί­χαν α­κού­σει εις τα θρα­νί­α. Ο εν­θου­σια­σμός, με τον οποί­ο τους υ­πε­δέ­χθη­σαν οι Κύ­πριοι, και το ελ­λη­νι­κό χρώ­μα της νή­σου, τους έ­δω­σαν την ι­κα­νο­ποί­η­σιν ό­τι και αν δεν ε­πι­ζού­σαν του πο­λέ­μου, ε­πά­τη­σαν εις ελ­λη­νι­κά χώ­μα­τα με­τά την δια­φυ­γήν των α­πό την σκλα­βω­μέ­νην Ελ­λά­δα το 1941. Έ­πει­τα εις το Μπου­τρούμ της Τουρ­κί­ας. Ε­κεί εί­χε προ­σα­ρά­ξει α­κρω­τη­ρια­σμέ­νον α­πό ε­χθρι­κήν νάρ­κην το ελ­λη­νι­κόν α­ντι­τορ­πι­λι­κόν «Α­δρί­ας» και ε­θαύμα­σαν νω­πόν α­κό­μη το η­ρω­ι­κόν κα­τόρ­θω­μα του πλη­ρώ­μα­τός του. Ο κυ­βερ­νή­της α­ντι­πλοί­αρ­χος Ι. Τού­μπας, μω­λω­πι­σμέ­νος α­κό­μη α­πό την πρό­σκρου­σιν ε­πί της νάρ­κης, τους ε­δι­η­γή­θη με την σε­μνό­τη­τα που δια­κρί­νει τους πο­λε­μι­στάς, το μο­ναδι­κόν εις τα ναυ­τι­κά χρο­νι­κά κα­τόρ­θω­μά του. Τέ­λος εις την Λέ­ρον. Ε­κεί οι Ιε­ρο­λο­χί­ται ε­δά­κρυ­σαν α­πό ε­θνι­κήν συγκί­νη­σιν. Ό­λα τα σπί­τια της πό­λε­ως και των χω­ρί­ων της νή­σου, ήσαν ση­μαιο­στο­λι­σμέ­να με με­γά­λας κυα­νό­λευ­κους ση­μαί­ας. Η εί­δη­σις της α­φί­ξε­ως των Ιε­ρο­λο­χι­τών διε­δό­θη με α­στρα­πιαί­α τα­χύτη­τα, και ό­λοι οι κά­τοι­κοι ε­ξε­χύ­θη­σαν εις τους δρό­μους δια να τους υ­πο­δε­χθούν και να α­γκα­λιά­σουν τους Έλ­λη­νας α­δελ­φούς των, με δά­κρυα εις τα μά­τια. Η σκη­νή αυ­τή της υ­ποδο­χής ε­ξε­τυ­λί­χθη μέ­σα εις τους κα­πνούς των ε­χθρι­κών α­ερο­πο­ρι­κών βομ­βαρ­δι­σμών. Τό­σον α­κρά­τη­τος ή­το ο πό­θος ε­νώ­σε­ως των Δώ­δε­κα­νη­σί­ων»( 1).

Ο Τσι­γά­ντες στο Κά­ι­ρο με­τά τις πο­λύ­ω­ρες συ­ζη­τή­σεις και δια­βου­λεύ­σεις κα­τόρ­θω­σε να πεί­σει την αρ­μό­δια διοί­κηση δυ­νά­με­ων Αι­γαί­ου να δια­τά­ξει την α­πο­στο­λή του Ιε­ρού Λό­χου στη Σά­μο, η ο­ποί­α μα­ζί με τη Λέ­ρο ή­ταν τώ­ρα οι προ­φα­νείς κύ­ριοι στό­χοι των Γερ­μα­νών. Την ί­δια η­μέ­ρα, 28η Ο­κτω­βρί­ου, εκ­δι­δό­ταν η ε­κτε­λε­στι­κή δια­τα­γή. Ο Ιε­ρός Λό­χος θα με­τα­φε­ρό­ταν α­τμο­πλο­ϊ­κώς και α­ε­ρο­πο­ρι­κώς στη Σά­μο για ε­νί­σχυ­ση της ά­μυ­νας του νη­σιού. Με α­πο­βα­τι­κά πλοί­α 114 Ιε­ρο­λο­χί­τες-μη α­λε­ξι­πτω­τι­στές θα ε­κτε­λού­σαν αμ­φί­βια α­πό­βα­ση και με­τά από δύ­ο η­μέ­ρες 200 συ­νά­δελ­φοί τους α­λε­ξι­πτω­τι­στές με με­ταγω­γι­κά 0-47 θα έ­πε­φταν με α­λε­ξί­πτω­τα. Ή­ταν η πρώ­τη φο­ρά, που ά­ντρες του Ιε­ρού Λό­χου θα έ­φθα­ναν στη ζώ­νη των ε­πι­χει­ρή­σε­ων με α­ε­ρα­πό­βα­ση και μά­λι­στα τη νύ­χτα.

Ε­πι­κε­φα­λής του α­πο­βα­τι­κού συ­γκρο­τή­μα­τος τέ­θη­κε ο διοι­κη­τής του λό­χου και των α­λε­ξι­πτω­τι­στών, ο α­ντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χης Αν­δρέ­ας Καλ­λίν­σκης, ο με­τέ­πει­τα ι­δρυ­τής των θρυ­λι­κών Λ.Ο.Κ. (Λό­χων Ο­ρεινών Κα­τα­δρο­μών). Η νη­ο­πο­μπή με τους 114 Ιε­ρο­λο­χί­τες α­να­χώρη­σε στις 28 Ο­κτω­βρί­ου και ο διοι­κη­τής τους, α­πα­σχο­λη­μέ­νος α­κό­μη στο Κά­ι­ρο με τη διευ­θέ­τη­ση των λε­πτο­με­ρειών της α­πο­στο­λής του, δεν κα­τόρ­θω­σε να α­πε­μπλα­κεί έ­γκαι­ρα α­πό τις γρα­φειο­κρατι­κές δια­δι­κα­σί­ες των τυ­πι­κών Βρε­τα­νών και να εν­σω­μα­τω­θεί με το τμή­μα του, που α­να­χώ­ρη­σε τε­λι­κά στην κα­θο­ρι­σμέ­νη ώ­ρα με τον υ­πο­διοι­κη­τή του λό­χου α­ντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χη Μεσ­σηνό­που­λο Φώ­τιο. Ο Τσι­γά­ντες ό­μως δεν μπο­ρού­σε να δια­νο­ηθεί τον ε­αυ­τό του μα­κριά α­πό αυ­τό το ση­μα­ντι­κό εγ­χεί­ρη­μα για τη μο­νά­δα του, αλ­λά και για ο­λό­κλη­ρο τον ελ­λη­νι­σμό των νη­σιών του Αι­γαί­ου. Χω­ρίς κα­νέ­ναν εν­δοια­σμό πή­ρε α­μέ­σως την α­πό­φα­ση να α­κο­λου­θή­σει τους α­λε­ξι­πτω­τι­στές και να ρι­φθεί μα­ζί τους, πα­ρό­τι δεν εί­χε υ­πο­στεί τη σχε­τι­κή εκπαί­δευ­ση α­λε­ξι­πτω­τι­στή. Μια ε­πί τρο­χά­δην ε­πί­δει­ξη του τρό­που προ­σαρ­μογής του α­λε­ξι­πτώ­του και των κι­νή­σε­ων του σώ­μα­τός του κατά την πτώ­ση και κυ­ρί­ως κα­τά την προ­σγεί­ω­ση ή­ταν αρ­κε­τή, για να ε­πι­βι­βα­σθεί στο α­ε­ρο­σκά­φος με το τμή­μα του Αν­δρέ­α Καλ­λίν­σκη. Ή­ταν μια ε­νέρ­γεια γεν­ναιό­τη­τας και τόλ­μης, που α­νέ­δει­ξε για α­κό­μη μια φο­ρά τις η­γε­τι­κές α­ρε­τές του συ­νταγ­μα­τάρ­χη Τσι­γάντε. Το πα­ρά­δειγ­μά του α­κο­λού­θη­σε και ο α­ντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χης Τρύ­φω­νας Τρια­ντα­φυλ­λά­κος, ε­πι­κε­φα­λής του τμή­μα­τος Ιε­ρολο­χι­τών της δεύ­τε­ρης δια­δρο­μής. Έ­πε­σε και αυ­τός χω­ρίς να υ­πο­στεί τη βα­σική εκ­παί­δευ­ση α­λε­ξι­πτω­τι­στή. Τα δύ­ο αυ­τά πα­ρα­δείγ­μα­τα, α­πό τα ε­λά­χι­στα που έ­χουν συμ­βεί σε πα­γκό­σμια κλί­μα­κα, ε­ξέ­πλη­ξαν τους Βρε­τα­νούς, ε­πι­βε­βαιώ­νο­ντας για α­κό­μη μια φο­ρά τη λα­μπρή πα­ρά­δο­ση του Ιε­ρού Λό­χου. Στο με­τα­ξύ, η νη­ο­πο­μπή των 114 ιε­ρο­λο­χι­τών του α­ντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χη Μεσση­νό­που­λου πλέ­ο­ντας στη θα­λάσ­σια πε­ριο­χή της Ρό­δου δεν μπό­ρε­σε να α­πο­φύγει τις σφο­δρές ε­πι­δρο­μές γερ­μα­νι­κών κα­τα­διω­κτι­κών, που τώ­ρα κυ­ριαρ­χού­σαν στον α­έ­ρα, και υ­πο­χρε­ώ­θη­κε να ε­πι­στρέ­ψει στην Α­λε­ξάν­δρεια, ό­που το τμή­μα ε­πι­βι­βά­σθη­κε σε άλ­λο α­ντι­τορπι­λι­κό και έ­φθα­σε στη Σά­μο τις ε­πό­με­νες μέ­ρες.

Οι 200 Ιε­ρο­λο­χί­τες α­λε­ξι­πτω­τι­στές προ­γραμ­μα­τί­σθη­κε να ρι­φθούν α­νά 100, σε δύ­ο δια­δρο­μές κο­ντά στο Βα­θύ, και μα­ζί με τα το­πι­κά βρε­τα­νι­κά τμή­μα­τα, θα α­να­λάμ­βα­ναν την α­σφά­λεια του νη­σιού συ­νεπι­κου­ρού­με­νοι και α­πό τους Ι­τα­λούς, ε­φό­σον βέ­βαια διαπι­στω­νό­ταν η φι­λι­κή τους διά­θε­ση. Πε­ρί τις 4 μ.μ. της 30ης Ο­κτω­βρί­ου άρ­χι­σε να ε­πι­βι­βά­ζε­ται το πρώ­το κύ­μα των ε­κα­τό Ιε­ρο­λο­χι­τών και μι­σή ώ­ρα αρ­γότε­ρα α­πο­γειω­νό­ταν το ε­πι­κε­φα­λής α­ε­ρο­σκά­φος του Χρ. Τσι­γά­ντε α­πό το στρατιω­τι­κό α­ε­ρο­δρό­μιο του Κα­ΐ­ρου. Σε λί­γο, ό­λα τα α­ε­ρο­σκά­φη του α­ε­ρο­πο­ρι­κού σμή­νους βρί­σκο­νταν στον α­έ­ρα και έ­παιρ­ναν κα­τεύ­θυν­ση προς βορ­ρά για τον τε­λι­κό τους προ­ο­ρισμό, το ι­στο­ρι­κό νη­σί του Πυ­θα­γό­ρα. Ε­κεί, στη Βλα­μα­ρή Αγ. Κυ­ρια­κής(1), 2-3 χι­λιό­με­τρα α­να­το­λι­κά της πρω­τεύ­ου­σας του νη­σιού, τους πε­ρί­με­νε ο Βρε­τα­νός ταγ­μα­τάρ­χης Ντουν­γκ (Dung), που με τη βο­ή­θεια ε­νός ι­ταλι­κού τμή­μα­τος ορ­γά­νω­σε και ε­πι­σή­μα­νε τη ζώ­νη ρί­ψε­ων. Η πτή­ση της ε­να­έ­ριας φά­λαγ­γας δι­ήρ­κε­σε πε­ρί τις 4½ ώ­ρες και έ­γι­νε χω­ρίς α­πρό­ο­πτα. Οι Ι­τα­λοί υ­πο­δέ­χθη­καν τους Έλ­λη­νες α­λε­ξι­πτω­τι­στές ως φίλους και συμ­μά­χους και ο κίν­δυ­νος να χτυ­πη­θούν τα α­ε­ρο­σκά­φη τους εί­χε ε­κλεί­ψει.

Στις 21:55ω εί­χε φθά­σει στη ζώ­νη το πρώ­το α­ε­ρο­σκά­φος και άρχι­σε να ρί­χνει τους α­λε­ξι­πτω­τι­στές του. Tο πα­ρά­δειγ­μά του α­κο­λού­θη­σαν και τα υ­πό­λοι­πα και σε λί­γα λε­πτά εί­χαν «α­δειά­σει» όλα το πο­λύ­τι­μο φορ­τί­ο τους και έ­παιρ­ναν το δρό­μο της ε­πι­στρο­φής για τη βάση τους. Οι Ιε­ρο­λο­χί­τες α­λε­ξι­πτω­τι­στές πέ­φτο­ντας μέ­σα στο σκο­τά­δι διέ­κρι­ναν α­πό ψη­λά τις φω­τιές, που εί­χαν α­νάψει οι ορ­γα­νω­τές της ζώ­νης ρί­ψε­ων και προ­σπα­θού­σαν με κα­τάλ­λη­λους χει­ρι­σμούς στα α­λε­ξί­πτωτά τους να τις πλη­σιά­σουν, αλ­λά οι δυ­να­τοί ά­νε­μοι τους α­πέ­τρε­παν και οι πε­ρισ­σό­τε­ροι δια­σκορ­πί­στη­καν και προ­σγειώ­θη­καν κα­κήν-κα­κώς πά­νω στις δια­χω­ρι­στι­κές και α­νι­σό­πε­δες πε­ζού­λες των α­γρών. Οι ά­ντρες σε πο­σο­στό 12% τραυ­μα­τί­στη­καν ό­χι ό­μως και ο Τσι­γά­ντες, ο ο­ποί­ος, προς με­γά­λη έκ­πλη­ξη των Ιε­ρο­λο­χι­τών, προ­σγειώ­θη­κε ο­μα­λά και ή­ταν έ­τοι­μος καθ’ ό­λα να α­να­λά­βει τη διοί­κη­ση του λό­χου για ε­κτέ­λε­ση της α­πο­στο­λής του.

Την ε­πό­με­νη η­μέ­ρα, 31η Ο­κτω­βρί­ου και την ί­δια πε­ρί­που ώ­ρα, ό­πως και στην πρώ­τη δια­δρο­μή, απο­γειώ­νο­νταν με τα ί­δια α­ε­ρο­σκά­φη οι άλ­λοι ε­κα­τό Ιε­ρο­λο­χίτες με ε­πι­κε­φα­λής τον α­ντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χη Τρύ­φω­να Τρια­ντα­φυλ­λά­κο, για να ρι­φθούν την ί­δια ώ­ρα με τις ί­διες και­ρι­κές συν­θήκες στην ί­δια ζώ­νη ρί­ψε­ων, αλ­λά με ορ­γα­νω­τές τώ­ρα Ιε­ρο­λοχί­τες του πρώ­του κύ­μα­τος. Υ­πήρ­ξαν και ε­δώ μι­κρο­τραυ­μα­τι­σμοί, αλ­λά σε μι­κρό­τε­ρο πο­σο­στό, 7%. Μ αυ­τόν τον τρό­πο ο­λο­κλη­ρώ­θη­κε το ι­στορι­κό αυ­τό άλ­μα του Ιε­ρού Λό­χου και δε θα πραγ­μα­το­ποιούνταν άλ­λο, μέ­χρι την πα­ρού­σα του­λά­χι­στον στιγ­μή, α­πό ελ­λη­νι­κό στρα­τιω­τι­κό τμή­μα.

Με­τά την προ­σγεί­ω­ση και του δεύ­τε­ρου τμή­μα­τος ο Τσι­γάντες συ­γκέ­ντρω­σε τους 200 α­λε­ξι­πτω­τι­στές του και με ι­τα­λικά φορ­τη­γά, που εί­χε ε­πι­στρα­τεύ­σει ο Ντουν­γκ, τους με­τέφε­ρε στο χω­ριό Μυ­τι­λη­νιοί, ό­που και ε­γκα­τέ­στη­σε το σταθμό διοί­κη­σής του. Την ε­πό­με­νη η­μέ­ρα, 1η Νο­εμ­βρί­ου, έ­φθα­σαν στο λι­μά­νι της Σάμου και οι 114 Ιε­ρο­λο­χί­τες του Μεσ­ση­νό­που­λου. Α­πό την 1η έ­ως την 15η Νο­εμ­βρί­ου ο Ιε­ρός Λό­χος α­πο­τέ­λε­σε το βα­σι­κό πυ­ρή­να της ά­μυ­νας του νη­σιού. Έ­να τμή­μα του πα­ρέ­μει­νε στο Καρ­λό­βα­σι, μέ­χρι τις 17 Νο­εμ­βρί­ου για ε­πι­τή­ρη­ση των βο­ρεί­ων α­κτών του.

«Η ά­μυ­να της νή­σου», γρά­φει ο στρα­τη­γός Ι. Μα­νέ­τας «εί­χε κα­λώς με­λε­τη­θή και το έ­δα­φος ά­ρι­στα ορ­γα­νω­θή υ­πό της ιτα­λι­κής με­ραρ­χί­ας «Κού­νε­ο», η ο­ποί­α πε­ριε­λάμ­βα­νε δύ­ο συντάγ­μα­τα πε­ζι­κού, έ­να σύ­νταγ­μα πυ­ρο­βο­λι­κού, τέσ­σε­ρας ελα­φράς α­ντια­ε­ρο­πο­ρι­κάς πυ­ρο­βο­λαρ­χί­ας, δύ­ο τάγ­μα­τα φα­σι­στών και λοι­πούς σχη­μα­τι­σμούς με σύ­νο­λον δυ­νά­με­ως 11.000 αν­δρών. Εις την ά­μυ­ναν ε­να­ντί­ον α­λε­ξι­πτω­τι­στών συμ­με­τεί­χαν και 1.200 α­ντάρ­ται έ­νο­πλοι, οι ο­ποί­οι, πα­ρά τας αρ­χι­κάς α­ντιδρά­σεις των, υ­πή­κουον προ­θύ­μως εις τας δια­τα­γάς των Ιε­ρολο­χι­τών διοι­κη­τών τμη­μά­των. Η δύ­να­μις των Βρε­τα­νών α­νήρχε­το εις 700 άν­δρας, το πλεί­στον των ο­ποί­ων α­νή­κεν εις το τρί­τον τάγ­μα της 234ης τα­ξιαρ­χί­ας του συ­νταγ­μα­τάρ­χου Τάρ­λε­τον»(1). Το με­ση­μέ­ρι της 17ης Νο­εμ­βρί­ου οι κυ­ριό­τε­ρες πόλεις του νη­σιού δέ­χθη­καν ε­πί τε­τρά­ω­ρο σφο­δρό βομ­βαρ­δι­σμό α­πό εχθρι­κά βομ­βαρ­δι­στι­κά α­ε­ρο­σκά­φη, με ι­διαί­τε­ρη έμ­φα­ση το Τη­γά­νι (Πυ­θα­γό­ρειο) και το Βα­θύ. Πε­ρί τις 23:00ω της ί­διας ημέ­ρας μπή­κε στο λι­μά­νι του Βα­θέ­ος μια γερ­μα­νι­κή τορ­πιλά­κα­τος, που κα­λού­σε με τη­λε­βό­α τη φρου­ρά να πα­ρα­δο­θεί για να μην ε­πε­κτα­θούν οι βομ­βαρ­δι­σμοί και στα χω­ριά του νη­σιού. Την ε­πό­με­νη η­μέ­ρα, 18η Νο­εμ­βρί­ου, δό­θη­κε α­πό το στρα­τη­γεί­ο Μ. Α­να­το­λής η δια­τα­γή εκ­κέ­νω­σης του νη­σιού και στις 19 Νο­εμ­βρί­ου ο Ιε­ρός Λό­χος α­να­χώ­ρη­σε με ελ­λη­νι­κά ι­στιο­φό­ρα για την Τουρ­κί­α και α­πό ε­κεί ε­πέστρε­ψε σι­δη­ρο­δρο­μι­κώς στη Μ. Α­να­το­λή.

Η κα­τά­λη­ψη της Λέ­ρου

Οι Γερ­μα­νοί με­τά την κα­τά­λη­ψη της Κω στις 3 Ο­κτω­βρί­ου άρ­χι­σαν να θέ­τουν σε ε­φαρ­μο­γή τα σχέ­δια των ε­πό­με­νων ε­πι­θε­τι­κών τους ε­νερ­γειών και τέ­θηκε σε ά­με­ση προ­τε­ραιό­τη­τα, ό­πως ή­ταν φυ­σι­κό, η κα­τά­λη­ψη της Λέ­ρου, ε­νός άλ­λου νη­σιού της Δω­δεκα­νή­σου με με­γά­λη στρα­τη­γι­κή α­ξί­α. Στις 17 Ο­κτω­βρί­ου το στρα­τη­γεί­ο της Μ. Α­να­το­λής πλη­ρο­φο­ρού­σε τη βρε­τα­νι­κή α­νώτα­τη διοί­κη­ση Αι­γαί­ου για συ­γκέ­ντρω­ση στο λι­μά­νι του Πει­ραιά πολ­λών α­πο­βα­τι­κών σκα­φών με 4.000 Γερ­μα­νούς και με ε­τοι­μό­τη­τα α­πόπλου για ει­σβο­λή στη Λέ­ρο. Μέ­χρι τό­τε εί­χαν προ­η­γη­θεί και άλ­λες α­πο­στο­λές νη­ο­πο­μπών για κα­τά­λη­ψη του νη­σιού, αλλά προ­σέ­κρουαν στα βρε­τα­νι­κά α­ντι­τορ­πι­λι­κά και υ­πο­βρύ­χια και τα σχέ­διά τους α­να­τρέ­πο­νταν. Η τε­λευ­ταί­α ό­μως γερ­μα­νι­κή ναυ­τι­κή αρ­μά­δα στο λι­μά­νι του Πει­ραιά έδει­χνε πως ή­ταν πιο ι­σχυ­ρή και α­πο­φα­σι­σμέ­νη για ό­λα.

Η Λέ­ρος εί­ναι έ­να α­πό τα βο­ρειό­τε­ρα νη­σιά της Δω­δε­κα­νήσου και έ­χει ε­πί­μη­κες και «σπον­δυ­λο­ει­δές» σχή­μα με τρεις «σπον­δύ­λους», που συν­δέ­ο­νται με­τα­ξύ τους με στε­νές εδα­φι­κές λω­ρί­δες και δη­μιουρ­γούν τρεις θαυμά­σιους όρ­μους: του Λακ­κί­ου και της Γούρ­νας στις δυ­τι­κές α­κτές, και των Α­λί­ντων στις α­νατο­λι­κές, οι ο­ποί­οι έ­τσι α­να­δει­κνύ­ουν το νη­σί σε βά­ση σπου­δαί­ας στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας.

Οι τε­λευ­ταί­ες πλη­ρο­φο­ρί­ες των Βρε­τα­νών για ε­πι­κεί­με­νη γερ­μα­νι­κή ε­πί­θε­ση στη Λέ­ρο τους ο­δή­γη­σε σε ε­πι­πρό­σθε­τη ε­νί­σχυ­σή της και μέ­χρι τις 5 Νο­εμ­βρί­ου υ­πήρ­χαν στο νη­σί τρί­α τάγ­μα­τα υ­πό τον τα­ξί­αρχο Τίν­λε­ϋ (Τinley) το κα­θέ­να ε­γκα­τε­στη­μέ­νο α­μυ­ντι­κά σε έ­να α­πό τα δια­μορ­φού­με­να α­πό τους όρ­μους ξε­χω­ρι­στά δια­με­ρί­σμα­τα. Το 4ο τάγ­μα Μπαφ­ς (The Buffs) ε­γκα­τε­στη­μέ­νο στο βό­ρειο δια­μέ­ρι­σμα, το 2ο τάγ­μα Ρό­α­γιαλ Α­ϊ­ρις Φυ­ζί­λιρ­ς (Royal Irish Fusiliers) στο κε­ντρι­κό και το 1ο Κιν­γκς Ο­ουν (King’s Own) στο νό­τιο. Για την ε­νί­σχυ­σή τους το­πο­θε­τή­θη­καν μια πυ­ρο­βο­λαρ­χί­α των 25 λι­βρών και τμή­μα­τα μη­χα­νι­κού, δια­βι­βά­σε­ων και υ­γειο­νομι­κού. Τα τάγ­μα­τα αυ­τά εί­χαν δει­νο­πα­θή­σει στη Μάλ­τα α­ναμέ­νο­ντας νυ­χθη­με­ρόν τη ρί­ψη Γερ­μα­νών ή Ι­τα­λών α­λε­ξι­πτωτι­στών και ή­ταν το πε­πρω­μέ­νο τους να δε­χθούν α­πό τον α­έρα την ει­σβο­λή των Γερ­μα­νών α­λε­ξι­πτω­τι­στών ό­χι στη Μάλ­τα, αλ­λά στη Λέ­ρο, και να ητ­τη­θούν. Η το­πι­κή ι­τα­λι­κή φρου­ρά με δύ­να­μη 5.000 ά­ντρες, ε­πάν­δρω­νε κυ­ρί­ως τα ε­πά­κτια και α­ντια­ε­ρο­πο­ρι­κά της πυρο­βό­λα, ε­νώ τα α­πο­σπά­σμα­τα της SBS και της LRDG, με συ­νο­λι­κή δύ­να­μη 100 ά­ντρες, ή­ταν ε­γκα­τε­στη­μέ­να στο μέ­σον του νη­σιού για α­ντι­με­τώπι­ση εν­δε­χό­με­νης ρί­ψης α­λε­ξι­πτω­τι­στών. Γε­νι­κά η α­μυ­ντική δο­μή της Λέ­ρου πα­ρου­σί­α­ζε πολ­λά κε­νά. Οι θέ­σεις των πυ­ρο­βό­λων ή­ταν α­κάλυ­πτες, η πα­ραλ­λα­γή τους ελ­λι­πής και τα πε­ρισ­σό­τε­ρα πυ­ρο­βό­λα πα­λιά και μι­κρού βε­λη­νε­κούς. Το α­πό­θε­μα των πυ­ρο­μα­χι­κών των α­ντια­ε­ρο­πο­ρι­κών ό­πλων εί­χε μειω­θεί αι­σθη­τά με­τά α­πό τις συ­νε­χείς α­ε­ρο­πο­ρι­κές ε­πι­δρο­μές της Λου­φτβά­φε, οι δε εν­σύρ­μα­τες ε­πι­κοι­νω­νίες υ­πο­λει­τουρ­γού­σαν, ε­πει­δή οι γερ­μα­νι­κοί βομ­βαρ­δι­σμοί εί­χαν α­πο­κό­ψει τις τη­λε­φω­νι­κές γραμ­μές. Πέ­ρα α­πό αυ­τά, και οι σχέ­σεις του Ι­τα­λού διοι­κη­τή του νη­σιού, ναυάρ­χου Μα­σκέρ­πα (Mascherpa), με τον Βρε­τα­νό τα­ξί­αρ­χο Τίν­λε­ϋ δεν ή­ταν οι κα­λύ­τε­ρες και ού­τε υ­πήρ­χε προ­ο­πτι­κή βελ­τί­ω­σής τους, με συ­νέ­πεια ο Ι­τα­λός ναύ­αρ­χος να πα­ρα­μεί­νει στο πε­ρι­θώ­ριο των α­πο­φά­σε­ων και την ευ­θύνη α­σφά­λειας του νη­σιού να α­να­λά­βουν οι Βρε­τα­νοί. Η ε­ξαμε­λής ο­μά­δα Ιε­ρο­λο­χι­τών του υ­πο­λο­χα­γού Εμ. Ζα­χα­ρά­κη φθά­νο­ντας στη Λέ­ρο στις 12 Σε­πτεμ­βρί­ου ε­ντά­χθη­κε στα βρε­τα­νι­κά τμή­μα­τα SBS και LRDG και α­νέ­λα­βε α­μέ­σως δρά­ση. Συγκρό­τη­σε με τους Βρε­τα­νούς κο­μά­ντος ο­λι­γο­με­λείς πε­ριπό­λους, με α­πο­στο­λή να ε­ντο­πί­σουν και να συλ­λά­βουν κα­τα­σκό­πους, που ή­ταν ε­γκα­τε­στη­μέ­νοι στα πο­λυ­πλη­θή ξερο­νή­σια και στα υ­πό­λοι­πα γερ­μανoκρα­τού­με­να νη­σιά της Δω­δε­κανή­σου και έ­δι­ναν έ­γκυ­ρες και α­κρι­βείς πλη­ρο­φο­ρί­ες στη γερ­μα­νι­κή α­ε­ρο­πο­ρί­α για τις κι­νή­σεις του συμ­μα­χι­κού στό­λου, κα­θι­στώ­ντας τον έ­τσι εύ­κο­λη λεί­α στη Λου­φτβά­φε. Το α­πό­γευ­μα της 11ης Νο­εμ­βρί­ου μια από αυ­τές τις πε­ρι­πό­λους, στην ο­ποί­α α­νή­κε και ο υ­πο­λο­χαγός Στέ­φα­νος Κα­ζού­λης, (έ­νας θαυ­μά­σιος Έλ­λη­νας μα­χη­τής, Α­λε­ξαν­δρι­νός στην κα­τα­γω­γή, που υ­πη­ρε­τού­σε στον αγ­γλι­κό στρα­τό), α­να­χώ­ρη­σε α­πό τη Λέ­ρο για την Πά­τμο. Η πε­ρί­πο­λος αυ­τή πλέ­ο­ντας τη νύ­χτα προς το Γκιου­μου­σλούκ (Gumushluk) των τουρ­κι­κών α­κτών α­ντι­λή­φθη­κε σε α­πό­στα­ση ε­νός μι­λί­ου τις σκιές μι­κρών απο­βα­τι­κών πλοί­ων, που έ­πλε­αν προς τη Λέ­ρο. Ή­ταν τα α­πο­βατι­κά σκά­φη με τους 4.000 Γερ­μα­νούς, που ή­ταν συ­γκε­ντρω­μέ­να στο λι­μά­νι του Πει­ραιά α­πό τις 27 Ο­κτω­βρί­ου.

Το σχέ­διο ε­νερ­γεί­ας των Γερ­μανών προ­έ­βλε­πε κα­τά­λη­ψη του νη­σιού σε τέσ­σε­ρις φά­σεις: εξου­δε­τέ­ρω­ση του α­μυ­ντι­κού συ­στή­μα­τος του ε­χθρού με α­ε­ρο­πορι­κούς βομ­βαρ­δι­σμούς, α­πο­βά­σεις κα­τά μή­κος των α­κτών και α­ε­ρα­πο­βά­σεις στο κέ­ντρο του νη­σιού, δη­μιουρ­γί­α αρ­χι­κών προγε­φυ­ρω­μά­των και διεύ­ρυν­σή τους, συ­νέ­νω­ση ό­λων των γερ­μα­νι­κών τμη­μά­των και ε­ξα­πό­λυ­ση ε­πι­θέ­σε­ων προς ό­λες τις κα­τευ­θύν­σεις για ο­λο­κλή­ρω­ση της κα­τά­λη­ψής του.

Η α­πό θα­λάσ­σης ει­σβο­λή θα άρ­χι­ζε στις 03:30ω της 12ης Νο­εμ­βρί­ου α­πό δύ­ο α­πο­βα­τι­κά τα­κτι­κά συγκρο­τή­μα­τα: το δυ­τι­κό, ε­πι­πέ­δου τάγ­μα­τος, στον κόλ­πο της Γούρ­νας και το α­να­το­λι­κό και ι­σχυ­ρό­τε­ρο, ε­πι­πέ­δου συ­ντάγ­μα­τος μεί­ον, στον κόλ­πο Α­λί­ντων και στους ε­κα­τέ­ρω­θεν όρ­μους. Η α­πό α­έ­ρος έ­φο­δος, με ρί­ψη α­λε­ξι­πτω­τι­στών, θα ε­κτο­ξεύ­ο­νταν με το πρώ­το φως της ί­διας η­μέ­ρας στην πε­ριο­χή του υ­ψώ­μα­τος Ρά­χη, με σκο­πό την α­πο­κο­πή του νη­σιού στα δύ­ο και την συ­νέ­νω­ση του α­νατο­λι­κού με το δυ­τι­κό προ­γε­φύ­ρω­μα. Το δυ­τι­κό συ­γκρό­τη­μα του λο­χα­γού Άσ­σοφ (Aschoff), λί­γο πριν χα­ρά­ξει και ε­νώ έ­πλε­ε στα α­νοι­χτά των νο­τιο­δυ­τι­κών ακτών του νη­σιού, δέ­χθη­κε πολ­λα­πλά πλήγ­μα­τα α­πό τις ι­ταλι­κές πυ­ρο­βο­λαρ­χί­ες του υ­ψώ­μα­τος Σκου­μπάρ­δα και α­να­γκά­στη­κε να υ­πο­χω­ρήσει και να ε­πι­στρέ­ψει στην Κά­λυ­μνο. Η πρώ­ι­μη αυ­τή α­πο­τυχί­α έ­θε­σε σε ά­με­σο κίν­δυ­νο το σχέ­διο και έ­τσι α­να­βλή­θη­κε η ρί­ψη των α­λε­ξι­πτω­τι­στών, που εί­χε προ­γραμ­μα­τι­στεί να γί­νει με το πρώ­το φως της η­μέ­ρας. Το α­να­το­λι­κό ό­μως συ­γκρό­τη­μα του ταγ­μα­τάρ­χη φον Ζάλ­ντερ­ν (von Saldern), με­τά την α­πό­βα­σή του στον όρ­μο Κρυ­φού, κα­τόρ­θω­σε να γα­ντζω­θεί στις πλα­γιές του υ­ψώ­μα­τος Κλει­δί, το ο­ποί­ο και κα­τέ­λα­βε με­τά α­πό σκλη­ρή μάχη. Νο­τιό­τε­ρα τα τρί­α α­πο­βα­τι­κά σκά­φη, που με­τέ­φε­ραν τον 1ο λό­χο αμ­φί­βιων κα­τα­δρο­μών «Μπράντεν­μπούρ­γκερ», πλη­σί­α­σαν με τα­χύ­τη­τα τη βρα­χώ­δη α­κτή Ά­σπρη Πού­ντα στις υ­πώ­ρειες του υ­ψώ­μα­τος Πι­τύ­κι και α­ποβί­βα­σαν τους ά­ντρες τους, χω­ρίς να γί­νουν α­ντι­λη­πτά α­πό την το­πι­κή πυ­ρο­βο­λαρ­χί­α. Οι αμ­φί­βιοι κα­τα­δρο­μείς εκ­μεταλ­λευό­με­νοι το α­πυ­ρό­βλη­το των νε­κρών γω­νιών των α­πό­το­μων βρά­χων της α­κτής μπό­ρε­σαν να σκαρ­φα­λώ­σουν γρή­γο­ρα στην πλα­γιά και να ε­ξου­δε­τε­ρώ­σουν δύ­ο α­πό τα τέσ­σε­ρα πυ­ρο­βό­λα της πυ­ρο­βο­λαρ­χί­ας. Α­κο­λού­θη­σε ά­γρια μά­χη σώ­μα με σώ­μα στην προ­σπά­θεια των Γερ­μα­νών να στα­θε­ρο­ποι­η­θούν και να συνε­χί­σουν την προ­ώ­θη­σή τους προς το ε­σω­τε­ρι­κό του νη­σιού. Η ά­φι­ξη ό­μως βρε­τα­νι­κών ε­νι­σχύ­σε­ων α­νέ­κο­ψε τό­σο την κί­νη­ση των αμ­φί­βιων κα­τα­δρο­μέ­ων ό­σο και την προ­σπά­θεια του ανα­το­λι­κού συ­γκρο­τή­μα­τος του φον Ζάλ­ντερ­ν και οι Γερ­μανοί με α­πο­τυ­χη­μέ­νη και την προ­σπά­θεια του δυ­τι­κού συ­γκρο­τή­μα­τος δεν εί­χαν άλ­λη ε­πι­λο­γή πα­ρά να πραγ­μα­το­ποι­ήσουν τη ρί­ψη του Ι/2 τάγ­μα­τος α­λε­ξι­πτω­τι­στών, που εί­χε α­ναβλη­θεί.

Μια ώ­ρα πριν α­πό την ά­φι­ξη των με­τα­γω­γι­κών α­ε­ρο­σκα­φών η πε­ριο­χή ρί­ψε­ων σφυ­ρο­κο­πού­νταν α­πό τη Λου­φτβά­φε με προφα­νή σκο­πό την ε­ξου­δε­τέ­ρω­ση των πι­θα­νών α­ντι­στά­σε­ων των Βρε­τα­νών. Στις 13:45ω της 12ης Νο­εμ­βρί­ου 1943 ο ου­ρα­νός πά­νω α­πό το ύ­ψω­μα Ρά­χη γέ­μι­σε α­πό Γιούν­κερ-52, που α­πό χα­μη­λό ύ­ψος και α­νά τριά­δες άρ­χι­σαν να α­φήνουν τους α­λε­ξι­πτω­τι­στές τους. Πρώ­τος έ­φυ­γε ο διοι­κη­τής τους λο­χα­γός Κύ­νε (Küne) και με­τά ακο­λού­θη­σαν οι 600 ά­ντρες του. Η ρί­ψη τους ή­ταν α­πρό­σκο­πτη και πα­ρά τα σπο­ρα­δι­κά πυ­ρά των α­ντρών του 4ου Μπαφ­ς α­πό τα γύ­ρω υ­ψώ­μα­τα και των Βρε­τα­νών κο­μά­ντος, που δεν α­νέ­με­ναν να πέ­σουν α­λε­ξι­πτω­τι­στές πά­νω στις βρα­χώ­δεις και α­πό­το­μες πλα­γιές του νη­σιού και μά­λι­στα το κα­τα­με­σή­με­ρο, α­νέ­κτη­σαν τα­χέ­ως τους ορ­γα­νι­κούς τους δε­σμούς και άρ­χι­σαν να α­πα­ντούν στα πυ­ρά των Συμ­μά­χων κα­λυμ­μέ­νοι στις διά­φο­ρες πτυ­χές του ε­δά­φους και μέ­σα στους κρα­τή­ρες, που εί­χαν δημιουρ­γή­σει οι βόμ­βες των γερ­μα­νι­κών βομ­βαρ­δι­στι­κών. Οι Βρε­τα­νοί κο­μά­ντος και οι Ιε­ρο­λο­χί­τες του Ζα­χα­ρά­κη κα­τα­νε­μη­μέ­νοι σε μι­κρές ο­μά­δες των 5-6 α­ντρών και ε­μπο­τι­σμέ­νοι α­πό το ε­πι­θε­τι­κό πνεύ­μα δεν αρ­κέ­στη­καν σε α­γώ­να χα­ρα­κω­μά­των, αλ­λά τη­ρώ­ντας την πα­ρά­δο­ση των κο­μά­ντος διέ­σχι­σαν τη ζώ­νη ρί­ψε­ων και α­ντι­με­τώ­πι­σαν τους Γερ­μανούς α­λε­ξι­πτω­τι­στές σώ­μα με σώ­μα. Α­πό την η­ρω­ι­κή αυ­τή εξόρ­μη­ση οι α­πώ­λειές τους ή­ταν με­γά­λες. Α­πό τους Ιε­ρο­λο­χίτες ο ε­νω­μο­τάρ­χης Δη­μή­τριος Μί­χος τραυ­μα­τί­στη­κε βα­ριά στην ω­μο­πλά­τη, αλ­λά δια­σώ­θη­κε. Ο υ­πο­λο­χα­γός Ζα­χα­ρά­κης τραυμα­τι­σμέ­νος και αυ­τός με δια­μπε­ρές τραύ­μα στο πό­δι, συ­νέχι­σε τον α­γώ­να(1). Η α­ντε­πί­θε­ση ό­μως αυ­τή των κο­μά­ντος δεν κα­τόρ­θω­σε να ε­ξου­δε­τε­ρώ­σει τους Γερ­μα­νούς α­λε­ξι­πτω­τιστές, οι ο­ποί­οι ε­ξο­πλι­σμέ­νοι τώ­ρα και με ο­μα­δι­κά ό­πλα κα­θώς και με ε­παρ­κή πυ­ρο­μα­χι­κά, που έ­πε­σαν σε κι­βώ­τια με α­λε­ξί­πτωτα, συ­νέ­χι­σαν με με­γα­λύ­τε­ρη ορ­μη­τι­κό­τη­τα το χερ­σαί­ο α­γώ­να τους. Ο 1ος λό­χος κα­τέ­λα­βε τον Αγ. Γερ­μα­νό, ένα χι­λιό­με­τρο πε­ρί­που βο­ρειο­δυ­τι­κά του υ­ψώ­μα­τος Ρά­χη, απο­κό­πτο­ντας την κε­ντρι­κή ο­δό Λέ­ρος-Παρ­θέ­νι. Ο 3ος λό­χος προ­ω­θή­θη­κε προς τα βο­ρειο­α­να­τολι­κά, ε­νώ οι 2ος και 4ος κα­τευ­θύν­θη­καν προς το Με­ρο­βί­γλι, α­πω­θώ­ντας δύ­ο βρε­τα­νι­κούς λό­χους και διευ­ρύνο­ντας το α­ε­ρο­προ­γε­φύ­ρω­μα στο κέ­ντρο του νη­σιού. Με αυ­τή την ε­νέρ­γεια οι Γερ­μα­νοί α­λε­ξι­πτω­τι­στές ό­χι μό­νο αιφ­νι­δί­α­σαν τον α­ντί­πα­λο, αλ­λά και χώρι­σαν το νη­σί στα δύ­ο, α­πο­διορ­γα­νώ­νο­ντας έ­τσι το συ­ντο­νι­σμό των ε­νερ­γειών του Τίν­λε­ϋ. Το 4ο τάγμα των Μπαφ­ς ξε­κομ­μέ­νο τώ­ρα στο βορ­ρά και α­δυ­να­τώ­ντας να ενι­σχυ­θεί διε­ξή­γε έ­ναν α­γώ­να συ­νε­χούς φθο­ράς, ε­νώ και το ί­διο το Με­ρο­βί­γλι, ό­που ή­ταν η έ­δρα της βρε­τα­νι­κής τα­ξιαρ­χί­ας, α­πει­λούνταν ά­με­σα α­πό τους προ­ω­θη­μέ­νους πλέ­ον α­λε­ξι­πτω­τι­στές, που ε­πι­δί­ω­καν μέσα στη νύ­χτα να συν­δέ­σουν και τα τρί­α γερ­μα­νι­κά προ­γε­φυρώ­μα­τα και να ο­δη­γή­σουν έ­τσι το γερ­μα­νι­κό σχέ­διο στην τε­λι­κή φά­ση ο­λο­κλήρω­σής του. Μέ­χρι ε­κεί­νη την ώ­ρα το τα­κτι­κό συ­γκρό­τη­μα του φον Ζάλ­ντερ­ν κα­τεί­χε τη γραμ­μή Βί­γλα-Κλει­δί και Πα­να­γιές-Κόλ­πος Α­λί­ντων και οι αμ­φί­βιοι κα­τα­δρο­μείς, α­γκι­στρω­μέ­νοι στο ύ­ψω­μα Πι­τύ­κι, κρα­τού­σαν τις δύ­ο χα­μη­λό­τε­ρες θέ­σεις πυρο­βό­λων. Το δυ­τι­κό συ­γκρό­τη­μα του Άσ­σοφ με­τά την α­πο­τυ­χί­α του στον κόλ­πο της Γούρ­νας πή­ρε δια­τα­γή να με­τα­φερ­θεί στην α­να­το­λι­κή Λέ­ρο για ε­νί­σχυ­ση των ε­κεί ε­πι­θε­τι­κών προ­σπα­θειών των Γερ­μανών.

Η διοί­κη­ση των γερ­μα­νι­κών δυ­νά­με­ων στην Ελ­λά­δα, ε­πει­δή διαισθα­νό­ταν την κρι­σι­μό­τη­τα του α­γώ­να σε ε­κεί­νο το χρο­νικό ση­μεί­ο, έ­θε­σε σε ά­με­ση ε­τοι­μό­τη­τα τα με­σά­νυ­χτα 12/13 Νο­εμβρί­ου τον 15ο λό­χο «Μπρά­ντερ­μπούρ­γκερ». Ο λό­χος αυ­τός μα­ζί με τους 40 α­λε­ξι­πτω­τι­στές του Ι/2 τάγ­μα­τος, που δεν εί­χαν ρι­φθεί την προ­η­γού­με­νη η­μέ­ρα, έ­πεφτε τη 05:45ω της 13ης Νο­εμ­βρί­ου στην ί­δια ζώ­νη ρί­ψεων. Τώ­ρα ό­μως τα Γιούν­κερ-52 λό­γω ι­σχυ­ρών α­νέ­μων δεν μπό­ρεσαν να δια­τη­ρή­σουν την συ­νο­χή τους και δια­σκόρ­πι­σαν τους 200 α­λε­ξι­πτω­τι­στές τους, οι ο­ποί­οι έρ­μαια πλέ­ον των φου­σκω­μέ­νων θό­λων των α­λε­ξι­πτώ­των τους, που τους έ­σερ­ναν πά­νω στα βρά­χια και στους χα­μη­λούς τοί­χους των πα­ρυ­φών του υ­ψώ­μα­τος Ρά­χη, υ­πέ­στη­σαν πολ­λούς και σο­βα­ρούς τραυ­μα­τι­σμούς, πριν α­πελευ­θε­ρω­θούν α­πό τα α­λε­ξί­πτω­τά τους. Τρί­α Γιούν­κερ-52 χτυπή­θη­καν α­πό τα πυ­ρά των α­ντια­ε­ρο­πο­ρι­κών πυ­ρο­βό­λων και, ό­πως α­πο­μα­κρύ­νο­νταν προς τον κόλ­πο της Γούρ­νας, ά­δειασαν βια­στι­κά πριν συ­ντρι­βούν στη θά­λασ­σα τους α­λε­ξι­πτωτι­στές τους, α­πό τους ο­ποί­ους οι πε­ρισ­σό­τε­ροι πνί­γη­καν στα βα­θιά νε­ρά του κόλ­που. Οι α­πώ­λειες του 15ου λό­χου α­νήλ­θαν στο 1/3 της δύ­να­μής του. Παρό­λα αυ­τά, ο λό­χος ε­νί­σχυ­σε ση­μα­ντι­κά το Ι/2 τάγ­μα του Κύ­νε και συ­νέ­βα­λε α­πο­φα­σι­στι­κά στον α­γώ­να για την κα­τά­λη­ψη του νη­σιού.

Τις ε­πό­με­νες δύ­ο η­μέ­ρες οι Βρε­τα­νοί προ­σπα­θού­σαν με αντε­πι­θέ­σεις να α­πω­θή­σουν τον ε­χθρό α­πό τα ζω­τι­κά ε­δά­φη, που εί­χε μέ­χρι ε­κεί­νη τη στιγ­μή κα­τα­λά­βει, με ι­διαί­τε­ρη έμ­φα­ση στα ε­κα­τέρω­θεν του κόλ­που Α­λί­ντων υ­ψώ­μα­τα, και οι Γερ­μα­νοί ε­νί­σχυ­σαν τις δυ­νά­μεις τους, για να κρα­τή­σουν και προ­ω­θή­σουν τις θέ­σεις τους, χω­ρίς σα­φή ε­πι­κρά­τη­ση της μιας ή της άλ­λης πλευ­ράς. Τα κενά ό­μως της ά­μυ­νας του νη­σιού σε συν­δυα­σμό με τις α­συ­ντό­νι­στες βρε­τα­νι­κές α­ντε­πι­θέ­σεις κα­τά των Γερ­μα­νών, αλ­λά και το α­νη­λε­ές και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό σφυ­ρο­κό­πη­μα α­πό τα Στού­κας, τό­σο των α­μυ­νό­με­νων τμη­μά­των ό­σο και των βρε­τα­νι­κών κα­τα­δρο­μι­κών και α­ντι­τορ­πι­λι­κών, που πε­ρι­πο­λού­σαν στην πε­ριο­χή και υ­ποστή­ρι­ζαν τα μα­χό­με­να βρε­τα­νι­κά τμή­μα­τα στο νη­σί, ή­ταν αυτά που θα α­πο­σα­φή­νι­ζαν τα πράγ­μα­τα και θα έ­γερ­ναν σι­γά-σι­γά την πλά­στιγ­γα προς το μέ­ρος των Γερ­μα­νών.

Μέ­χρι το βρά­δυ της 15ης Νο­εμ­βρί­ου οι Γερ­μα­νοί εί­χαν κα­τα­λά­βει τα ζω­τι­κά υ­ψώ­μα­τα βό­ρεια και νό­τια του κόλ­που Α­λί­ντων, εί­χαν πε­τύχει την ε­νο­ποί­η­ση ό­λων των προ­γε­φυ­ρω­μά­των και πε­ριέ­σφιγ­γαν το Με­ρο­βί­γλι με πρω­τα­γω­νι­στές και πά­λι τους α­λεξι­πτω­τι­στές, οι ο­ποί­οι πί­ε­ζαν ή­δη το στρα­τη­γεί­ο του Τίν­λε­ϋ α­πό τις 13 Νο­εμ­βρί­ου. Πε­ρί της 4 π.μ. της 16ης Νο­εμ­βρί­ου ο φον Ζάλ­ντερ­ν ε­ξα­πέ­λυ­σε την ε­πί­θε­σή του κα­τά του στρα­τη­γεί­ου και ο Βρε­τα­νός τα­ξίαρ­χος κι­νη­το­ποί­η­σε ό­λες τις δια­θέ­σι­μες δυ­νά­μεις του, για να τους α­να­χαι­τί­σει, αλ­λά προ­σω­ρι­νά. Οι α­ντο­χές των α­μυντι­κών γραμ­μών εί­χαν υ­περ­βεί τα ό­ριά τους και στις 07:25ω έστελ­νε στο Κά­ι­ρο σή­μα, στο ο­ποί­ο πε­ριέ­γρα­φε την κρι­σι­μότη­τα της κα­τά­στα­σης. Στις 15:00ω της ί­διας η­μέ­ρας ε­κτο­ξεύ­τηκε νέ­α γερ­μα­νι­κή ε­πί­θε­ση κα­τά του Με­ρο­βι­γλί­ου και μια ώ­ρα αρ­γό­τε­ρα η βρε­τα­νι­κή διοί­κη­ση της Λέ­ρου υ­πέ­βα­λε αί­τη­ση προς το Κά­ι­ρο για εκ­κέ­νω­ση του νη­σιού τη νύ­χτα 17/18 Νο­εμ­βρί­ου. Στις 17:30ω και με­τά α­πό ά­γρια μά­χη υ­ψω­νό­ταν η γερ­μα­νική ση­μαί­α στο βρε­τα­νι­κό στρα­τη­γεί­ο, που δή­λω­νε ό­τι το νησί εί­χε πα­ρα­δο­θεί. Έ­τσι, με την α­πό­βα­ση των γερ­μα­νι­κών τμη­μά­των στη Σά­μο, στις 21 Νο­εμ­βρί­ου, έ­πε­φτε και τυ­πι­κά η αυ­λαί­α σ’ αυ­τό το θέ­α­τρο των ε­πι­χει­ρή­σε­ων.

Οι γερ­μα­νι­κές α­πώ­λειες στη μά­χη της Λέ­ρου α­νήλ­θαν σε 246 νε­κρούς, 677 τραυ­μα­τί­ες και 162 α­γνο­ού­με­νους. Σ’ αυ­τούς συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νο­νταν και 70 νε­κροί και 98 τραυ­μα­τί­ες α­λε­ξι­πτωτι­στές. Οι Βρε­τα­νοί εί­χαν 200 νε­κρούς και 280 τραυ­μα­τί­ες.

Η μά­χη της Λέ­ρου, ό­πως ε­ξε­λί­χθη­κε, α­νέ­δει­ξε για μια α­κόμη φο­ρά τον κα­τα­λυ­τι­κό ρό­λο της α­ε­ρο­πο­ρι­κής υ­πε­ρο­χής, χωρίς την α­πό­κτη­ση της ο­ποί­ας οι Γερ­μα­νοί δε θα α­πο­τολ­μού­σαν, ό­πως συ­νέ­βη και στην Κρή­τη το 1941, να κά­νουν ε­πι­χει­ρή­σεις στο Α­να­το­λι­κό Αι­γαί­ο. Το δεύ­τερο κυ­ρί­αρ­χο στοι­χεί­ο σ’ αυ­τές τις ε­πι­χει­ρή­σεις ή­ταν η επι­τυ­χής χρη­σι­μο­ποί­η­ση, και α­πό τις δύ­ο πλευ­ρές, των α­λεξι­πτω­τι­στών και ι­διαί­τε­ρα η χω­ρίς προ­η­γού­με­νο ρί­ψη των Γερ­μα­νών α­λε­ξι­πτω­τι­στών στις βρα­χώ­δεις και α­νώ­μα­λες πλα­γιές του υ­ψώ­μα­τος Ρά­χη της Λέ­ρου. Το εγ­χεί­ρη­μα ε­κεί­νο ή­ταν μια τα­κτι­κή α­ντί­λη­ψη, η ο­ποί­α μα­ζί με αυ­τήν των α­νορθό­δο­ξων α­πο­βά­σε­ων, που έ­κα­ναν α­πό τη θά­λασ­σα τα τα­κτικά συ­γκρο­τή­μα­τα του Μύλ­λερ στις βρα­χώ­δεις και α­πό­το­μες α­κτές της Ά­σπρης Πού­ντας και του Πι­τυ­κί­ου του νη­σιού, ε­ναρ­μο­νί­ζε­ται με την ι­διο­μορ­φί­α των νη­σιών του Αι­γαί­ου. 

ΒΙ­ΒΛΙΟ­ΓΡΑ­ΦΙΑ

  1. Μα­νέ­τας, Ιω­άν­νης: Ιε­ρός Λό­χος 1942-1945, εκ­δό­σεις Λο­γο­θέ­της, Α­θή­ναι
  2. Μα­στο­ρά­κος Μά­νος: Αιγαί­ο 1943, εκ­δό­σεις «Δού­ρειος Ίπ­πος» Α­θή­να
  3. Βλα­χο­στα­θό­που­λος Α­να­στά­σιος: Ιε­ρός Λό­χος 1942-45, εκ­δό­σεις «Ε­λεύ­θε­ρη Σκέ­ψις» Α­θή­να 2006.
  4. 4- Οι­κο­νο­μά­κος Μι­χα­ήλ: Α­πό την Α­φρι­κή στον Έ­βρο, εκ­δό­σεις «Ελεύ­θε­ρη Σκέ­ψις» Α­θή­να 1979.
  5. Φω­τό­που­λος Χρή­στος: Υπο­στρά­τη­γος Χρι­στό­δου­λος Τσι­γά­ντες 1897-1970, εκ­δό­σεις ΓΕΣ/7°ΕΓ, Α­θή­να 2002.
  6. Κερ­τε­με­λί­δης Πρό­δρο­μος: Ιε­ρός Λό­χος και Δω­δε­κά­νη­σα, πε­ριο­δι­κό «Ε­πάλ­ξεις» Νο 51, τεύ­χος Μαρ­τί­ου – Α­πρι­λί­ου 2001.
  7. Τσόρ­τσιλ Ου­ί­στον: Β΄ Πα­γκό­σμιος Πό­λε­μος, εκ­δό­σεις Πα­γκό­σμιος Ορ­γα­νι­σμός Χρή­στος Γιο­βά­νης.
  8. Schenk Peter: Πό­λε­μος στο Αι­γαί­ο 1941-45, εκ­δό­σεις «Eurobooks» Α­θήνα 2008.
  9. Πε­ριο­δι­κό «Πό­λε­μος & Ι­στο­ρί­α» Μάρ­τιος 2000, τεύ­χος 28.

Discover more from Θεματα Στρατιωτικης Ιστοριας

Subscribe to get the latest posts to your email.