Γ’ -Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΟΧΟΥ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΑΦΡΙΚΗΣ


Οι Πρώτες Αποστολές Τμημάτων του Ιερού Λόχου (Σχεδιάγραμμα 8)

Το πρώτο τμήμα του Ιερού Λόχου που αποφασίσθηκε να λάβει μέρος στις επιχειρήσεις της Βόρειας Αφρικής ήταν μία Ομάδα από οκτώ Ιερολοχίτες, με επικεφαλής τον Αντισμήναρχο Αλεξανδρή Γεώργιο.    Η Ομάδα αυτή θα ενεργούσε στα πλαίσια του 1ου Βρετανικού Συντάγματος Καταδρομών, στο οποίο υπαγόταν ο Ιερός Λόχος, έχοντας ως αποστολή να εισχωρήσει στην Αφρικανική Έρημο, νοτιοδυτικά της Αγκεντάμπια, προκειμένου να παρενοχλεί τις συγκοινωνίες στα νώτα του εχθρού.

Στην Ομάδα δόθηκαν τρία οχήματα Τζιπ, ειδικώς εξοπλισμένα και εφοδιασμένα. Μετά από σύντομη εκπαίδευση και προετοιμασία δύο ημερών, αναχώρησε στις 19 Νοεμβρίου 1942, μαζί με τη Β’ Μοίρα του 1ου Βρετανικού Συντάγματος Καταδρομών, από το Στρατόπεδο Καμπρέτ της Αιγύπτου, στο οποίο παρέμενε ο Ιερός Λόχος συνεχίζοντας την εκπαίδευσή του. Η Ομάδα ακολούθησε το δρομολόγιο Κάιρο-Μάρσα Ματρούχ-Σαλούμ-Τομπρούκ-Γκαζάλα- Ντέρνα-Κυρήνη-Μπάρτσε-Τόγκρα-Βεγγάζη. Σε οκτώ ημέρες κάλυψε διαδρομή 1.900 χιλιομέτρων και στις 27 του μηνός έφθασε στην Αγκεντάμπια, η οποία αποτελούσε τότε το δυτικότερο σημείο προελάσεως των Συμμάχων. Από την Αγκεντάμπια συνέχισε την κίνησή της προς τα δυτικά, κάλυψε απόσταση εξακοσίων χιλιομέτρων μέσα στην έρημο υπό τη συνεχή απειλή της εχθρικής αεροπορίας και στις 8 Δεκεμβρίου έφθασε στο Μπιρ Γκελμπ Ελ Με.

Η προώθηση της Ομάδας σταμάτησε, επειδή το 1ο Βρετανικό Σύνταγμα Καταδρομών αναγκάσθηκε, για εξοικονόμηση μεταφορικών μέσων, να συμπτύξει ή να διαλύσει τμήματά του και ζήτησε την επιστροφή των τριών Τζιπ που είχε διαθέσει στην Ομάδα των Ιερολοχιτών. Οι Ιερολοχίτες, μετά την αφαίρεση των μεταφορικών μέσων, παρέμειναν στο Μπιρ Γκελμπ Ελ Με, για ενδεχόμενη χρησιμοποίησή τους σε καταδρομικές επιχειρήσεις στην παραλιακή οδό, δυτικά του Μπούερατ. Τελικά, ένεκα της συμπτύξεως του εχθρού δυτικά της Σύρτης, κάθε ενέργεια στον τομέα αυτόν ήταν περιττή και η Ομάδα διατάχθηκε στις 12 Δεκεμβρίου να επιστρέψει στην έδρα του Ιερού Λόχου στο Καμπρέτ. Με τη Β’ Βρετανική Μοίρα Καταδρομών παρέμειναν οι Αντισμήναρχος Αλεξανδρής και Αντιπλοίαρχος Ματθαίου Νικόλαος, οι οποίοι παρακολούθησαν την κίνηση και τη δράση της Μοίρας μέσα στην έρημο για μικρό διάστημα, πριν επιστρέψουν και αυτοί στο Καμπρέτ(1) .

Τον ίδιο περίπου χρόνο, κατά τον οποίο η Ομάδα των Ιερολοχιτών ήταν ενταγμένη στο 1ο Βρετανικό Σύνταγμα Καταδρομών, ένα άλλο μεγαλύτερο τμήμα του Ιερού Λόχου, δυνάμεως εξήντα ανδρών, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Επιμελητείας Φραδέλλο Εμμανουήλ, διατάχθηκε να προετοιμασθεί για τη χρησιμοποίησή του σε ναυτική επιχείρηση καταδρομής στα νώτα του εχθρού, στην περιοχή Ελ Αγκέιλα. Για το σκοπό αυτό στις 4 Δεκεμβρίου μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια και εκπαιδεύθηκε εντατικά επί τέσσερις ημέρες από ειδικό Βρετανικό Ναυτικό Τμήμα σε αντικείμενα αποβάσεων.

Μετά την εκπαίδευσή του, το τμήμα οργανώθηκε σε τρεις ομάδες, των είκοσι ανδρών η καθεμιά. Η μεταφορά της πρώτης ομάδας στην Βεγγάζη έγινε με τορπιλακάτους, ενώ των άλλων δύο οδικώς.

Το σχέδιο ενέργειας του τμήματος προέβλεπε την αναχώρησή του από τη Βεγγάζη με τορπιλακάτους και την αποβίβασή του, την ίδια νύχτα, με πτυσσόμενες λέμβους στην περιοχή της Σύρτης, πενήντα χιλιόμετρα περίπου πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Εκεί θα ενεργούσε για την αποκοπή της μοναδικής παραλιακής οδού ανεφοδιασμού του εχθρού, με ναρκοθετηςεις, πολυβολισμούς φαλάγγων και άλλες παρενοχλητικές ενέργειες, ενώ στη συνέχεια θα επιδίωκε τη συνένωσή του με τα βρετανικά στρατεύματα που θα διασπούσαν την τοποθεσία Ελ Αγκέιλα.

Τελικά και αυτή η επιχείρηση ματαιώθηκε, αφού ο εχθρός εγκατέλειψε αιφνιδιαστικά την τοποθεσία Ελ Αγκέιλα και υποχώρησε προς τα δυτικά, πριν ακόμη προλάβουν οι Βρετανοί να θέσουν σε εφαρμογή τα επιθετικά τους σχέδια. Έτσι, το τμήμα των Ιερολοχιτών διατάχθηκε να επιστρέψει στο Καμπρέτ σε δύο κλιμάκια, το ένα οδικώς και το άλλο ατμοπλοϊκώς. Η επιστροφή του τμήματος ολοκληρώθηκε στις 23 Δεκεμβρίου.

Οι προσπάθειες για τη συγκρότηση τμημάτων του Ιερού Λόχου προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στις επιχειρήσεις, συνεχίσθηκαν και τον Ιανουάριο του 1943. Τότε, με διαταγή του 1ου Βρετανικού Συντάγματος Καταδρομών, συγκροτήθηκε τμήμα τριάντα ανδρών που εκπαιδεύθηκε κατάλληλα για την πραγματοποίηση καταδρομών επί ορεινού εδάφους. Επίσης συγκροτήθηκε και άλλο τμήμα είκοσι ενός ανδρών, το οποίο στις 19 Ιανουαρίου στάλθηκε για ανάλογη εκπαίδευση στη Συρία. Δυστυχώς, αυτές οι προσπάθειες ματαιώθηκαν τελικά, για λόγους που έχουν σχέση με την όλη εξέλιξη των επιχειρήσεων και τα σχέδια των Συμμάχων(1) .

Η Αναδιοργάνωση του Ιερού Λόχου

Στις 25 Δεκεμβρίου 1942, ο Διοικητής του 1ου Βρετανικού Συντάγματος Καταδρομών, Συνταγματάρχης Sterling (Στέρλινγκ), υπό τη διοίκηση του οποίου υπαγόταν και ο Ιερός Λόχος, έφθασε από τη Λιβύη στο Κάιρο και επισκέφθηκε τον Ιερό Λόχο στην έδρα του, προκειμένου να εξετάσει τη δυνατότητα συμμετοχής τμημάτων Ιερολοχιτών σε συνεργασία με τμήματα του Συντάγματός του στις επιχειρήσεις που βρίσκονταν τότε σε εξέλιξη στη Βόρεια Αφρική.

Ο Συνταγματάρχης Στέρλινγκ έθεσε στο Διοικητή του Ιερού Λόχου το ερώτημα αν θα ήταν δυνατή σε ένα μήνα η αναδιοργάνωση και εκπαίδευση της μονάδας του ως Μηχανοκίνητης Μοίρας Καταδρομών, επί αυτοκινήτων Τζιπ και τεθωρακισμένων οχημάτων με ανάλογο εξοπλισμό, ώστε να αναλάβει επιχειρήσεις σε μεγάλο βάθος στα μετόπισθεν του εχθρού με ορμητήριο την έρημο ή τον ορεινό όγκο που χωρίζει την Τριπολίτιδα από την κυρίως Σαχάρα. Η πρόταση έγινε αμέσως δεκτή, με την προϋπόθεση ότι ο Ιερός Λόχος θα εφοδιαζόταν έγκαιρα με το απαραίτητο για την αναδιοργάνωση και την εκπαίδευσή του υλικό, θα συμπληρώνονταν οι ελλείψεις του σε διάφορες κρίσιμες ειδικότητες προσωπικού και θα αφηνόταν ελεύθερος, χωρίς καμιά επέμβαση στο έργο της εκπαιδεύσεως και της προετοιμασίας του.

Με τις προϋποθέσεις αυτές, ο Ιερός Λόχος άρχισε αμέσως την εκπαίδευση του προσωπικού του. Ειδικότερα, η εκπαίδευση στην οδήγηση αυτοκινήτου, που έγινε υπό τη διεύθυνση του Λοχαγού Μάραντου Βασιλείου, υπήρξε εντατική και επέτρεψε σε διάστημα ενός μηνός να αποδώσει ικανούς οδηγούς για τα οχήματα Τζιπ που θα χρησιμοποιούνταν κατά βάση στην έρημο. Οι ελλείψεις όμως σε οδηγούς βαρέων οχημάτων ήταν μεγάλες, ενώ δεν υπήρχαν χειριστές ασυρμάτου. Η ηγεσία του Υπουργείου Στρατιωτικών, αν και είχε υποσχεθεί τη συμπλήρωση των ελλείψεων σε προσωπικό, καθυστερούσε την εκδήλωση των ενεργειών της, εξαιτίας των διαφορετικών απόψεων που είχαν στο μεταξύ παρουσιασθεί στους κόλπους της σχετικά με την αναδιοργάνωση και τη νέα αποστολή του Ιερού Λόχου. Αυτό ανάγκασε το Διοικητή του Ιερού Λόχου, τη νύχτα 24/25 Ιανουαρίου, να προχωρήσει με δική του πρωτοβουλία στη συμπλήρωση της μονάδας του με προσωπικό που επέλεξε από την Ι Ελληνική Ταξιαρχία, η οποία μόλις είχε επιστρέψει από τις επιχειρήσεις της Βόρειας Αφρικής. Η ενέργεια αυτή εγκρίθηκε από το ΓΕΣ μετά πάροδο τριών μηνών[147] [148] .

Παράλληλα με την εκπαίδευση του προσωπικού διατέθηκαν από τους Βρετανούς και τα προβλεπόμενα από τη νέα οργάνωση του Ιερού Λόχου αυτοκίνητα, οπλισμός, πυρομαχικά, διάφορα μέσα, τρόφιμα και άλλα υλικά. Με διαταγή εξάλλου του ΓΣΌΜΑ κοινοποιήθηκε η νέα σύνθεση του Ιερού Λόχου που προέβλεπε Ομάδα Διοικήσεως, τρεις Διμοιρίες Καταδρομών, εφεδρική Διμοιρία Καταδρομών, Συνεργείο Επισκευών,    Υγειονομικό Τμήμα και Τμήμα Ανεφοδιασμού.

Με βάση τη νέα σύνθεση, κατανεμήθηκαν το προσωπικό και τα αυτοκίνητα του Ιερού Λόχου, ως εξής:

  • Ομάδα Διοικήσεως: Αποτελέσθηκε από δεκαέξι Ιερολοχίτες και δύο Βρετανούς ασυρματιστές. Διέθετε εννέα αυτοκίνητα Τζιπ (ένα για το διοικητή, πέντε εξοπλισμένα με τρία πολυβόλα Βίκερς το καθένα και τρία στα οποία είχαν τοποθετηθεί σταθμοί ασυρμάτου μεγάλης εμβέλειας).
  • Διμοιρίες Καταδρομών: Η καθεμιά αποτελέσθηκε από δεκαοχτώ Ιερολοχίτες και διέθετε εννέα αυτοκίνητα Τζιπ. Στο καθένα, που ήταν εξοπλισμένο με τρία πολυβόλα Βίκερς, επέβαιναν δύο Ιερολοχίτες.
  • Εφεδρική Διμοιρία: Είχε δύναμη είκοσι έξι Ιερολοχιτών και διέθετε για τη μεταφορά της δυο φορτηγά αυτοκίνητα των 3 τόνων.
  • Συνεργείο Επισκευών: Το προσωπικό του αποτελέσθηκε από πέντε Ιερολοχίτες και δώδεκα Βρετανούς τεχνικούς και διέθετε για τη μεταφορά προσωπικού, εργαλείων, μηχανημάτων και ανταλλακτικών ένα φορτηγό αυτοκίνητο 3 τόνων και πέντε άλλα διαφόρων τύπων.
  • Υγειονομικό Τμήμα: Αποτελέσθηκε από έναν ιατρό και δύο οπλίτες Ιερολοχίτες με ένα υγειονομικό αυτοκίνητο 3/4 τόνου.
  • Τμήμα Εφοδιασμού: Είχε δύναμη σαράντα ανδρών και διέθετε εννέα φορτηγά αυτοκίνητα των 3 τόνων για τη μεταφορά του προσωπικού και των εφοδίων.

Συνολικά, η δύναμη του Ιερού Λόχου σε προσωπικό έφθασε τους 102 αξιωματικούς και 56 οπλίτες, από τους οποίους οι 14 ήταν Βρετανοί. Από πλευράς οχημάτων διέθετε συνολικά 32 εξοπλισμένα Τζιπ, 3 με σταθμούς ασυρμάτου, 12 φορτηγά 3 τόνων και 7 άλλα οχήματα διαφόρων τύπων και αποστολών. Ειδικότερα, τα εξοπλισμένα Τζιπ αποτέλεσαν το κυριότερο μέσο πυρός και κινήσεως του Ιερού Λόχου στις ιδιόμορφες εδαφικές και τακτικές συνθήκες του πολέμου της Βόρειας Αφρικής. Αυτά θα χρησιμοποιούνταν, ανά ένα ή σε ομάδες, για ποικίλες τακτικές αποστολές, όπως αναγνωρίσεις σε μεγάλο βάθος, καταδρομές και προσβολές (με επίγεια ή αντιαεροπορική βολή) εγκαταστάσεων ή κινητών στόχων (πεζοπόρων ή εποχούμενων τμημάτων και αεροσκαφών), ως μέσα κινήσεως και δράσεως αναγνωριστικών τμημάτων Σχηματισμών και περιπόλων συνδέσμου γειτονικών μονάδων(1) .

Ο Ιερός Λόχος στην Τυνησία (Σχεδιάγραμμα 8)

Η προώθηση του Ιερού Λόχου στο μέτωπο της Τυνησίας ορίσθηκε για τις 25 Ιανουαρίου 1943, αφού στο μεταξύ είχε συντελεστεί η αναδιοργάνωση και η συμπλήρωσή του με το προβλεπόμενο προσωπικό και υλικό και είχε θεωρηθεί η εκπαίδευσή του ως ολοκληρωμένη.

Ο Ιερός Λόχος αναχώρησε από το Στρατόπεδο Καμπρέτ και μετά από μακρά πορεία, ακολουθώντας το παραλιακό δρομολόγιο της Βόρειας Αφρικής, έφθασε στις 5 Φεβρουαρίου στην περιοχή της Τριπόλεως και στρατοπέδευσε στην τοποθεσία Μελλάχα. Στο διάστημα αυτών των δώδεκα περίπου ημερών πορείας, ο Ιερός Λόχος κάλυψε διαδρομή 2.960 χιλιομέτρων, με διαδοχικούς σταθμούς διανυκτερεύσεως κοντά στους οικισμούς ή πόλεις Ρεστ Χάουζ, Ελ Ντάμπα, Μπουκ Μπουκ, Ντέρνα, Μπάρτσε, Βεγγάζη, Ελ Αγκέιλα, Νουφίλια, Μπούερατ, Μιζουράτα και Τρίπολη. Παρ’ όλη τη μακρά διαδρομή, την κόπωση του προσωπικού, την καταπόνηση του υλικού και την απειρία των οδηγών και παρά το γεγονός ότι διατέθηκε μία μόνο ημέρα αναπαύσεως (η 3η Φεβρουαρίου 1943) στην περιοχή Μπούερατ, ο Ιερός Λόχος έφθασε στην Τρίπολη ακμαίος και με τα οχήματά του σε καλή κατάσταση. Στο μεταξύ, το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου, ημέρα κατά την οποία ο Ιερός Λόχος συνέχιζε την κίνησή του από Ελ Αγκέιλα προς Τρίπολη, ο Διοικητής του Συνταγματάρχης Τσιγάντες, συνοδευόμενος από τον Ταγματάρχη Πρίγκηπα Πέτρο και το Βρετανό Σύνδεσμο του Ιερού Λόχου Ταγματάρχη Λόρδο ΘθΙΙιοοθ (Τζέλλικο), προηγήθηκαν και έφθασαν αεροπορικώς στην Τρίπολη, προκειμένου να συναντηςουν εκεί τον Συνταγματάρχη Στέρλινγκ και να ρυθμίσουν τα θέματα που αφορούσαν στην υποδοχή του Ιερού Λόχου, στην ένταξή του στο 1ο Βρετανικό Σύνταγμα Καταδρομών και στην είσοδό του στον αγώνα[149] [150] .

Η άφιξη στην Τρίπολη του Διοικητή του Ιερού Λόχου συνέπεσε με την αναγγελία σοβαρού πολεμικού ατυχήματος που συνέβη στη Β’ Μοίρα του Βρετανικού Συντάγματος Καταδρομών. Η Μοίρα αυτή καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς, ενώ επιχειρούσε να διαβεί το στενό του Γκαμπές, κοντά στον ομώνυμο κόλπο, για να αποκόψει τις συγκοινωνίες της Στρατιάς του Ρόμμελ, που μαχόταν πενήντα χιλιόμετρα δυτικά της Τριπόλεως. Στην προσπάθεια αυτή είχε επίσης σημαντικές απώλειες και η Γαλλοβελγική Μοίρα Καταδρομών, ενώ αιχμαλωτίσθηκε βαριά τραυματισμένος και ο Συνταγματάρχης Στέρλινγκ. Μετά τη δυσμενή αυτή εξέλιξη της καταστάσεως, ο Διοικητής του Ιερού Λόχου και οι συνοδοί του Πρίγκηπας Πέτρος και Λόρδος Τζέλλικο παρουσιάσθηκαν στο Διοικητή της 8ης Βρετανικής Στρατιάς Στρατηγό Μοντγκόμερυ, προκειμένου να προκαλέσουν τις διαταγές του για τη χρησιμοποίηση του Ιερού Λόχου στις επιχειρήσεις. Ο Στρατηγός Μοντγκόμερυ, επηρεασμένος από το πρόσφατο ατύχημα του Βρετανικού Συντάγματος Καταδρομών και εκτιμώντας συνάμα ότι το εύρος του μετώπου δεν επέτρεπε τη διεξαγωγή καταδρομικών επιχειρήσεων της μορφής για την οποία είχε αναδιοργανωθεί και εκπαιδευθεί ο Ιερός Λόχος, διέταξε την άμεση επιστροφή του στην Αίγυπτο. Η απόφαση του Διοικητή της 8ης Βρετανικής Στρατιάς προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, μεγάλη απογοήτευση στους Ιερολοχίτες.    Ο Συνταγματάρχης Τσιγάντες και οι συνοδοί του

προσπάθησαν να μεταπείσουν το Στρατηγό Μοντγκόμερυ, προβάλλοντας σειρά επιχειρημάτων. Υποστήριξαν ότι η επιστροφή του Ιερού Λόχου στην Αίγυπτο, για δεύτερη φορά, χωρίς να χρησιμοποιηθεί στις επιχειρήσεις για τις οποίες είχε προετοιμασθεί, θα είχε σημαντικές και απρόβλεπτες επιπτώσεις στο ηθικό των ανδρών του, οι περισσότεροι των οποίων ήταν αξιωματικοί. Επίσης, ότι οι εντυπώσεις της ελληνικής κοινής γνώμης, τόσο στο εξωτερικό όσο και στην κατεχόμενη Ελλάδα, θα ήταν πολύ δυσμενείς σε βάρος των Συμμάχων σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι την ίδια περίπου περίοδο απομακρύνθηκε από το μέτωπο και η Ι Ελληνική Ταξιαρχία. Τελικά, ως συμβιβαστική λύση προτάθηκε η ένταξη του Ιερού Λόχου στη Γαλλική Ταξιαρχία του Στρατηγού Leclerc (Λεκλέρκ)(1) που είχε φθάσει την ημέρα εκείνη στη Μίσδα, τη βορειότερη όαση της Λιβυκής Σαχάρας, μετά από μια ηρωική διάβαση της ερήμου. Η πρόταση αυτή στηρίχθηκε στην άποψη ότι ο Ιερός Λόχος με την ένταξή του στην Ταξιαρχία του Λεκλέρ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε ενέργειες υπερκεράσεως του δεξιού πλευρού των Γερμανών προς την Τυνησία, όπως και για τη διάβαση των αλμυρών λιμνών ΣοΠ, σε απόπειρα επιτεύξεως συνδέσμου με τους Αμερικανούς που ενεργούσαν στη Νότια Τυνησία, από τα νότια προς τα βόρεια και με κατεύθυνση προς το Γκαμπές.

Ο Στρατηγός Μοντγκόμερυ συμφώνησε με την πρόταση του Συνταγματάρχη Τσιγάντε, αφού προηγουμένως βεβαιώθηκε για το βαθμό εκπαιδεύσεως των ανδρών του Ιερού Λόχου. Έτσι ακύρωσε την προηγούμενη διαταγή του και διέταξε, στις 7 Φεβρουαρίου, τη διάθεση του Ιερού Λόχου υπό το Στρατηγό Λεκλέρ, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κλιμάκιο έρευνας μεγάλου βάθους για περιπολίες αναγνωρίσεως και επαφής, δηλαδή σε ρόλο ελαφρού Ιππικού κατά την ορολογία της εποχής.

Ο Ιερός Λόχος, στο διάστημα από 5 μέχρι 13 Φεβρουαρίου, παρέμεινε στην περιοχή Μελλάχα της Τριπόλεως, όπου ασχολήθηκε με τη συντήρηση του υλικού, την ανάπαυση του προσωπικού και γενικά τον ανεφοδιασμό και την προετοιμασία του για τη συνέχιση της κινήσεώς του προς τα δυτικά(1) .

Γενική Στρατιωτική Κατάσταση στην Τυνησία κατά το Χειμώνα 1942-1943 (Σχεδιάγραμμα 9)

Την περίοδο που οι Σύμμαχοι με τη νίκη τους στο Ελ Αλαμέιν κατόρθωναν να συντρίψουν τις δυνάμεις των Γερμανοίταλών και η 8η Βρετανική Στρατιά προχωρούσε προς τα σύνορα της Νότιας Τυνησίας, νέες μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις άρχιζαν με πρωτοβουλία των Συμμάχων από τα δυτικά, για την πλήρη εκκαθάριση της Βόρειας Αφρικής.

Έτσι, στις 8 Νοεμβρίου 1942, ένα Εκστρατευτικό Σώμα από αμερικανικές και βρετανικές δυνάμεις υπό τον Αμερικανό Στρατηγό Dwight Eisenghower (Ντουάιτ Αίζενχάουερ), χωρισμένο σε τρεις ομάδες, αποβιβαζόταν στις δυτικές ακτές του Μαρόκου, βόρεια και δυτικά της Καζαμπλάνκα, στο Οράν και στο Αλγέρι. Η άφιξη στις 9 του μηνός, στο Αλγέρι, του Γάλλου Στρατηγού Giraud (Ζιρώ) και η εκεί παρουσία του Γάλλου Ναυάρχου Darían (Νταρλάν) είχαν ως αποτέλεσμα να συμμαχήσουν με τους Βρετανοαμερικανούς και οι γαλλικές δυνάμεις που στάθμευαν στο Μαρόκο και στην Αλγερία μετά την αρχική αντίσταση που εκδήλωσαν και να στραφούν και αυτές κατά των Γερμανοίταλών.

Η αντίδραση των Γερμανών στη συμμαχική απόβαση υπήρξε άμεση. Από την επόμενη ημέρα της αποβάσεως, άρχισαν να στέλνουν στρατεύματα στη Μπιζέρτα και στην Τύνιδα για την αντιμετώπιση της απειλής, ενώ στις 12 Νοεμβρίου οι Σύμμαχοι έκαναν νέες αποβάσεις στις περιοχές Μπον και Μουζί της Τυνησίας και προέλασαν με την 1η Βρετανική Στρατιά μέχρι τις πόλεις Αμπιέτ και Μπέζα, σε απόσταση ενενήντα πέντε χιλιομέτρων περίπου από τη Μπιζέρτα και την Τύνιδα. Στις 15 του μηνός, αμερικανικές δυνάμεις κατέλαβαν νοτιότερα την Μπουκ Λε Μπενς και την Τεμπέσσα και συνδέθηκαν με γαλλικές δυνάμεις, που ενεργούσαν ακόμη νοτιότερα στην περιοχή της Γκόφσα. Μεταξύ 17 και 25 Δεκεμβρίου καταβλήθηκαν προσπάθειες για την κατάληψη της Τύνιδας και τα συμμαχικά στρατεύματα προωθήθηκαν προς την Τζεντέιντε, σε απόσταση μόλις είκοσι πέντε χιλιομέτρων βορειότερα από την Τύνιδα.

Η σθεναρή αντίδραση των Γερμανών, που ενισχύονταν συνεχώς, ανέκοψε την προώθηση των συμμαχικών στρατευμάτων και τα υποχρέωσε να υποχωρήσουν στις θέσεις που κατείχαν πριν από τις 15 Νοεμβρίου. Επακολούθησε μια περίοδος εναλλασσόμενου αγώνα δυο περίπου μηνών, μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου, οπότε το μέτωπο σταθεροποιήθηκε στη γενική γραμμή που άρχιζε από την παραλία βόρεια της Σεένα, με κατεύθυνση νότια, καλύπτοντας το Μετζές, Μπου Αράντο, Πισσόν και τον πεδινό χώρο ανάμεσα στην Ανατολική και στη Δυτική Ντορσάλ. Έγινε πλέον φανερό, ότι η κατάληψη της Τυνησίας με την έγκαιρη κινητοποίηση των Γερμανών απαιτούσε μεγαλύτερη προσπάθεια με συντονισμένα σχέδια και περισσότερες δυνάμεις(1) .

Στο μεταξύ, η προέλαση της 8ης Βρετανικής Στρατιάς από τα ανατολικά συνεχιζόταν με ταχύ ρυθμό και οι αντικειμενικοί σκοποί που είχε θέσει ο Στρατηγός Μοντγκόμερυ στις δυνάμεις του καταλαμβάνονταν ο ένας μετά τον άλλο. Η μάχη στην ισχυρή τοποθεσία του Ελ Αγκέιλα που έγινε από 13 μέχρι 17 Δεκεμβρίου 1942 και στην οποία, από πλευράς Συμμάχων, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία, έληξε με την υποχώρηση των δυνάμεων του Άξονα προς το Μπούερατ και την ολοκλήρωση της καταλήψεως της Κυρηναϊκής από τους Συμμάχους.

Προ της τοποθεσίας Μπούερατ, όπου ο Ρόμμελ αποφάσισε να αμυνθεί, έφθασαν οι Σύμμαχοι το μεσημέρι της 25ης Δεκεμβρίου 1942. Η επιμήκυνση του άξονα ανεφοδιασμού της 8ης Βρετανικής Στρατιάς (εννιακόσια πενήντα χιλιόμετρα από τη Βεγγάζη) και οι ανάγκες ανασυγκροτήσεως και αναπαύσεως καθυστέρησαν την εκδήλωση κάθε σοβαρής επιθετικής ενέργειας. Αυτή εκδηλώθηκε από δυνάμεις του 30ού Βρετανικού Σώματος Στρατού και εξελίχθηκε με βραδύ ρυθμό, λόγω της σθεναρής αντιστάσεως του εχθρού και της μορφολογίας του εδάφους. Τελικά όμως, στις 23 Ιανουαρίου, καταλήφθηκε από τους Βρετανούς η Τρίπολη και άρχισαν αμέσως σύντονες προσπάθειες για την αποκατάσταση και χρησιμοποίηση του λιμένα της, ενώ η καταδίωξη του εχθρού συνεχίσθηκε με ελαφρές μόνο δυνάμεις. Μέχρι το τέλος Ιανουαρίου, η 8η Βρετανική Στρατιά εκκαθάρισε όλη την Τριπολίτιδα από τα υπολείμματα των γερμανοϊταλικών δυνάμεων και πέρασε τα ανατολικά σύνορα της Τυνησίας. Οι Γερμανοϊταλοί αποσύρθηκαν και οργάνωσαν την άμυνά τους στις όχθες των ελών, που αρχίζουν από τα παράλια και ακολουθούν τα σύνορα της Τυνησίας, σε μήκος εξήντα περίπου χιλιομέτρων. Μετά όμως από μια αποφασιστική ενέργεια της 8ης Βρετανικής Στρατιάς, οι Γερμανοί αναγκάσθηκαν να συμπτυχθούν στην αμυντική τοποθεσία Μαρέθ και έτσι στις 15 Φεβρουαρίου το Μπεν Γκαρντάν, πρώτησημαντική πύλη της Ανατολικής Τυνησίας, καταλαμβανόταν από τους Βρετανούς ) .

Η διάταξη των συμμαχικών δυνάμεων, στα μέσα Φεβρουαρίου 1943, ήταν γενικά η ακόλουθη:

Το 5ο Βρετανικό Σώμα Στρατού κατείχε τον τομέα που περιλαμβανόταν βόρεια από τη θάλασσα και νότια από τη γραμμή Κσαρ Τυρ-Μπου Αράντα, καλύπτοντας το Μετζές Ελ Μπαμπ και Γκουμπελάτ. Ακολουθούσε το 19ο Γαλλικό Σώμα Στρατού του οποίου ο τομέας στοιχιζόταν νότια στη γενική γραμμή Τάλα-Πισσόν και τέλος το 2ο Αμερικανικό Σώμα Στρατού που κατείχε την πεδιάδα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ντορσάλ. Από τα ανατολικά και προ της τοποθεσίας Μαρέθ είχε συγκεντρωθεί το 30ό Σώμα Στρατού της 8ης Βρετανικής Στρατιάς.

Απέναντι στις δυνάμεις του δυτικού μετώπου ο Άξονας είχε διατάξει την 5η Γερμανική Τεθωρακισμένη Στρατιά, που αποτελούνταν από γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις, ενώ απέναντι από την 8η Βρετανική Στρατιά, στην τοποθεσία Μαρέθ, είχε διατάξει την 1η Ιταλική Στρατιά, αποτελούμενη από 4 ιταλικές μεραρχίες (20ό και 21ο Σώματα Στρατού), 2 ελαφρές γερμανικές μεραρχίες και το υπόλοιπο του «Άφρικα Κορ «(2) .

Η συνέχεια των επιχειρήσεων στην Τυνησία χαρακτηριζόταν από την προσπάθεια του Άξονα να αποκτηςει την πρωτοβουλία και με σειρά διαδοχικών επιθέσεων, αρχίζοντας από τα δυτικά, να καταστρέψει τα συμαχικά στρατεύματα.

Η πρώτη μεγάλης κλίμακας επιχείρηση των Γερμανών, με σημαντικές δυνάμεις και εκατοντάδες άρματα μάχης, εκδηλώθηκε το πρωί της 14ης Φεβρουαρίου 1943, από τον αυχένα Φαιντ εναντίον των αμερικανικών δυνάμεων, με κατεύθυνση το Κασσερίν. Στο κέντρο του παρουσίασε αρχικά σημαντική επιτυχία, όπου καταλήφθηκαν διαδοχικά η Γκάφσα, η Σπέιντλα, η Φεριάνα και το Κασσερίν και δημιουργήθηκαν ευνοϊκές προυποθέσεις για την εκμετάλλευση της επιτυχίας προς τα νότια ή τα βόρεια και την αποκοπή και καταστροφή των συμμαχικών στρατευμάτων ολόκληρου του δυτικού μετώπου. Η ισχύς της γερμανικής επιθέσεως απορροφήθηκε τελικά από την έγκαιρη συγκέντρωση δυνάμεων και τη σθεναρή αντίσταση των Συμμάχων και από τις 21 Φεβρουαρίου η κατάσταση άλλαξε. Έτσι ανακαταλήφθηκαν διαδοχικά οι θέσεις που είχαν απολεσθείκαι αποκαταστάθηκε η αρχική γραμμή του μετώπου. Η μάχη του Κασσερίν έληξε με αδυναμία των Γερμανών να επιτύχουν τους αντικειμενικούς σκοπούς.

Την ίδια δυσμενή εξέλιξη είχε και η δεύτερη επίθεση των γερμανοϊταλικών δυνάμεων της 5ης Στρατιάς του Στρατηγού Von Arnim (Φον Άρνιμ), που εκδηλώθηκε στις 26 Φεβρουαρίου κατά μήκος του μετώπου του 5ου Βρετανικού Σώματος Στρατού, από την παραλία μέχρι τον αυχένα Μονσούρ, στο βόρειο τμήμα του μετώπου. Οι τέσσερις κύριες επιθέσεις που εξαπολύθηκαν και οι λυσσώδεις μάχες που έγιναν, κυρίως στην περιοχή του αυχένα Μπέζα, παρά τις αρχικές επιτυχίες, δεν κατέληξαν σε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μέχρι τις 21 Μαρτίου, το μέτωπο είχε αποκατασταθεί στην αρχική του γραμμή.

Στο μέτωπό της η 8η Βρετανική Στρατιά εξακολουθούσε να συγκεντρώνεται προ της οχυρωμένης τοποθεσίας Μαρέθ. Η τοποθεσία αυτή είχε μήκος περίπου τριάντα πέντε χιλιόμετρα, άρχιζε από τη θάλασσα και με κατεύθυνση από βορειοανατολικά προς νοτιοδυτικά, κατέληγε στο απόκρημνο όρος Ματμάτα. Διέθετε ισχυρά έργα υπόγειων οχυρώσεων, αντιαρματικά κωλύματα, ναρκοπέδια, συρματοπλέγματα και άλλα έργα εκστρατείας. Τα όρη που δεσπόζουν στη δυτική πτέρυγα της τοποθεσίας, την καθιστούσαν πρακτικώς αδιάβατη σε τροχοφόρα, εκτός του αποκλεισμένου αυχένα Κσαρ Ελ Χαλούφ. Επίσης, η έρημος που εκτείνεται στα δυτικά των ορέων ήταν απόλυτα αδιαπέραστη για μεγάλες δυνάμεις. Επομένως, ήταν φανερό ότι η διάσπαση της τοποθεσίας Μαρέθ μπορούσε να γίνει μόνο με μετωπική επίθεση και αφού θα συγκεντρώνονταν οι απαραίτητες ισχυρές δυνάμεις. Έχοντας αυτό υπόψη του ο Στρατηγός Ρόμμελ αποφάσισε να προλάβει τη συγκέντρωση της 8ης Βρετανικής Στρατιάς και να επιδιώξει την καταστροφή της στον πεδινό χώρο, μεταξύ της γραμμής Μαρέθ και του κόμβου Μεντενίν. Για το σκοπό αυτόν, ο Στρατηγός Ρόμμελ συγκέντρωσε τις δυνάμεις του που αποδεσμεύθηκαν μετά τη μάχη του Κασσερίν και στις 6 Μαρτίου, επιτέθηκε με όγκο τεθωρακισμένων και με κύρια προσπάθεια το Μεντενίν. Η καλά οργανωμένη αντιαρματική άμυνα των συμμαχικών δυνάμεων προκάλεσε σημαντικές απώλειες στον εχθρό και τον ανάγκασε να παραιτηθεί του αντικειμενικού του σκοπού και να αποσυρθεί στην οχυρωμένη τοποθεσία Μαρέθ(1) .

Ο Ιερός Λόχος στο Κσαρ Ριλάν (Σχεδιάγραμμα 10)

Στις 14 Φεβρουαρίου 1943, ο Ιερός Λόχος, σύμφωνα με τις διαταγές της 8ης Βρετανικής Στρατιάς, αφού ενισχύθηκε με βρετανική περίπολο από πέντε Τζιπ, αναχώρησε από την Τρίπολη προκειμένου να συναντηςει τις γαλλικές δυνάμεις του Στρατηγού Λεκλέρ στην περιοχή Ελ Ναλούντ. Ο Λόχος κινήθηκε από εσωτερική οδό με κατεύθυνση προς τα νοτιοδυτικά και μετά από πορεία εκατόν ενενήντα περίπου χιλιομέτρων έφθασε το βράδυ της ίδιας ημέρας και διανυκτέρευσε στην περιοχή Γκασρ Ελ Χαγκ. την επόμενη ημέρα, 15η Φεβρουαρίου, συνέχισε την κίνησή του και μετά από πορεία άλλων εκατόν εβδομήντα πέντε χιλιομέτρων έφθασε στην περιοχή Ελ Ναλούντ, όπου συναντήθηκε με τις δυνάμεις του Στρατηγού Λεκλέρ που προέρχονταν από την Όαση Κούφρας, στα νοτιοανατολικά της Λιβύης.

Στις 16 Φεβρουαρίου, ο Διοικητής του Ιερού Λόχου συναντήθηκε στο Ελ Ναλούντ με το Στρατηγό Λεκλέρ, προκειμένου να ενημερωθεί για την αποστολή του. Οι γαλλικές δυνάμεις, αφού ενισχύθηκαν από την 8η Βρετανική Στρατιά με αντιαεροπορικό Πυροβολικό, πήραν διαταγή να κινηθούν μέσα από τη στενωπό που σχηματίζεται από τη λοφοσειρά εκατέρωθεν του Μπιρ Αμίρ και να φθάσουν στην περιοχή του Κσαρ Ριλάν που βρίσκεται πενήντα χιλιόμετρα περίπου δυτικά των ορέων Ματμάτα. Με βάση το Κσαρ Ριλάν, θα ενεργούσαν καλυπτικά στην περιοχή που βρίσκεται νότια των ελών Σοτ, την οποία διασχίζει οδός από το Τζαραμπούμπ δια μέσου Ελ Χάμα προς το Γκαμπές και στην περιοχή νοτιοδυτικά του χωριού Ματμάτα. Η περιοχή αυτή ενδεχομένως θα χρησιμοποιούταν ως περιοχή συγκεντρώσεως βρετανικών στρατευμάτων που θα ενεργούσαν υπερκερωτικά προς το Γκαμπές, για την κύκλωση από τα δυτικά της οχυρωμένης τοποθεσίας Μαρέθ. Επίσης, οι δυνάμεις του Στρατηγού Λεκλέρ είχαν αποστολή να λάβουν την επαφή με τον εχθρό όσο το δυνατόν βορειότερα και να ενεργήσουν προς τα ανατολικά για την παρενόχληση του εγκατεστημένου [151]στη γραμμή Μαρέθ εχθρού και προς τα δυτικά για την επίτευξη συνδέσμου με τις αμερικανικές δυνάμεις.

Με βάση τις πιο πάνω αποστολές, συγκροτήθηκε εμπροσθοφυλακή από ένα Λόχο Αφρικανών με δύο πυροβόλα και τέσσερα τεθωρακισμένα αυτοκίνητα, στην οποία εντάχθηκε και αναγνωριστικό απόσπασμα από δύο διμοιρίες του Ιερού Λόχου, υπό τους Λοχαγό Πεζικού Δημόπουλο Παναγιώτη και Λοχαγό Πυροβολικού Καζακόπουλο Πέτρο, αντίστοιχα. Το απόσπασμα αυτό οργανώθηκε σε τέσσερις περιπόλους των τεσσάρων Τζιπ η καθεμιά με αποστολή την κάλυψη της κινήσεως των γαλλικών δυνάμεων προς Κσαρ Ριλάν, την κατάληψη και οργάνωσή του ως Κέντρου Αντιστάσεως, καθώς και την κάλυψη με αναγνωρίσεις προς Μπιρ Σουλτάν, Κσαρ Ταρσίν, Ουάντι Χαλούφ, Φουμ Ταταουίν (δεξιό άκρο της τοποθεσίας Μαρέθ).

Το απόσπασμα του Ιερού Λόχου κινήθηκε με την εμπροσθοφυλακή των Γάλλων, από το πρωί της 19ης Φεβρουαρίου. Το μεσημέρι της 21ης του μηνός καταλήφθηκε το Κσαρ Ριλάν, τοποθεσία έρημη, που διέθετε ένα μόνο πηγάδι και λίγους θάμνους, χωρίς να συναντηθεί πουθενά ο εχθρός. Μετά την κατάληψη του Κσαρ Ριλάν, η κάλυψη προς τα ανατολικά της εμπροσθοφυλακής, από την οχυρωμένη τοποθεσία Μαρέθ, ανατέθηκε στο απόσπασμα του Ιερού Λόχου, το οποίο προώθησε για το σκοπό αυτό τις περιπόλους του προς τις κατευθύνσεις Μπιρ Σουλτάν, Κσαρ Ταρσίν και Ουάντι Χαλούφ, ενώ για την τέταρτη κατεύθυνση προς Φουμ Ταταουίν είχε ετοιμότητα προωθήσεως της περιπόλου, μόλις θα έπαιρνε σχετική διαταγή. Στο διάστημα αυτό που ενεργούσε το απόσπασμα, το υπόλοιπο του Ιερού Λόχου παρέμενε στην περιοχή Ελ Ναλούντ, μαζί με τον κύριο όγκο των γαλλικών δυνάμεων.

Στις 22 Φεβρουαρίου έγινε η πρώτη επαφή περιπόλου του Ιερού Λόχου με τον εχθρό. Κατά τις 1100 περίπου της ίδιας ημέρας, περίπολος με επικεφαλής τον Υπολοχαγό Πεζικού Καίσαρη Νικόλαο, η οποία κατευθυνόταν προς το Κσαρ Ταρσίν, κατά μήκος της οδού που συνδεόταν με το Κσαρ Ριλάν, συνάντησε εχθρική εποχούμενη περίπολο, αποτελούμενη από ένα τεθωρακισμένο όχημα και ένα ελαφρό άρμα μάχης. Στη διάρκεια συμπλοκής που επακολούθησε από κοντινή απόσταση φονεύθηκε ο Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού Αγλαμίσης Νικόλαος, ενώ τραυματίσθηκε και αιχμαλωτίσθηκε, μαζί με το Τζιπ στο οποίο επέβαινε, ο Ανθυπολοχαγός Πεζικού Καλαμίδας Ευστράτιος. Η περίπολος είχε και δυο ακόμη τραυματίες. Τη συμπλοκή αντιλήφθηκε η περίπολος του Λοχαγού Καζακόπουλου που δρούσε στο αριστερό. Έσπευσε αμέσως στο χώρο της συμπλοκής και καταδίωξε τον εχθρό σε βάθος τριών περίπου χιλιομέτρων, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Η ίδια εχθρική περίπολος εμφανίσθηκε πάλι στις 1600 και αφού δέχθηκε τα πυρά της περιπόλου του Λοχαγού Καζακόπουλου και μιας γαλλικής που έσπευσε σε βοήθεια, αναγκάσθηκε για δεύτερη φορά, καταδιωκόμενη, να υποχωρήσει(1) .

Η δράση των περιπόλων του αναγνωριστικού αποσπάσματος του Ιερού Λόχου στην περιοχή του Κσαρ Ριλάν συνεχίσθηκε, χωρίς διακοπή σε όλο το χρονικό διάστημα από 23 Φεβρουαρίου μέχρι 1 Μαρτίου 1943, σε συνεργασία με τις γαλλικές προφυλακές στις οποίες είχε διατεθεί. Οι γαλλικές προφυλακές είχαν οργανώσει τρία Σημεία Στηρίγματος, στα οποία είχε κατανεμηθεί αντίστοιχα και το απόσπασμα του Ιερού Λόχου. Με τις αλλεπάλληλες συμπλοκές με τον εχθρό επιδιωκόταν η διατήρηση της επαφής με αυτόν, σε ένα έδαφος δύσβατο και σπαρμένο με νάρκες. Στο ίδιο διάστημα, το υπόλοιπο του Ιερού Λόχου μετακινήθηκε από το Ελ Ναλούντ, δια μέσου Μπιρ Αμίρ, στο Κσαρ Ριλάν, το οποίο ορίστηκε ως έδρα του. Στον Ιερό Λόχο ανατέθηκε επίσης η αναγνώριση ζώνης για την ανάπτυξη του αντιαεροπορικού Πυροβολικού που διέθεταν οι Γάλλοι, η οργάνωση της ασφάλειας του Κσαρ Ριλάν ως Κέντρου Αντιστάσεως και η επιτήρηση των κατευθύνσεων από τα δυτικά.

Από 1 μέχρι 10 Μαρτίου, το αναγνωριστικό απόσπασμα του Ιερού Λόχου ανέλαβε την ευθύνη, όλων ανεξαιρέτως των αναγνωρίσεων και των αποστολών συνδέσμου, οι οποίες μέχρι τότε ανατίθονταν συνήθως στην Ίλη Μεραρχιακού Ιππικού των Γάλλων. Η ειδική σύνθεση του Ιερού Λόχου, η άρτια εκπαίδευση και το επιθετικό πνεύμα των Ιερολοχιτών, επέτρεψαν στο απόσπασμα αυτό να ενεργήσει σε βάθος νυχτερινές κινήσεις μέσα στην έρημο κατά τρόπο υποδειγματικό. Το ίδιο χρονικό διάστημα, η υπόλοιπη δύναμη του Ιερού Λόχου ασχολήθηκε με την αμυντική οργάνωση του Κέντρου Αντιστάσεως του Κσαρ Ριλάν.

Η επιτυχής δράση του Ιερού Λόχου και η ουσιαστική προσφορά του στη συμμαχική προσπάθεια απέσπασαν τα συγχαρητήρια του Στρατηγού Λεκλέρ. Επίσης, ο Στρατηγός Μοντγκόμερυ εξέφρασε την ικανοποίησή του προς ολόκληρο το συγκρότημα των Γάλλων και του Ιερού Λόχου, επισημαίνοντας ότι η έγκαιρη κατάληψη του Κσαρ Ριλάν και της γύρω περιοχής ανάγκασε τους Γερμανούς    ναεγκαταλείψουν την επίθεσή τους στη Γκάφσα και βοήθησε σημαντικά τους Συμμάχους στην όλη εξέλιξη των επιχειρήσεων ) .

Η Γερμανική Επίθεση κατά του Κσαρ Ριλάν (10 Μαρτίου 1943)

(Σχεδιάγραμμα 10)

Η προωθημένη θέση του Κσαρ Ριλάν, δυτικά των ορέων Ματμάτα, είχε προσλάβει για τους Συμμάχους σημαντική στρατιωτική αξία. Αποτελούσε σοβαρή απειλή στο πλευρό της γερμανοίταλικής διατάξεως, αφού οι Σύμμαχοι, λόγω της ισχυρής οργανώσεως και κατοχής της τοποθεσίας Μαρέθ, είχαν καταρτίσει σχέδια υπερκεράσεώς της με σημαντικές δυνάμεις από τα δυτικά. Οι Γερμανοί, εκτιμώντας αυτό το ενδεχόμενο και παρά την ήττα τους και τις απώλειες που είχαν υποστεί, κατά την επίθεσή τους στις 6 Μαρτίου στην περιοχή Μεντενίν, αποφάσισαν να ενεργήσουν νέα επίθεση για την εξάλειψη και αυτής της απειλής.

Στο μεταξύ, από το βράδυ της 9ης Μαρτίου, ο διοικητής των γαλλικών στρατευμάτων γνωστοποιούσε στο Γάλλο Λοχαγό διοικητή των προφυλακών του Κσαρ Ριλάν ότι σύμφωνα με πληροφορίες που προέρχονταν από το Στρατηγείο της 8ης Βρετανικής Στρατιάς, αναμενόταν από το πρωί της επόμενης ημέρας επίθεση εναντίον του Κέντρου Αντιστάσεως του Κσαρ Ριλάν με ισχυρές τεθωρακισμένες γερμανικές δυνάμεις. Ο διοικητής των προφυλακών, που ήταν εγκατεστημένος στο κεντρικό Σημείο Στηρίγματος, μετέδωσε την πληροφορία και σχετικές οδηγίες αντιμετωπίσεως της επιθέσεως στο αριστερό Σημείο Στηρίγματος, παραλείποντας να ενημερώσει και το αντίστοιχο δεξιό.

Στις 0615 της 10ης Μαρτίου, ολόκληρη η τοποθεσία των γαλλικών προφυλακών δέχονταν επίθεση με άρματα, τεθωρακισμένα οχήματα και πυροβολικό που ανήκαν στις 15η και 21η Γερμανικές Μεραρχίες. Στην επίθεση συμμετείχαν και ιταλικές μονάδες, ενώ αυτή υποστηριζόταν από αεροπλάνα κάθετης εφορμήσεως. Σύμφωνα με τις διαταγές που είχαν πάρει, τα τμήματα του κέντρου και του αριστερού της τοποθεσίας των προφυλακών του Κσαρ Ριλάν αντέταξαν σθεναρή άμυνα. Τα τμήματα προσπάθησαν να επιβραδύνουν την προώθηση του εχθρού και να του επιφέρουν κάθε δυνατή φθορά από κατάλληλες ενδιάμεσες θέσεις, πριν αναγκασθούν να συμπτυχθούν στο εσωτερικό του Κέντρου Αντιστάσεως Κσαρ Ριλάν. Μετά την είσοδό τους στο Κέντρο Αντιστάσεως, τα τμήματα (περίπολοι) του αναγνωριστικού αποσπάσματος του Ιερού Λόχου, που ανήκαν στο αριστερό και στο κεντρικό Σημείο Στηρίγματος των προφυλακών, διατάχθηκαν να κινηθούν και να καταλάβουν τη χαράδρα, δεκαπέντε χιλιόμετρα περίπου νότια της τοποθεσίας του Κσαρ Ριλάν, για να προστατεύσουν την οδό ανεφοδιασμού προς Μπορτζ Λε Μποντ. Αντίθετα, το τμήμα του αποσπάσματος του Ιερού Λόχου, το οποίο κατείχε το δεξιό Σημείο Στηρίγματος των προφυλακών και δεν είχε ενημερωθεί από το Γάλλο διοικητή των προφυλακών για την επικείμενη εχθρική επίθεση, αιφνιδιάσθηκε, καθηλώθηκε στην τοποθεσία του από την ισχυρή αεροπορική δράση και όταν τελικά απαγκιστρώθηκε, βρήκε την οδό υποχωρήσεώς του αποκομμένη. Έτσι, αναγκάσθηκε να στραφεί νοτιοανατολικά προς το Κέρμες και την επόμενη ημέρα συμπτύχθηκε δια μέσου Μπιρ Αμίρ, επιστρέφοντας στο Κσαρ Ριλάν.

Η επίθεση των Γερμανών εναντίον της κύριας αμυντικής τοποθεσίας του Κσαρ Ριλάν άρχισε στις 0900 της 10ης Μαρτίου, με ταυτόχρονο καταιγισμό πυρών πυροβολικού και αλλεπάλληλους αεροπορικούς βομβαρδισμούς και πολυβολισμούς. Γύρω στις 1100 οι Γερμανοί είχαν πετύχει, παρά τη σθεναρή άμυνα των Γάλλων που υπερασπίζονταν το Κσαρ Ριλάν, να παρακάμψουν τη βόρεια και ανατολική πλευρά της τοποθεσίας και να φθάσουν στο νοτιοδυτικό της άκρο. Πολλά αυτοκίνητα των γαλλικών δυνάμεων πυρπολήθηκαν από τα βλήματα των τεθωρακισμένων του εχθρού και οι απώλειές τους υπήρξαν σημαντικές. Η θέση του Ιερού Λόχου, ειδικά της εφεδρείας του, δεχόταν καταιγιστικά πυρά τεθωρακισμένων, γεγονός που επέβαλε τη μετατόπισή του οχτακόσια μέτρα βορειοδυτικά, σε θέση που πρόσφερε μεγαλύτερη προστασία.

Η εχθρική επίθεση εξακολούθησε με σφοδρότητα και δίχως διακοπή όλη την ημέρα αλλά χωρίς αποφασιστικό αποτέλεσμα, παρά τη μειονεκτική θέση των αμυνομένων και τις σημαντικές απώλειές τους. Από την αρχή της μάχης και σε όλη τη διάρκειά της, ο Ιερός Λόχος ενίσχυε τους Γάλλους με ομάδες αυτοκινήτων Τζιπ για αποστολές συνδέσμου, αναγνωρίσεων, μεταφοράς τραυματιών κ.ά. που πραγματοποιούνταν υπό τα πυκνά πυρά του εχθρού. Από τις 1800 της ίδιας ημέρας συμμετείχε στον αγώνα η Βρετανική Αεροπορία, η οποία -αφού αρχικά εξασφάλισε την κυριαρχία αέρος- στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας αεροπλάνα διώξεως με ειδικό οπλισμό εναντίον οχημάτων, προκάλεσε στον εχθρό σημαντικές απώλειες σε προσωπικό, οχήματα, άρματα μάχης και πυροβόλα. Έτσι τον ανάγκασε να διακόψει την επίθεσή του και να αποσυρθεί στους αρχικούς χώρους εξορμήσεώς του.

Από την επομένη της αποκρούσεως της γερμανικής επιθέσεως μέχρι τις 18 Μαρτίου, το αναγνωριστικό απόσπασμα του Ιερού Λόχου σε συνεργασία με τα γαλλικά τμήματα επανέλαβε τη δράση του και τις νυχτερινές καταδρομικές ενέργειες εναντίον εχθρικών θέσεων. Στις 13 του μηνός, μικρή περίπολος Ιερολοχιτών κατόρθωσε να προωθηθεί σε βάθος, πέρα από τις φίλιες γραμμές επιτηρήσεως, και να πυρπολήσει εχθρικό αεροπλάνο που είχε πραγματοποιήσει αναγκαστική προσγείωση. Τέλος, στις 19 του ίδιου μηνός, γαλλικές δυνάμεις με συμμετοχή τμήματος από δώδεκα Τζιπ του Ιερού Λόχου, εκδήλωσαν επίθεση και πέτυχαν την ανακατάληψη του υψώματος Ελ Ουτίντ που δέσποζε στη βορειοανατολική κατεύθυνση της τοποθεσίας του Κσαρ Ριλάν και το οποίο είχε παραμείνει στην κατοχή των Γερμανών από την επίθεση της 10ης Μαρτίου. Στη διάρκεια των ενεργειών αυτών ένας Ιερολοχίτης φονεύθηκε και άλλος ένας τραυματίσθηκε βαριά(1) .

Η Επίθεση των Συμμάχων κατά της Οχυρωμένης Τοποθεσίας Μαρέθ

(Σχεδιάγραμμα 11)

Η επίθεση της 8ης Βρετανικής Στρατιάς για την κατάληψη της οχυρωμένης τοποθεσίας Μαρέθ εκδηλώθηκε τη νύχτα της 20ής Μαρτίου με κατά μέτωπο επίθεση του 30ού Σώματος Στρατού και ταυτόχρονη υπερκερωτική κίνηση από το αριστερό, μέσα από την έρημο, της 2ης Νεοζηλανδικής

Μεραρχίας ενισχυμένης με την 8η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία. την ίδια νύχτα και ενώ οι δυνάμεις της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας ενεργούσαν επιθετικά προς Κσαρ Ταρσίν και προς τα βορειοανατολικά, οι γαλλικές δυνάμεις και τμήμα με είκοσι τρία Τζιπ του Ιερού Λόχου ενεργούσαν ως πλαγιοφυλακή του δεξιού της Μεραρχίας αυτης.

Τις επόμενες ημέρες, το τμήμα πλαγιοφυλακής του Ιερού Λόχου οργάνωσε Σημεία Στηρίγματος από τον υψοδείκτη 298 μέχρι την οδό Μεντενίν- Χαλούφ-Μπιρ Σουλτάν, απ’ όπου εξορμούσαν αναγνωριστικές περίπολοι προς Τάμιρετ και Χαλούφ. Το υπόλοιπο του Ιερού Λόχου προχώρησε από τη νύχτα της 20ής Μαρτίου 1943 προς τον υψοδείκτη 298, ενώ την επόμενη ημέρα διέθεσε περίπολο από τρία Τζιπ σε γαλλικό απόσπασμα, το οποίο κατέλαβε με νυχτερινή ενέργεια το Μπιρ Ρεζέν, σαράντα πέντε χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Μπιρ Σουλτάν. Η προέλαση προς το Μπιρ Ρεζέν εξελίχθηκε με δυσκολία, εξαιτίας του δύσβατου εδάφους αλλά και της συστηματικής και συνεχούς δράσεως της εχθρικής αεροπορίας. Τέλος, τα υπόλοιπα Τζιπ του Ιερού Λόχου διατέθηκαν για αναγνωριστικές περιπολίες, σύνδεσμο και άλλες τακτικές αποστολές.

Στο μεταξύ, η κατά μέτωπο επίθεση εναντίον της οχυρωμένης τοποθεσίας Μαρέθ από το 30ό Βρετανικό Σώμα Στρατού δεν σημείωσε πρόοδο, λόγω της ισχυρής αντιδράσεως του εχθρού. Έτσι, ο Στρατηγός Μοντγκόμερυ αποφάσισε τη διακοπή της επιθέσεως και την ενίσχυση της υπερκερωτικής ενέργειας της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας. Για το σκοπό αυτό, το 10ο Σώμα Στρατού προχώρησε το πρωί της 23ης Μαρτίου, διέσχισε την έρημο και ενώθηκε με τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία στις 25 του μηνός, προ της στενωπού Μπόγλας. Ταυτόχρονα, η 4η Ινδική Μεραρχία εισχώρησε στον ορεινό όγκο δυτικά της γραμμής Μαρέθ και εκκαθάρισε την οδό Μεντενίν-Κσαρ Ελ Χαλούφ-Μπιρ Σουλτάν. Τα τμήματα του Ιερού Λόχου με τις γαλλικές δυνάμεις συνέχισαν να αποστέλουν περιπόλους αναγνωρίσεως και να εξασφαλίζουν το σύνδεσμο των συμμαχικών δυνάμεων που προέλαυναν στην περιοχή κάτω από συνεχή και σφοδρή εχθρική αεροπορική δράση ημέρα και νύχτα. Από το πρωί της 24ης Μαρτίου, τμήματα του Ιερού Λόχου προωθήθηκαν προς το δυτικό έρεισμα της στενωπού Μπόγλας, προκειμένου να καλύψουν πλευρική εχθρική απειλή της καροποίητης οδού που οδηγούσε από το χωριό Ματμάτα.

Η επίθεση του 10ου Σώματος Στρατού για την κατάληψη της στενωπού Μπόγλας άρχισε το απόγευμα της 26ης Μαρτίου. Η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία με την 8η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία τέθηκαν επικεφαλής της επιθέσεως, διέσχισαν τις πρώτες εχθρικές γραμμές και ακολουθούμενες από την 1η Τεθωρακισμένη Μεραρχία πέτυχαν να εισδύσουν σε μεγάλο βάθος και να βρεθούν, την αυγή της επομένης, στα νώτα του όγκου των τεθωρακισμένων του εχθρού, σε απόσταση είκοσι πέντε χιλιομέτρων από την Ελ Χάμα. Η επίθεση συνεχίσθηκε όλη την ημέρα, στη διάρκεια της οποίας επιτεύχθηκε ρήγμα στην κύρια αμυντική τοποθεσία και επακολούθησε καταδίωξη του εχθρού μέχρι τρία χιλιόμετρα προ της Ελ Χάμα, όπου όμως η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία συνάντησε ισχυρή σε βάθος αντιαρματική άμυνα.

Ένεκα της καλά οργανωμένης αμυντικής αυτης γραμμής, οι Γερμανοί πέτυχαν, παρά την υπερκέρασή τους από δυτικά, να συγκρατηςουν και να διατηρήσουν ανοιχτό μέχρι τις 28 Μαρτίου τον παραλιακό διάδρομο, από τον οποίο συμπτύχθηκαν οι δυνάμεις της γραμμής Μαρέθ και μεταφέρθηκαν βόρεια του Γκαμπές. Η εκκένωση της Ελ Χάμα και η κατάληψη της γραμμής Ελ Χάμα- Γκαμπές πραγματοποιήθηκε στις 28 Μαρτίου. Στις 1300 της επόμενης ημέρας, η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία κατέλαβε την πόλη Γκαμπές και ενώθηκε με ταπροωθημένα τμήματα των βρετανικών δυνάμεων, που προέλαυναν από την πλευρά του παραλιακού διαδρόμου.

Ο Ιερός Λόχος και οι γαλλικές δυνάμεις του Στρατηγού Λεκλέρ, συνέχισαν την προηγούμενη δραστηριότητά τους καθόλη τη διάρκεια της συμμαχικής επιθέσεως. Μετά την κατάληψη της πόλεως Γκαμπές και την υποχώρηση των γερμανοϊταλικών δυνάμεων είκοσι πέντε χιλιόμετρα βορειότερα, στη νέα αμυντική γραμμή του ρεύματος Ουάντι Ακαρίτ, ο Ιερός Λόχος μετακινήθηκε και το πρωίτης 30ής Μαρτίου στάθμευσε πέντε χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Γκαμπές.    Στο χώρο αυτό παρέμεινε, αναμένοντας νέες διαταγές για τις μελλοντικές επιθετικές επιχειρήσεις ) .

Η Μάχη Ουάντι Ακαρίτ (6 Απρ. 1943) – Προέλαση μέχρι Ενφινταβίλ – Επιστροφή Ιερού Λόχου στην Αίγυπτο (Σχεδιαγράμματα 8, 12)

Από τις 3 Απριλίου 1943, ο Ιερός Λόχος -μετά από διαταγή της 8ης Βρετανικής Στρατιάς- έπαυσε να υπάγεται στις γαλλικές δυνάμεις του Στρατηγού Λεκλέρ και εντάχθηκε στη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία. την επόμενη ημέρα ο Διοικητής της Αντιστράτηγος Φρέυμπεργκ επιθεώρησε το Λόχο στον καταυλισμό του, πέντε χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Γκαμπές.

Στις 5 Απριλίου ο Ιερός Λόχος, με διαταγή της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας, διατέθηκε στο Σύνταγμα Μηχανοκίνητου Ιππικού της, που αποτελούνταν από δύο μοίρες ελαφρών αρμάτων και μία μοίρα Δραγώνων με βαριά τεθωρακισμένα οχήματα. την ίδια ημέρα, ο Ιερός Λόχος μεταστάθμευσε στο χώρο του Συντάγματος Μηχανοκίνητου Ιππικού, όπου και έλαβε τη διαταγή επιθέσεως για την επομένη εναντίον της οργανωμένης τοποθεσίας Ουάντι Ακαρίτ. Σύμφωνα με τη διαταγή αυτή, ο Ιερός Λόχος διέθεσε σε κάθε Μοίρα του Μηχανοκίνητου Ιππικού από μία Ομάδα των εννέα Τζιπ και αμέσως άρχισαν οι σχετικές προπαρασκευές για την επίθεση. Η αποστολή των τριών αυτών μικτών τμημάτων (Μοίρα Συντάγματος Μηχανοκίνητου Ιππικού συν Ομάδα του Ιερού Λόχου) ήταν να επιτεθούν με το πρώτο κλιμάκιο και σε ευνοϊκή εξέλιξη να χρησιμοποιηθούν για την εκμετάλλευση της επιτυχίας. Η τοποθεσία Ουάντι Ακαρίτ αποτελούνταν από μια ευρεία αυλάκωση του εδάφους μεταξύ του κόλπου του Γκαμπές και των αλμυρών ελών ΣοΠ, μήκους δέκα οκτώ περίπου χιλιομέτρων. Ένεκα της στενότητας του μετώπου, της αδυναμίας υπερκεράσεώς του από τα πλευρά και της υπάρξεως διαδοχικών σε βάθος δεσποζόντων υψωμάτων, που αποτελούσαν αντιαρματικά κωλύματα, η τοποθεσία αυτή προσφερόταν για τη διεξαγωγή αποτελεσματικής άμυνας.

Το σχέδιο επιθέσεως της 8ης Βρετανικής Στρατιάς προέβλεπε επίθεση με το 30ό Σώμα Στρατού για τη διάσπαση του μετώπου και την εγκατάσταση προγεφυρώματος και αμέσως μετά εκμετάλλευση της επιτυχίας με το 10ο Σώμα Στρατού. Η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία, στην οποία είχε διατεθεί ο Ιερός Λόχος, αρχικά αναλάμβανε ρόλο απασχολήσεως σε ολόκληρο το μέτωπο και στη συνέχεια θα συμμετείχε υπό το 10ο Σώμα Στρατού στην εκμετάλλευση της επιτυχίας(1) .

Η επίθεση άρχισε τις πρωινές ώρες της 6ης Απριλίου. Ο αγώνας για την κατάληψη των διαδοχικών υψωμάτων και των στενωπών υπήρξε σκληρός, ενώ η δράση του εχθρικού πυροβολικού και της εχθρικής αεροπορίας ήταν συνεχής και αμείωτη. Τα τμήματα του Ιερού Λόχου δέχθηκαν στο χώρο εξορμήσεώς τους αλλεπάλληλες σφοδρές αεροπορικές επιθέσεις με βομβαρδισμούς και πολυβολισμούς.

Προ της ορμής των επιτιθεμένων ο εχθρός άρχισε να υποχωρεί από το μεσημέρι και μετά.    Τα τμήματα του Μηχανοκίνητου Ιππικού της 2ης

Νεοζηλανδικής Μεραρχίας με τα αντίστοιχα τμήματα του Ιερού Λόχου άρχισαν αμέσως να προωθούνται. Η προώθηση υπήρξε βραδεία και δυσχερής, εξαιτίας των εκτεταμένων ναρκοπεδίων και αντιαρματικών κωλυμάτων, της εδαφικής διαμορφώσεως, του πυκνού εχθρικού πυρός και των συνεχών και σφοδρών εχθρικών αντεπιθέσεων. Τις απογευματινές ώρες, από πολυβολισμούς εχθρικού αεροπλάνου τραυματίσθηκε θανάσιμα ο Ίλαρχος Μπουρδάκος Γρηγόριος. Τέλος, το βράδυ -υπό την κάλυψη του σκότους- άρχισε η σύμπτυξη των γερμανοίταλικών δυνάμεων προς τα βόρεια.

Η σύμπτυξη του εχθρού εξελίχθηκε, κατά τη διάρκεια της νύχτας 6/7 Απριλίου, σε γενική υποχώρηση. Από το πρωί της 7ης του μηνός, οι μονάδες της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας, με τη συμμετοχή των ομάδων του Ιερού Λόχου, ανέλαβαν εντατική καταδίωξη του εχθρού που υποχωρούσε. Στην καταδίωξη συμμετείχε και η Ομάδα Διοικήσεως του Ιερού Λόχου που θα ενεργούσε προς τέταρτη κατεύθυνση. Η καταδίωξη, μέσα από τα εχθρικά ναρκοπέδια και τα άλλα αμυντικά κωλύματα, συνεχίσθηκε μέχρι το βράδυ με αποτέλεσμα τη σύλληψη πολλών αιχμαλώτων και την κυρίευση άφθονου πολεμικού υλικού. την ίδια ημέρα, βρετανικές δυνάμεις συνενώθηκαν με αμερικανικά και γαλλικά τμήματα στην περιοχή Ελ Γκεντάρ κοντά στην Γκάφσα.

Τη νύχτα 7/8 Απριλίου, η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία, συνεχίζοντας την προέλασή της κατόρθωσε να παρακάμψει τους Γερμανούς που υποχωρούσαν κατά μήκος της αμαξιτης οδού από Γκαμπές προς Σφαξ και στις 8 του μηνός να αποκλείσει την οδό υποχωρήσεώς τους, σε βάθος εξήντα χιλιομέτρων. Η εμφάνιση στον αγώνα, ανατολικά της λίμνης Ελ Νουέλ, εξήντα γερμανικών αρμάτων, αντιμετωπίσθηκε με την επέμβαση μιας βρετανικής ταξιαρχίας βαρέων αρμάτων, η οποία κατόρθωσε να διασκορπίσει την εχθρική δύναμη και να διευκολύνει τη συνέχιση της καταδιώξεως. Τα τμήματα του Ιερού Λόχου συνεργάσθηκαν με την ταξιαρχία αυτή στην πρώτη γραμμή και κινήθηκαν μαζί της μέχρι τα μεσάνυχτα της ίδιας ημέρας, φθάνοντας σε απόσταση εβδομήντα χιλιομέτρων, νοτιοδυτικά της πόλεως Σφαξ.

Στις 9 Απριλίου, τα τμήματα του Ιερού Λόχου προέλασαν με κατεύθυνση ανατολικά, προσπαθώντας παράλληλα να τηρήσουν το σύνδεσμο με την 7η Βρετανική Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, ενώ η 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία που κινούνταν βορειοανατολικά εξουδετέρωσε διάφορες αντιστάσεις του εχθρού. Μέχρι το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο Ιερός Λόχος, περνώντας την πόλη Σφαξ που είχε ενωρίτερα καταληφθεί από συμμαχικά στρατεύματα, στάθμευσε σε απόσταση είκοσι χιλιομέτρων από αυτή(1) .

Η καταδίωξη του εχθρού, με τη συμμετοχή του Ιερού Λόχου, συνεχίσθηκε και στις 10 Απριλίου, οπότε καταλήφθηκε το Ελ Τζεμ, ενώ τις επόμενες ημέρες, 11 και 12 του μηνός, τμήματα των οπισθοφυλακών των Γερμανών προσπάθησαν να προβάλουν αντίσταση, εννέα χιλιόμετρα προ της Σους. Το πρωί της 12ης Απριλίου, το Μηχανοκίνητο Ιππικό της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας κατόρθωσε να ανατρέψει τα τμήματα του εχθρού και μέχρι το απόγευμα, να προωθηθεί στη γραμμή των υψωμάτων από τη λίμνη Γκέλμπα έως τη θάλασσα, βορειοανατολικά της Σους. Η πόλη Σους καταλήφθηκε την ίδια ημέρα από τμήματα του Ιερού Λόχου, τα οποία έγιναν δεκτά από τον πληθυσμό με απερίγραπτο ενθουσιασμό.

Από τις 13 Απριλίου, το Σύνταγμα Μηχανοκίνητου Ιππικού της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας μαζί με τον Ιερό Λόχο διατάχθηκαν να προωθηθούν προς την πολίχνη Ενφινταβίλ. Κατά την προώθησή τους αυτή αντιμετώπισαν συνεχή άμυνα του εχθρού σε σειρά απόκρημνων υψωμάτων, τα οποία καλύπτουν αμφιθεατρικά την Ενφινταβίλ. Παρά τη σφοδρότητα των πυρών του εχθρικού πυροβολικού έγινε αναγνώριση της εχθρικής διατάξεως και των κύριων σημείων αντιστάσεως. την ίδια ημέρα, τμήματα νεοζηλανδικού Πεζικού άρχισαν να εγκαθίστανται στην τοποθεσία, ενώ το Σύνταγμα Μηχανοκίνητου Ιππικού διατάχθηκε να αποσυρθεί σε βάθος δέκα πέντε χιλιομέτρων από τις εχθρικές θέσεις. Ο Ιερός Λόχος παρέμεινε στην περιοχή και συνέχισε την αποστολή περιπόλων για την τήρηση της επαφής με τον εχθρό μέχρι το βράδυ της 15ης Απριλίου, οπότε αποσύρθηκε και αυτός στην έδρα του Συντάγματος Μηχανοκίνητου Ιππικού. Από τη θέση αυτή το πρωί της επομένης, έστειλε περίπολο με αποστολή την αναγνώριση της περιοχής πριν από την πολίχνη Ενφινταβίλ για τον εντοπισμό εχθρικών ναρκοπεδίων.    την ίδια ημέρα, ανεφοδιαστική Ομάδα έξι Ιερολοχιτών, στην προσπάθειά της να βρει και να ανεφοδιάσει την περίπολο που ενεργούσε στην περιοχή, εισχώρησε στην κατεχόμενη από τον εχθρό Ενφ ινταβίλ και αιχμαλωτίσθηκε(2) .

Στις 17 Απριλίου, ο Ιερός Λόχος έλαβε επείγουσα διαταγή να αποχωρήσει από τη γραμμή του μετώπου και να επιστρέψει στην Αίγυπτο, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί, μετά από σύντομη αναδιοργάνωση και εκπαίδευση, στις επιχειρήσεις που μελετούσαν τότε οι Σύμμαχοι για την απελευθέρωση των νήσων του Αιγαίου.

Ο Ιερός Λόχος επιθεωρήθηκε την ίδια ημέρα από το Διοικητή της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας Στρατηγό Φρέυμπεργκ και αμέσως αναχώρησε. Ακολουθώντας την παραλιακή οδό, το βράδυ έφθασε στη Λα Χένσα και την επομένη δια μέσου Σφαξ στο Γκαμπές. Στις 19 Απριλίου έφθασε είκοσι χιλιόμετρα δυτικά της Τριπόλεως, όπου παρέμεινε επί δυο ημέρες για επιθεώρηση, επισκευές των αυτοκινήτων, ανεφοδιασμό και ανάπαυση του προσωπικού. Από το μεσημέρι της 22ας Απριλίου συνέχισε την κίνησή του προς τα ανατολικά, πάντα από την παραλιακή οδό και διαδοχικά έφθασε το βράδυ της ίδιας ημέρας στη Μιζουράτα, στις 23 του μηνός σε περιοχή ογδόντα εφτά χιλιόμετρα δυτικά της Νουφίλια, στις 24 στην Αγκεντάμπια, στις 25 στη Βεγγάζη και στις 26 στη Μαράουα, όπου και παρέμεινε μια ημέρα για ανάπαυση. Το βράδυ της 28ης Απριλίου βρισκόταν δέκα επτά χιλιόμετρα δυτικά της Ντέρνα, στις 29 στο Μπουκ-Μπουκ και στις 30 στην Αμίρια. Στην Αμίρια έμεινε πάλι μια ημέρα για ανάπαυση και στις 2 Μαίου 1943, φθάνοντας στο Κάιρο, στρατοπέδευσε στην περιοχή των    Πυραμίδων,    εκεί απ’ όπου είχε αναχωρήσει και όπου θα παρέμενε για αναδιοργάνωση και εκπαίδευση ) .

Οι επιχειρήσεις της Βόρειας Αφρικής αποτέλεσαν τη νικηφόρα έναρξη των αγώνων με τους οποίους ο Ιερός Λόχος έγραψε την πραγματικά ένδοξη ιστορία του κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Παρά το ότι συμμετείχε σε αυτές την περίοδο της αρχικής συγκροτήσεως του -που έγινε με μεγάλες δυσχέρειες, ελλείψεις και αντιθέσεις- η απόδοσή του στο πεδίο της μάχης υπήρξε αντικείμενο θαυμασμού και γενικότερης αναγνωρίσεως από τους Συμμάχους. Αυτό ασφαλώς οφείλεται στη μέχρι αυτοθυσίας φιλοπατρία των ανδρών του, σε συνδυασμό με τη σκληρή, αν και σύντομη, εκπαίδευση και στο «Πνεύμα Μονάδας » που αναπτύχθηκε.

Για τη μετάβαση, επιστροφή και συμμετοχή του στις επιχειρήσεις διένυσε περίπου 35.000 χιλιόμετρα, τα περισσότερα μέσα στην αφιλόξενη Αφρικανική Έρημο. Οι απώλειές του υπήρξαν σχετικά μικρές και ανήλθαν σε 3 νεκρούς, 9 τραυματίες και 11 αγνοουμένους(2) . Από τους τελευταίους οι 3 απελευθερώθηκαν μετά την ολοκληρωτική κατάληψη της Τυνησίας από τους Συμμάχους.

  • Σχεδιάγραμμα 8.

Αξιωματικοί: νεκροί 3, τραυματίες 8 και αιχμάλωτοι η αγνοούμενοι 5.

Οπλίτες: τραυματίας 1 και αιχμάλωτοι η αγνοούμενοι 6.


Discover more from Θεματα Στρατιωτικης Ιστοριας

Subscribe to get the latest posts to your email.