Το ολοκαύτωμα των αετών: Η συμμετοχής της Σχολής Ευελπίδων στον αγώνα 1940-1944


Μέσα στη συμφορά υπάρχει πράγματι ως άνακούφισις ή άναγνώρισις ακόμη και από τούς εχθρούς, Γερμανούς και Ιταλούς, της γενναιότητος, την όποιαν επέδειξεν ό στρατός μας. Εΐνε μιά άναγνώρισις φυσική, αλλά και γνώριμη στούς πολε μιστάς, γιατί ποτέ δεν παρουσιάσθη περίπτωσις ένας νικητής να μη αναγνώριση ως απονομήν δικαιοσύνης την γενναιότητα ενός γενναίου ήττημένου. Μά αν σε μιά φράσι για το στρατό μας: «υπήρξε γενναίος, ό γενναιότερος όλων όσων πολέμησαν μαζί μας», οι αντίπαλοι συνώψισαν την έντύπωσίν των, πόσα και πόσα δεν θα μπο­ρούσαν να γραφούν από της πλευράς της δικής μας.
Τα μονοπάτια και τα κατσάβραχα τα Αλβανικά τα απάτητα σέ κοινό· αν­θρωπο, τα ατέλειωτα Μάλι, αί χαράδρες και αΐ φάραγγες, ή βροχή και ή λάσπη, το χιόνι και το κρύο, ή πείνα και ή ψείρα,, θα μπορούσαν να αποτελόσουν μιά άτέ λειωτη χορωδία για να υμνούν τον ημίθεο φαντάρο, τον επάξιο πυροβολητή, τον ισά­δελφο ίππέα, τον δημιουργό μηχανικό, τον νυκτόβιο ηρωικό ήμιονηγό, τον άξιο σε­βασμού οδηγό και όλη τη χορεία των ήρώων, τα έμψυχα και άψυχα ακόμη, πού το καθένα αποτελεί μιά ιστορική σειρά: και το σύνολόν των νεωτέρα θρυλική Ιστορία, της οποίας οι ηρωισμοί θα ταχθούν κοντά σ’ ό,τι έφκιασε το Σούλι, το Άρκάδι, το Ζάλογγο, το Μεσολόγγι και τόσοι και τόσοι πατριωτικοί άστερισμοί. Κάθε στρατιώτης και ιστορία, κάθε Σύνταγμα και θρύλος. Ποιό να ξεχωρίση κανείς άπ’ όλα, πού το ένα προσπαθούσε να ξεπεράση το άλλο και όλα μαζί να γίνουν άξια της εντολής της πατρίδος. Τούς τσολιάδες τούς ξεχώρισε το όνομα, τούς ξεχώρισε ή όρμή, ορμή του αγνού πού περιέκλεισε και σ’ αυτόν τον πόλεμο, όπως πάντα, σ’ όλη της την φωτεινή ‘μεγαλοπρέπεια την πατρίδα. «Αν κάποτε στηθή αναμνη­στικό μνημείο άς παραστήση εκείνον πού το δικαιούται πιο πολύ μέσα στο ηρωικό σύνολο, τον αγρότη και δίπλα σ’ αυτόν σκυφτές γονατιστές οπήν πίκρα, αλλά και στην πίστι, στην λατρεία και στην υπομονή, την αθάνατη μάννα, την ηρωική σύ­ζυγο, την καρτερική άδελφή, την ιερή και μεγαλόψυχη γυναίκα.
Αθάνατοι τσολιάδες και τιμημένοι στρατιώται κάθε όπλου, σκύβοντας στο αλέτρι μη βαρυγκομάτε, γιατί υπήρξατε οι Έλληνες. Ηρωικοί αξιωματικοί τούτων μη πονήτε. Δεν πέθανε ή πατρίδα μας και του στρατού της την γενναιότητα την άνεγνώρισε ακόμη και ό εχθρός. Αθάνατα συντάγματα, πού το ένα υπήρξε ισά­δελφο του άλλου.
Μά αν έπρόκειτο τα συντάγματα αυτά να μιλήσουν,αν επρόκειτο να ψηφίσουν και να παρουσιάσουν το αρχηγό τους σύνταγμα, θα γονατίζουν πρώτα και με μιά φωνή για ν’ άκουσθή άπ’ άκρου εις άκρον της ‘Ελλάδος και από τα άκρα σ’ όλο τον κό­σμο, θα φώναζαν και θα διεκήρυτταν: «εΐνε το σύνταγμα των αετών, εΐνε το σύν­ταγμα των Ευελπίδων, το τιμητικό αυτό Σύνταγμα των εθνικών αποστόλων, πού το σχημάτισαν για πρώτη φορά ή τάξις του 40 και οι μικρότερες. Ή τάξις των αετών, πού έδωσε τον εαυτό της ολοκαύτωμα φωτεινό και αντάξιο της εθνικής φω­λιάς, από την οποίαν νεοσσοί την ήλικίαν, μά γίγαντες σέ εθνική ψυχή, επέταξαν προς την δόξαν. Οί αετοί αυτοί επέταξαν από την Σχολήν και διμοιρΐται γερακιον έξώρμησαν. Το ατσάλι πού διαρκώς σφυροκοπούσε δεν τούς έτρόμαξε, το γάζωμα των πολυβόλων δεν τους σταμάτησε, ή κόλασις του πυρός δεν τούς έκράτησε, ό θάνατος δεν τούς λύγισε.
Τί και αν οι αετοί αυτοί έδωσαν την ζωήν τους στο έξορμητικόν ολοκαύτωμα Συνέχισαν το δρόμο τους και όταν κάποτε μετρήθηκαν είδαν ότι στην εντολή της πατρίδας από τους 150 έμειναν οι 50.
‘Όσοι τούς ξεύραμε, όσοι τούς είδαν, όσοι τούς θαύμασαν άς γονατίσουμε και να τούς πούμε σαν σε προσευχή: «’Αετοί! Ή ψυχή συνέχισε το πέταγμα εις τον Θεόν, το ολοκαύτωμά σας δεν επήγε χαμένο, εσχη μάτισε την πανύψηλη και πανώρια λαμπάδα πού όποιος θέλει, όποιος νοιώθει και όποιος πιστεύει θα την βλέ πη πάντα να στέκη ολόρθη για να φωτίζη το δρόμο της τιμής, τον δρόμο του κα­θήκοντος, τον δρόμο της θυσίας, πού έχει ένα όνομα Θεϊκά μεγάλο, πού όλοι το ξεύρουν και το Φωνάζουν: «Ελλάδα».

Κυττάξτε κατάματα την λαμπάδα αυτή, προσέξατε τας φωτεινάς ακτίνας της και διαβάσατε. Κάθε άκτίς και όνομα, κάθε άκτίς και παλληκάρι, κάθε άκτίς και αετός, πού ξέφυγε και πέταξε από την Σχολή των Ευελπίδων φέροντας στα φτερά του την αδαμάντινη εντολή «Εΐς οιωνός άριστος άμύνεσθαι περί πάτρης». Κοιτάξτε τούς αετούς ό ένας ξεπέρασε τον άλλο στο δρόμο, ποιος πιο γρήγορα να φέρη στο Θεό του εξαϋλωμένος σέ ψυχή την εντολή πού πήρε απ’ το ξεχωριστό δημιούργημά του, πού είνε ό Ελληνικός Λαός. Κάποιος άγγελος κράτησε τα ο­νόματα τους και τάβαλε επάνω στη φωτεινή λαμπάδα της Σχολής. Και αυτά θα τα διαβάσωμε γονατιστοί σέ μνημόσυνο ευλαβικό και τότε θα άκούσωμε: «Δεν πέθαναν, μά πέταξαν στο Θεό οι αετοί».

Ανθυπολοχαγοί Πεζικού:
1 ) Χατζόπουλος,
2) Νίκας,
3) Σμυρλής,
4) Νιώτης,
5) Ευθυμίου,
6) Σταυρίδης,
7) Φοινινής,
8) Παπαγεώργης,
9) Νάσσης,
10) Μαλισιόρας,
11) Ραφαέλος,
12) Βλάχος,
13) Παρασκευάς,
14) Κουμπούλης,
15) Μαυριλάκης,
16) Βαλάσσης,
17) Ράίσης,
18) Αποστολόπουλος,
19) Κανδιλάπτης,
20) Άνεζίνης,
21) Κοφινάς,
22) Βλαχιώτης,
23) Κονίδης,
24) Πρωτοπαππάς,
25) Βούχης,
26) Μέλιος,
27) Κόκκας,
28) Στυλιανόπουλος,
29) Κυπριανός,
30) Κοφινάκος,
31) Πόλης,
32) Σαββάκος,
33) Μπρούμας,
34) Καράμπελας,
35) Κονσουλίδης,
36) Άκπάσης,
37) Παπαδημητρίου,
38) Πατμανίδης,
39) Μπούφης,
40) Μαγκρίας,
41) Γερογιάννης,
42) Βλάχος,
43) Καρΐνος,
44) Παρασίδης,
45) Γραμμένος,
46) Γερμανός,
47) Μητρομάρας,
48) Βλάσης,
49) Καραθανάσης,
50) Πολίτης,
51) Άνδροβιτσανέας,

και οι άλλοι σύντροφοι στο ολο­καύτωμα συμμαθηταί των, πού δεν έχω τα ονόματά τους για να τ’ ανοίξω στο εθνικό προσκύνημα.

Στον αγώνα της Κρήτης, έδωσαν την ζωήν των οι Ευέλπιδες:
1. ΙΑΤΡΟΥΛΗΣ ΝΙΚΟΛ.
2. ΚΑΡΑΜΠΕΤΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
3. ΚΟΥΒΕΛΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
4. ΚΟΥΤΣΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
5. ΜΩΡΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
6. ΠΑΠΑΓΕΩΡΠΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
7. ΡΕΒΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

Στα βουνά και στην άντίστασι κατά του εχθρού, οι Ευέλπιδες:
1. ΡΟΓΚΑΚΟΣ ΗΛΙΑΣ
2. ΜΑΝΩΛΑΚΗΣ ΣΤΕΦ.
3. ΓΚΛΕΖΑΚΟΣ Θ.
4. IΑΤΡΙΔΗΣ ΑΛΕΚ.
5. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΛΕΩΝ.
6. ΠΑΠ ΑΓIΑΝΝΟΠΟΥΛΟ Σ ΣΤ.
7. ΠΑΠΑΓΕΩΡΠΟΥ ΝΙΚ.
8. ΜΟΥΖΑΚΙΤΗΣ ΚΩΝΣΤ.
9. ΣΚΕΡΠΑΝIΑΣ ΝΙΚΟΛ.
10. ΚΩΣΤΟΠΟΥΑΟΣ ΠΕΤΡ.
11. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ Π.
12. ΤΣΑΛΑΚΟΣ ΗΛ.

Και υπερασπίζοντας την Σχολή Ευελπίδων:
Έπεσε μέσος στη Σχολή προασπίζοντας τον ιερόν τούτον χώρο ό Εύελπις ΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ.

Αλλά και έξω από την Σχολήν κατά την κατοχήν έπεσαν οι Ευέλπιδες:
1. ΔΗΜΗΤΡIΑΔΗΣ ΘΕΟΔ.
2. ΠΕΡΡΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝ.

Στους αετούς παραστέκουν και άλλοι πιο μεγάλοι σέ ηλικία και βαθμό. Ανοίξτε το βιβλίο του θανάτου και θα τούς εύρήτε όλους, αναρίθμητους αξιωματι­κούς, πού αγκαλιασμένοι με τούς έφεδρους συναδέλφους των και με τούς ηρωικούς στρατιώτας των γεμίζουν ατέλειωτες σελίδες. Το διάβασμα θα φέρη το κλάμα, το κλάμα το ρίγος της εθνικής υπερηφάνειας και έπειτα το γονάτισμα σέ προσευχή κρατώντας το εθνικό ευαγγέλιο των αθανάτων πού γραψαν την νεωτέρα Ελληνική Ιστορία.
’Έτσι ό αρχηγός Βασιλεύς Γεώργιος Β’ με τούς αετούς επέταξαν στην αθα­νασία και έγραψαν τα νέα κεφάλαια στην Ιστορία μας, στην ιστορία της πατρίδος μας. Έτσι συνεχίζεται ή κληρονομιά.

Έτσι συνεχίζεται ή Εντολή «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθε περί πάτρης», ή προμετωπϊς αυτή της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων.


Discover more from Θεματα Στρατιωτικης Ιστοριας

Subscribe to get the latest posts to your email.