Λοχαγός Πυροβολικού
Μπαλτογιάννης Βασίλειος
ΕΟΕΑ (ΕΔΕΣ)
Έκθεσις
Α’ Περίοδος: Δεκέμβριος 1942 μέχρι και Φεβρουάριος 1943
Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος δεν είναι εις θέσιν, ή μάλλον δεν θέλει να αντιληφθεί την αξία του καλού, εάν πρώτα δεν έχει αποκτήσει την πείραν του κακού και γενικά της καταστροφής. Για το λόγο αυτό δεν είναι δυνατόν ποτέ ο άνθρωπος να αντιληφθεί την αξίαν του αγαθού της ελευθερίας, του θείου αυτού δώρου, εάν δεν έχει στερηθεί ταύτης, τουτέστιν εάν δεν έχει γευθεί την δουλείαν. Κατά την διάρκειαν του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου, έπειτα από το θρίαμβο, δεν σκεφθήκαμε ποτέ ότι ήτο δυνατόν να υποδουλοθούμεν και μάλιστα να διαρκέσει η κατοχή επί 4ετίαν περίπου. Φυσικόν ήτο συνεπώς ημείς τουλάχιστον οι μικροί να μη σκεφθούμε για δημιουργία Αντιστάσεως και συγκρότηση ανταρτικών. Μετά την σύμπτιξιν του Απριλίου 1941 και αφού κατόπιν Δ/γών η ΙΙΙ Μερ/χία παρέδωσε τα υλικά της εις Αποθήκας του Ελαιώνος της Πρεβέζης ο δρόμος με έφερε να περάσω με συναδέλφους και στρατιώτας Ηπειρώτες (Ταγ/χης Τζαλονίκος, Λοχαγός Παπανικολάου, Υπολ/γός Τζιάλλας, Ανθ/γός Παπάς κ.α.) τα βουνά του Σουλίου διά του δρομολογίου (Πρέβεζα – Μύτικα – Καμαρίνι – Ζάλογγο – Πολυστάφυλον – Ελαφότοπος – Λίπα – Τσαρίτσαινα – Γρατσανά – Μπαουσιοί – Πλαίσια – Κοσμηρά – Πεδινή.) Διαλέξαμε το δρομολόγιο αυτό γιατί αυτό ήτο πιο ασφαλές και δε θα συναντούσαμε Κατακτητάς. Έτσι δε θα αιχμαλωτιζόμεθα όπως είχε διαδοθεί. Περνώντας από το ανωτέρω δρομολόγιο υποχρεωτικώς, θυμηθήκαμε εκείνους που ποτέ δεν υποδουλόθηκαν και δεν υπέκυψαν στο ζυγό του Αλή Πασά. Ήταν το πρώτο ξύπνημα και κει μου γεννήθηκε η σκέψις ότι πολύ σύντομα θα χρησιμοποιούσαμε και μεις οι νεώτεροι τα απρόσιτα βουνά για λημέρια μας. Αφού εβεβαιώθημεν ότι δεν πρόκειται να συλληφθούμε αιχμάλωτοι πήγαμε στα Γιάννενα και από κει εγώ κατόρθωσα να φθάσω στην οικογένειά μου ευρισκομένην εις Αθήνας την 5-5-41.
Είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι των συναδέλφων ενήργησαν και επέτυχαν να διορισθούν εις διαφόρους θέσεις και κυρίως εις τα Υπουργεία Εφοδιασμού και Παιδείας, εννίοι δε εξ αυτών εις των Δήμον Αθηναίων. Συμβουλευθείς μερικούς φίλους μου και ιδία ανωτέρους μου (Συν/χην Μαυρογέννην, Ταγ/χην Λασπιάν Αθαν. Ταγ/χην Κωστάκην Δημ. και πολλούς άλλους) δεν ενήργησα να τοποθετηθώ εις Αθήνας και μάλλον είχα προσανατολισθεί προς την ιδιαιτέραν μου πατρίδα Ήπειρον. Ήμην όμως αιχμάλωτος της οικογενείας μου και έπρεπε να αναμείνω οπωσδήποτε τον τοκετόν της συζύγου μου η οποία και έτεκε τον υιόν μου Γεώργιον (ο οποίος με εγνώρισε μετά την Κατοχήν το Μάρτιο του 1945) την 6-6-41. Η απόφασις μου επραγματοποιήθη την 12-8-41 και εις την πραγματοποίησιν συνέβαλλε η έλλειψις τροφίμων και αι συμβουλαί των γονέων και αδελφών μου να μεταβώ εις Ήπειρον. Αν έμενα ολίγας δεν θα επραγματοποιείτο η μετάβασις διότι οι Ιταλοί απηγόρευσαν την κίνησην Αξιωματικών. Επί πλέον με εβοήθησε ο Αντ/χης Βόρσας Σταμ. που υπηρετούσε στο αρμόδιο γραφείο με τον Συν/χην Μπαλήν. Φυσικά αυτοί ουδέν εγνώριζαν διά τας μέλλοντικάς μου προθέσεις. Έμεινα στο χωριό μου από Αύγουστον του 1941-Αυγουστον του 1942. Σχεδόν εξ ολοκλήρου είχαμε απορροφηθεί από το επαναστατικό μας ζήτημα και τις αρρώστειες των παιδιών μας.
Από της Ανοίξεως 1942 (τέλος Απριλίου με αρχάς Μαΐου) αρχίσαμε να συζητούμε για αντίσταση. Ο Λοχαγός Πεζικού Παπαδάτος Χρήστος με εμύησε εις την οργάνωσιν Ε.Ε. (Ελλάς – Ελευθερία) και ορκίσθηκα. Μέχρι τέλους του έτους 1942, πλην της μυήσεως και υπ’ εμού φίλων και συγγενών ουδέν επράξαμε και ουδείς ενεφανίσθη διά τον συντονισμόν των ενεργειών μας και γενικώς της δράσεώς μας. Συνεπώς όλα μείνανε μόνο στα χαρτιά. Έπρεπε όμως κάπου και κάπου να δράσωμε ενεργώς. Συμβουλευθείς και την οικογένειάν μου απεφασίσθη να φύγει πρώτα η οικογένεια. Αυτό το επέτυχα τη βοηθεία της Κας Μαρίνας Σταμούλη εξ Ιωαννίνων και αφού πήρα άδεια ταξιδίου έδιωξα την οικογένειαν μου δι’ Αθήνας την 22-12-1942.
Τα μόνα που γνώριζα μέχρι τότε για το τι γενότανε στην ύπαιθρον με τα αντάρτικα ήσαν α) η οργάνωσις ΕΔΕΣ είχε αρχίσει να δρά στην περιοχήν Τζιουμέρκων από του Φθινοπώρου 1942 που όπως είχα μάθει είχε φθάσει από την περιοχήν Βάλτου και από κει ο Στρατηγός Ζέρβας έστελνε όπου εκεί θα μαθαίναμε περί τίνος επρόκειτο.
Το πρωί της 19/2/43 ξεκινήσαμεν και το απόγευμα φθάσαμε εις Κοπάνους. Στο Θεριακίσι συναντήσαμε την ομάδα Ηλία Νίκου, μιλήσαμε μας είπαν την δυσχέρειαν συντηρήσεώς των.
Έμαθαν ότι το αεροπλάνον έρριψε 2 αλεξιπτωτιστάς και εφόδια και κατευθύνοντο και αυτοί εις Κοπάνους να μάθουν καλύτερα και να συναντήσουν τον Υπαρχηγόν οργανώσεως ΕΔΕΣ Πυρομάγλου. Μεταξύ Θεριακισίου και Κοπάνων συναντήσαμεν τον τότε αντάρτην Απόστολον Πανταζήν (αδελφόν του Ταγ/ρχου Πανταζή Κων/νου) ο οποίος μας είπε ότι ανήκει εις την οργάνωση ΕΔΕΣ και ότι μετέβαινε προς Δωδώνη, να μάθει διά τους αλεξιπτωτιστάς και τα εφόδια και τέλος ότι εις Κοπάνους ευρίσκετο ο Υπαρχηγός της ΕΔΕΣ Πυρομάγλου ο οποίος και μας ανέμενε να συζητήσωμεν. (Φαίνεται ο εκεί ευρισκόμενος Λοχαγός Παππάς Αντώνιος θα είχε πληροφορήσει τον Πυρομάγλου ότι επρόκειτο να μεταβούμε εκεί).
Συναντήσαμε εις Κοπάνους το εσπέρας της 19/2/43 τον Πυρομάγλου, μιλήσαμε γενικά, μας εξιστόρησε τα κατορθώματα των ομάδων των Ανταρτών ΕΔΕΣ της περιοχής Τζουμέρκων (και ιδιαιτέρως αν θυμούμαι την επιτυχίαν της ομάδος του Οπλαρχηγού Καραμπίνα, εις το κλειδί που ηνάγκασε με εικοσάδα περίπου ανδρών να συνθηκολογήση ολόκληρο Ιταλικόν Τάγμαν και να υποχρεωθη να επιστρέψη εις Άρταν και να μη εκτελέσει την ανατεθείσαν αποστολήν του).
Την επομένην 20-2-43 συναντηθήκαμεν και πάλι με τον Πυρομάγλου εις την οικίαν του αποστράτου Ανθ/στού εκ Κοπάνων Αθανασίου. Εκεί μας ανέπτυξε το Καταστατικόν της οργανώσεως (χωρίς να μας το δώσει να το διαβάσωμε μόνοι μας πράγμα το οποίον μας ανέβαλεν εις υπονοίας) και συζητήσαμεν επ’ αυτού πλέον των 3-4 ωρών. Εις τη συζήτηση παρευρίσκοντο: Ταγ/ρχης Λάνης, Λοχαγός Μπαλτογιάννης, Λοχαγός Αυγέρης, Λοχαγός Παπάς Αντώνιος, Ανθ/στής Αθανασίου, Λοχαγός εα Σιομάκος (ο οποίος ήτο της οργανώσεως ΕΑΜ και ο σκοπός του ήτο να ψαρέψει και αντιδράσεις και νομίζω οι Ανθ/γοί Λεβέντης Χαράλ. και Μούλιας Ελευθ.
Περί την μεσημβρίαν ανεχώρησαν οι Σιομάκος, Λεβέντης και Μούλιας και μείναμε οι λοιποί όπου και εγευματίσαμε. Εις εμέ τουλάχιστον έκανεν εντύπωση η επιχειρηματολογία του Πυρομάγλου και διεπίστωσα ότι ήτο εις θέσιν να αντικρούσει τον Σιομάκον και τα συνθήματα του ΕΑΜ. Επίσης μου έκανε εντύπωσιν και η πολυφαγία του Πυρομάγλου (και μα την αλήθειαν τον έπτυσα να μην εβασκαθή). Μείναμε σύμψωνοι να διαβιβάσωμεν τα συζητηθέντα εις τους συναδέλφους μας του νομού Ιωαννίνων. Ο Πυρομάγλου μας είπε ότι έπρεπε να φύγει αμέσως γιατί είχε ραντεβού με τον εις Ρωμανόν ευρισκόμενον Ταγ/ρχην Κωνσταντινίδην Απόστολον ο οποίος ανήκεν εις την οργάνωσιν ΕΑΜ και ήδη προσεχώρησεν εις την τοιαύτην ΕΔΕΣ με όλους τους Αξ/κούς του νομού Πρεβέζης.
Εκεί μάθαμε ότι οι αλεξιπτωτισταί ήσαν ο εκ Γονίσης έφεδρος Λοχαγός Κωνσταντινίδης Αγαθοκλής (δικηγόρος) ο οποίος ευρίσκετο εις την Μ. Ανατολήν και ένας επιλοχίας Ασυρματιστής (αγνώστου εθνικότητος κατ’ άλλους Άγγλος κατ’ άλλους Έλλην). Ο Άγγλος ονομάζετο Λώρενς Κ. Μάθαμε μάλιστα ότι ανεχώρησαν εκ της περιοχής Δωδώνης και κατευθύνθησαν εις περιοχήν Ντουσκάρας (Ν. Καλαμά). Έτσι δεν ήτο δυνατόν να τους συναντήσωμε και απεφασίσθη να επιστρέψωμεν την επομένην το πρωί εις Ιωάννινα.
21-2-43 επιστρέψαμε εις Ιωάννινα και το βράδυ μείναμε εις χωρίον Αμπελιάν – 22-2-43 συνεχίσαμε, αφού πρώτα περάσαμε από το χωριό Πεδινή, και περί την μεσημβρίαν φθάσαμε εις Ιωάννινα. Το απόγευμα μιλήσαμε με τους συναδέλφους των Ιωαννίνων οι οποίοι έμειναν ικανοποιημένοι από τον σκοπόν, τας απαιτήσεις και υποχρεώσεις του Καταστατικού της οργανώσεως ΕΔΕΣ.
Εις αυτό συνετέλεσε το ότι άλλοι συνήντησαν (νομίζω μεταξύ αυτών ο Λοχαγός Ζώτος) τον Λοχαγόν αλεξιπτωτιστήν Κωνσταντινίδην Αγαθοκλή από τον οποίον και επληροφορήθησαν τα νέα της Μ. Ανατολής και έλεγαν ότι εκεί επικρατούσε η οργάνωσις ΕΑΜ.
Επί πλέον και ημείς μάθαμε ότι ο εις περιοχήν Λίππας ευρισκόμενος Λοχαγός Παπαδάτος με τους Κολλιοδημητραίους είχε δικιά του σημαία και δεν αποφάσιζε να προχωρήσει εις την οργάνωσιν ΕΔΕΣ.
Συζητήσεις και κόντρα συζητήσεις και αποτέλεσμα μηδέν – Δεν ελήφθει απόφασις να ειδοποιήσωμε ότι συμφωνούμε – Επληροφορήθημεν ότι θα συγκεντρούντο εις Μπαουσιούς οι Πυρομάγλου, Ταγ/ρχης Κωνσταντινίδης Απόστολος (με τους αξ/κούς του), ο αλεξιπτωτιστής Έφεδρος Λοχαγός Κωνσταντινίδης Αγαθοκλής, ο Λοχαγός Παπαδάτος, ο Λοχαγός Ζώτος και πολλοί άλλοι των οποίων τα ονόματα δεν ενθυμούμαι. Πράγματι αυτή η συγκέντρωσις έλαβεν χώραν εις Μπαουσιούς περί το τέλους Φεβρουαρίου με αρχάς Μαρτίου 1943. Τα νέα από το συνέδριον μάθαμε στα Γιάννενα από τον Λοχαγόν Ζώτον και Ανθ/γόν Χαραλαμπόπουλον.
Ο Ταγ/ρχης Κωνσταντινίδης Απόστολος ανέλαβεν την αρχηγεία του ονομασθέντος Υπαρχηγείου Ηπείρου και είχε Υπαρχηγόν τον εκ Μπαουσιών ανισόρροπον Λοχαγόν εα Αναγνωστόπουλον Ευάγγελον.
Ο Παπαδάτος κλπ δεν προσεχώρησεν και ο Ζώτος δεν συμφωνούσε. Ανέμεινα αποτέλεσμα εις τα Γιάννενα μέχρι τέλους του 1ου 10ήμερου του μηνός Μαρτίου 1943. Η γυναίκα μου εις τας Αθήνας κατεφέρετο εναντίον μου και εάν αυτό ήτο αδύνατον να μεταβώ εις Αθήνας έστω και πεζός.
Β’ Περίοδος : Μάρτιος μέχρι 15 Σ/βρίου 1943
Αποφασίζω να φύγω οποσδήποτε.
1) 9-3-43 Ξεκινώ από τα Ιωάννινα, περνώ από το χωριό μου Πεδινή και το βράδυ διανυκτερεύω εις Κοσμηράν και στο σπίτι της αδελφής μου Σοφίας. Το πρωί της 10/3/43 αναχωρώ με σύνδεσμο, περνώ από Μπαουσιούς και από εκεί κατευθύνομαι και φθάνω εις Λίππαν.
Είδα το βράδυ της 10-3-43 τον Ταγ/ρχην Κωνσταντινίδην Απόστολο, γνωριστήκαμε (μάλιστα εξακριβώσαμε ότι έχουμε και συγγένειαν, πρώτος εξάδελφος της μητρός μου είχε νυμφευθεί αδελφήν του. Η γιαγιά μου κατήγετο εκ Κοπάνων) και συζητήσαμε για όλα. Μου διάβασε όλες τις επιστολές του στρατηγού Ζέρβα. Ενθυμούμαι ότι έγραφε γενικά περί της οργανώσεως και των σκοπών της, τον όριζε αρχηγό του ονομασθέντος Υπαρχηγείου Ηπείρου, του έστελνε την πρώτη οικονομική ενίσχυση και του υπέσχετο ότι σύντομα θα στείλει μεγαλυτέρα ενίσχυση, θα έστελνε Άγγλο σύνδεσμο και έπρεπε να αναγνωρίσει πεδίο ρίψεων για να ρίχνουν τα αεροπλάνα απ’ ευθείας τα εφόδια. Πράγματι αυτά πραγματοποιηθήκανε εντός του Μαρτίου 1943 και εστάλη ως σύνδεσμος ο Άγγλος Ταγ/ρχης ΤΟΜ. Επίσης έφθασε εκ Μ. Ανατολής και ο Άγγλος Ταγ/ρχης (ριφθείς με αλεξίπτωτον και μάλιστα είχε τραυματισθεί ελαφρώς) ΜΙΛΛΕΡ ο οποίος και ήτο Αρχηγός της αποστολής εις το Υπαρχηγείον Ηπείρου.
2) Την 11-3-43 συνεχίσαμε τας συζητήσεις με τον Ταγ/ρχην Κωνσταντινίδην Απόστολον. Το απόγευμα της αυτής ημέρας έφθασαν εκεί: οι Λοχαγός Ζώτος, Λοχαγός Παπαδάτος, Ανθ/γός Χαραλαμπόπουλος, Ανθ/γός Αυδίκος, Υπολ/γός Παππάς Επαμ., Ανθ/γός Λεβέντης, Ανθ/γός Μούλιας, 2 Ενωμοτάρχαι και πολλοί άλλοι. Πάλι συζητήσεις και αντιρήσεις αποτέλεσμα μηδέν. Ο Υπολ/γός Παππάς Επαμ. εδήλωνε ότι έχει οικογενειακάς υποχρεώσεις και του ήτο αδύνατον να βγεί έξω και μόνον μπορούσε να προσφέρει υπηρεσίαν εντός των Ιωαννίνων.
Απεφασίσαμε να συζητήσωμε την επομένη 12-3-43 χωριστά συγκεντρωνόμενοι οι Αξ/κοί του Νομού Ιωαννίνων. Πράγματι συνεκεντρώθημεν εν υπαίθρω και έξω από την εκκλησία της Λίππας. Δεν συμφωνούσαν να προσχωρήσωμε στην οργάνωσιν του ΕΔΕΣ και να ορκισθούμε. Ανέλαβα και ανέπτυξα τους λόγους και την ανάγκη να προσχωρήσωμε και τους ετόνισα το αδύνατον της συντηρήσεώς μας ότι απεφασίζετο να αποτελέσωμε ξεχωριστή οργάνωση οι Αξ/κοί Ιωαννίνων. Τους εδήλωσα ότι εγώ έλαβα απόφαση να προσχωρήσω, έστω και μόνος (επ’ αυτού είχα συζητήσει ιδιαιτέρως και με τον ανάπηρον Ταγ/ρχην Πανούσην εις Ιωάννινα με την επιστροφήν μου από Κοπάνους ο οποίος και υποστήριζε το ασύμφορον γενικώς και αδύνατον της συντηρήσεως της ξεχωριστής οργανώσεως) και μετά συνέχισαν συζητήσεις πολλών ωρών επέτυχα και την συγκατάθεσιν των άλλων και το πρωί της 13-3-43 ορκισθήκαμε 13 Αξιωματικοί του Νομού Ιωαννίνων πλην του Υπολ/γού Παπά Επαμ. ο οποίος, ως ανέφερα, δεν ήτο διατεθημένος να βγεί έξω.
3) Την 14-3-43 τακτοποιήσαμε τες λεπτομέρειες και διαιρέσαμε το Υπαρχηγείον Ηπείρου σε Τμήματα.
Εις εμέ ανετέθη η Διοίκησης του VIII Τμήματος Δωδώνης, με έδραν την Αγίαν Αναστασίαν (Πλαίσια Ολύτσικας) και ορίσθη ως βοηθός μου (και υπό τας Διαταγάς μου) ο Ανθ/γός Χαραλαμπόπουλος Μιχαήλ εκ Κωστάνιανης. Τον Στρατηγόν Ζέρβα ουδέποτε είχα γνωρίσει προσωπικώς. Θυμάμαι, όταν ακόμη ήμουν μαθητής στη Στρατιωτική Σχολή φίλος μου μου έδειξε το Ζέρβα στας Αθήνας στον άγνωστο στρατιώτη «Να αυτός είναι ο Ζέρβας».
Μας εδόθησαν Δ/γαί και οδηγίαι διά την οργάνωσιν της περιοχής του Τμήματός μας και διετάχθημεν την επομένην να αναχωρήσωμε και αφού τακτοποιήσαμε ατομικάς μας τυχόν υποθέσεις μας να αρχίσωμε αμέσως την οργάνωσιν των Κοινοτήτων της περιοχής μας (ΕΕ Αγώνος, διαφώτισις, καταγραφή νέων και οπλισμού κλπ).
4) Το πρωί της 15-3-43 ανεχώρησα με τους Υπολ/γόν Παπάν Επαμ., Ανθ/γό Χαραλαμπόπουλον Μιχ., Ανθ/γόν Αυδίκον και με μερικούς άλλους των οποίων τα ονόματα δεν ενθυμούμαι.
Καθ’ οδόν ο Υπολ/γός Παπάς Επαμ. μου μίλησε ιδιαιτέρως και με παρακάλεσε να εισηγηθώ στον αρχηγό Ταγ/ρχη Κωνσταντινίδη Απόστολο και δεχθεί να αναθέσει εις τούτον υπηρεσία εντός των Ιωαννίνων οπότε και αυτός θα εδέχετο να εγγραφεί μέλος της οργανώσεως ΕΔΕΣ.
Παρετήρησα ότι δεν ήτο δικαιολογημένος να προβάλει οικογενειακούς λόγους διότι εν τοιαύτη περιπτώσει εμείς είχαμε μεγαλύτερες ανάγκες και υποχρεώσεις και τούτο διότι επιτέλους είχαμε δημιουργήσει και ατομικήν οικογένειαν (σύζυγο, παιδιά). Ούτος αντέτεινε και υπεστήριζε ότι: Εάν μαθαίνανε οι κατακτηταί ότι αυτός βγήκε έξω αμέσως θα συνελάμβαναν τους γονείς του και τ’ αδέλφια του ενώ εγώ που ήμουνα έγγαμος και αφού η γυναίκα μου και τα παιδιά μου εβρίσκοντο εις Αθήνας δεν διέτρεχα τον αυτόν κίνδυνον κλπ.
Εν πάση περιπτώσει του υπεσχέθην ότι θα εισηγούμην και πράγματι μετά 10ήμερον εισηγήθην αλλά δεν εγένετο δεκτόν.
Πως βραδύτερον η πρότασις του εγένετο δεκτή και έμεινε στην ΕΕ Αγώνος Ιωαννίνων δεν γνωρίζω, γνωρίζω όμως ότι τον βοήθησε σ’ αυτό εις Αρχηγείον υπηρετών Λοχαγός Παπαδάτος Χρήστος. Επίσης γνωρίζω ότι είχε στενόν σύνδεσμον με τον συγχωριανόν μου και μακρυνόν μου συγγενή δικηγόρον και φιλόλογον Κωσταπάνον Ευάγγελον (γαμβρόν του από την πρώτη εξαδέλφη και στέλεχος του ΚΚ και πρώτον εξάδελφον του επίσης στελέχους του ΚΚ ιατρού συγχωριανού μου Σκοπούλη Νικολάου) εις τους οποίους γνωρίζω ότι έδιδε αναφοράν για όλα όσα έβλεπε και εγνώριζε.
Όταν φθάσαμε στο χωριό Πλαίσια (Ολύτσικας) χωρίσαμε και ενώ οι άλλοι κατευθύνθησαν προς Καστάνιανην εγώ κατευθύνθην προς Κοσμηράν και εκείθεν εις Πεδινήν και εν συνεχεία εις Ιωάννινα.
Έμεινα σύμφωνος με τον Ανθ/γό Χαραλαμπόπουλο να συναντηθούμε την 17-3-43 στο χωριό του Καστάνιανη όπου θα με ανέμεινεν και θα είχε προπαρασκευάσει συγκέντρωση των συγχωριανών του για την 18-3-43 που ήτο (εάν δεν απατώμαι) Κυριακή.
5) Αφού τακτοποίησα τις δουλειές μου 15 και 16-3-43 στο χωριό μου και στα Γιάννενα και έστειλα ολίγα τρόφιμα και χρήματα με άνθρωπο (τον Κωνσταντίνο Τζιούμα αδελφό του Συν/ρχου Τζιούμα Βασιλείου από το Ασβεστοχώρι Δωδώνης) στην οικογένειάν μου στας Αθήνας, βγήκα πάλι έξω και συνήντησα το Χαραλαμπόπουλο την ορισθείσαν ημέραν στο χωριό του.
Έγινε η πρώτη συγκέντρωσις τη 18-3-43, του πρώτου χωριού Καστάνιανης ορίσθηκε η ΕΕ Αγώνος κατόπιν ψηφοφορίας και κατατάξαμε τον πρώτο αντάρτη μας τον οποίον και χρησιμοποιήσαμε για σύνδεσμο και ο οποίος λόγω του ότι ήτο ταχύπους, μας εξυπηρέτησε εξαιρετικά.
Τες υπόλοιπες ημέρες του Μαρτίου κάναμε συνεχώς περιοδείες στα χωριά της περιοχής (του ονομασθέντος VIII τμήματος Δωδώνης και επαναλαμβάνετο ότι επαναλήφθει εις Καστάνιανην).
6) Περί το τέλος Μαρτίου 1943 στο χωριό της περιοχής μας Ασβεστοχώρι συγκροτήσαμε την πρώτη ομάδα ανταρτών μας.
Η ομάς συνεκροτήθη κατά 80 ο/ο από άνδρας του χωρίου Ασβεστοχωρίου και σ’ αυτό συνέβαλε η προθυμία και ο πατριωτισμός παλαιού αντάρτου του πολέμου 1912 Κυριάκου Λιοκάτη ο οποίος κατέταξε 3 από τα παιδιά του. Ο πατριώτης αυτός αργότερα κατέταξε εις τας ΕΟ ακόμα δύο (2) παιδιά του και ο ίδιος προσέφερε τας υπηρεσίας του, όσο μπορούσε και όσο τον βαστούσαν τα πόδια του (διότι υπέφερε πάρα πολύ από τα πόδια του και δεν μπορούσε να βαδίσει και αναγκάσθηκε να παίρνει μαζί του και το μοναδικό άλογο της οικογενείας του). Στο σπίτι άφησε μόνον ένα από τα παιδιά του, τον Αλέξη και τις γυναίκες (τη γυναίκα του, τις νυφάδες και τα εγγόνια του). Μας ηκολούθησε το Δεκέμβριο του 1944 στην Κέρκυρα (αφήνοντας τας γυναίκας και τα εγγόνια του).
Τότε σκοτώθηκαν τα παιδιά του Βασίλης (παλαιός Χωροφύλαξ έγγαμος με 4-5 παιδιά που ήτο Νοσοκόμος στο 15ον Σύν/μα του Ταγ/ρχου Νάση Γεωργ.) και πολύ αργότερα το άλλο παιδί του ο Αλέξης που είχε μείνει ο μοναδικός προστάτης του σπιτιού.
Μόνον τέτοιοι πατριώτες δώσανε ζωή στον Αγώνα, έκαναν τους αδρανείς και αδιάφορους να σκεφθούνε πιό καλά και να λάβουν μέρος στον Ιερό Αγώνα μας.
Έτσι συνεκροτήθη η ομάς μας και το 1ον 10ήμερον του Απριλίου 1943 αποτελείτο από 20 περίπου αντάρτας οι οποίοι εφοδιάσθηκαν με 2 όπλ/λα Χότκις, 8 αραβίδες Μάλινχερ και 10 περίπου Ιταλικά όπλα με ανάλογα πυρομαχικά. Ο οπλισμός και τα Πυρ/κά συνεκεντρώθησαν από τους ίδιους τους αντάρτας μας γιατί οι ίδιοι τα έκρυψαν μετά την κατάρευσιν πράγμα για το οποίο συνεβούλευσε ο γέρο Κυριάκος.
7) Τον Απρίλη 1943 συνεπληρώσαμε την οργάνωσιν των χωριών και ασχοληθήκαμε με την λύσιν των ατομικών διαφορών, ανάληψη ζωοκλοπών και ληστειών.
Το VIII Τμήμα μου είχε τότε τας κάτωθι επιτυχίας:
α) Ανακάλυψε ληστεία γενομένην εις Αυχένα Σάββας Κοσμηράς. Κάτοικοι των χωρίων Δωδώνης και Αλεποχωρίου Δωδώνης ελήστευσαν εμπόρους αγωγιάτες της περιοχής Παραμυθιάς διερχομένους από τον αυχένα Σάββας και κατευθυνόμενους εις Παραμυθιάν. Τους είχαν αφαιρέσει 54 χρυσές λίρες Τουρκίας και εμπόρευμα (δέρματα, τρόφιμα κλπ) αξίας περίπου 50 λιρών. Ανεκαλύφθησαν όλοι οι λησταί (ομάς 5-6 ανδρών) και απεδόθησαν τα αφηρεθέντα.
Αργότερα οι ανωτέρω λησταί αποτέλεσαν τον πυρήνα της οργανωθείσης ομάδος ανταρτών ΕΛΑΣ υπό του υπευθύνου του ΕΑΜ περιοχής Δωδώνης δικηγόρου Παντούλα καταγομένου επίσης από τη Δωδώνη.
β) Συνελήφθη η 20ετίς κατάσκοπος των Ιταλών Ουρανία Πανάτση καταγομένη εκ Γρατσανών και η οποία διέμεινε και επορνεύετο εις Ιωάννινα μετά των Ιταλών.
Μετά σύντομον ανάκρισην υπό του υποφαινομένου και σχηματισμόν σχετικής δικογραφίας παρεπέμφθη εις το Στρατοδικείον και περί το τέλος Απριλίου 1943 εξετελέσθη εις τοποθεσίαν κειμένην μεταξύ Γρατσανών – Τσαριτσάνων.
Συνελήφθη και παρεπέμφθη εις το Στρατοδικείον ο εκ Κουμαριάς της περιοχής μου καταγόμενος Τάκης Τζιάλλας όστις κατεδικάσθη εις θάνατον διά βιασμόν, φόνον και εμπρησμόν νεάνιδος καταγομένης εκ του χωρίου του.
8) Τον Μάιον 1943 απέλυσα τον ύποπτον αντάρτην του τμήματός μου (παλαιόν αστυφύλακα) Δημητριάδη Γεώργ. τον οποίον κατέταξα τη Δ/γή του Υπαρχηγείου, ο οποίος κατάγεται από τους Δραμεσιούς (Δωδώνης) και εξάδελφος του Νάση. Τον άλλο αδελφό του Δημητριάδη, Χρήστο, είχε μαζί του αντάρτη ο Νάσης ο οποίος ευρίσκετο εις την περιοχήν της Σκάλας Παραμυθιάς με τον Μαυροσκότη.
Ο Νάσης που βγήκε έξω τον Μάιο και που μέχρι τότε δεν είχε εμφανισθεί πουθενά και εκάθετο στα Γιάννενα ζήτησε από τον Κωνσταντινίδη να του δώσει την δικιά μου περιοχή (VIII Τμήμα Δωδώνης) με την δικαιολογίαν ότι κατήγετο από κεί και από εκεί θα μπορούσε να προσφέρει μεγαλυτέρα υπηρεσία. Όπως έμαθα πολύ αργότερα, ο Κωνσταντινίδης του είπε ότι αυτό είναι αδύνατον και τούτο γιατί ο Μπαλτογιάννης επί δίμηνον και πλέον έχει οργανώσει την περιοχήν και έχει αποκτήσει πλέον δικαιώματα και συνεπώς δεν ήτο δυνατόν να σταλεί σε άλλη περιοχή.
Τον Απρίλιο ο Ταξίαρχος Έντυ επέτυχε να εγκριθεί και διέταξε τον Λοχαγό Κωνσταντινίδη Αγαθοκλή να παύση εκτελών τα καθήκοντά του διά την εκτέλεσιν της ανατεθείσης αποστολής και τούτο διότι είχε ανακατευθεί με τας οργανώσεις (και μάλιστα με την τοιαύτην του ΕΑΜ) και είχε εγκαταλείψει την αποστολήν του.
Ο ασυρματιστής του Λώρενς είχε μείνει πλέον μόνος και είχε την έδραν του εις Δωδώνην. Χρησιμοποιούσε κυρίως συνδέσμους από την περιοχήν Δωδώνης τους οποίους και είχε εφοδιάσει με ταυτότητες. Πολλοί τον επισκέπτοντο και πολλά μάθαινα εις βάρος του. Για μένα εκεί ήτο μεγάλη αντίδρασις και γι αυτό ποτέ δεν πήγα και ποτέ δεν θέλησα να τον γνωρίσω. Διερχόμενος τον Απρίλη από την Δωδώνη για να πάω από Μελιγγούς εις Αγίαν Αναστασίαν έστειλε έναν από τους συνδέσμους του τον Ευάγγελον Λάπαν και με ειδοποίησε ότι θέλει να μου μιλήσει. Του απήντησε ότι δυστυχώς είχα δουλειά και δεν ήτο δυνατόν να τον επισκεφθώ. Ο Ταγ/ρχης Λάνης τον είχε επισκεφθεί πολλές φορές. Ο Λάνης βγήκε έξω μαζί με τον Ταγ/ρχη Γεωργόπουλο, περί το τέλος Απριλίου 1943 και πέρασε πρώτα από το χωριό του Χίνκα. Εκεί τους συνέλαβε ομάς Εαμιτών και το Υπαρχηγείο έμαθε από τους συγχωριανούς του χωροφύλακας Παπαχρησταίους (ο ένας μάλιστα ήτο αντάρτης της διαλυθείσης ομάδος Κωστοπούλου και ο οποίος αργότερα σκοτώθηκε στη μάχη της Λίστας). Εδέησε να αφεθούν ελεύθεροι μετά δεκαήμερον περίπου και νομίζω αμέσως πέρασε και συναντήθηκε με τον Λώρενς.
9) Στο τέλος Απριλίου και πάλιν με ειδοποίησε ο Λώρενς να τον επισκεφτώ και αρνήθηκα. Ο Δημητριάδης πήγε και παραπονέθηκε στον αρχηγό Κωνσταντινιδη και ο Κωνσταντινίδης με υποχρέωσε να τον ξανακατατάξω. Εγώ παραπονέθηκα και μου είπε ότι είμαι πολύ αυστηρός. Του είπα τον θεωρώ και είναι ύποπτος και δεν συμφέρει να τον κατατάξουμε. Σε λίγες μέρες μου έκανε φασαρίες στο τμήμα μου και ήθελε να παριστάνη τον Καπετάνιο πράγμα διά το οποίον παραπονούντο οι αντάρτες μου και δεν εδέχοντο διαταγάς από αυτόν. Μάλιστα μου έκλεψε και μερικά τρόφιμα και έφυγε από την Αγία Αθανασία και πήγε στο χωρίο του Δραμεσίνιους. Έστειλα μια ομάδα, του πήρε τα πράγματα τον έγδυσε τελείως και τον έδειρε αρκετά καλά. Στα ρούχα είχε ταυτότητα του Λώρενς και ανακάλυψα ότι ήτο σύνδεσμός του και ανέφερα σχετικώς στο Υπαρχηγείο. Με ειδοποίησε ο Λώρενς να επιστρέψω την ταυτότητα αλλά δεν του την επέστρεψα.
Στας αρχάς Μαΐου1943 οι Ιταλοί βγήκαν στα χωριό μου Πεδινοί (ένα τάγμα εμπόλεμου συνθέσεως) συγκέντρωσαν όλους τους αρρένας του χωριού και άρχισαν να κάνουν ανακρίσεις και τους έδερναν μέχρις ότου τους άφιναν αναίσθητους. Πρωτοστατούσε ο Γρηγόριος Δογορίτης (παιδι του Ιταλικής καταγωγής Δογορίτη ο οποίος ήτο εγκαταστημένος στα Γιάννενα και είχε νυμφευθεί Ελληνίδα γυναίκα από τη Σίτσα) που γνώριζε πρόσωπα και πράγματα και ήτο εις θέσιν να υποδεικνύη τους επικίνδυνους πατριώτας και αγνούς Έλληνας. Αφού τελείωσαν τα βασανιστήρια κράτησαν 20 ομήρους μεταξύ των οποίων και αδελφό μου Στέφανον τους οποίους πήραν μαζί των και φόρτωσαν όλα τα υπάρχοντα της κοινότητος Πεδινής και συγκέντρωσαν όλα τα ζώα τα οποία και μετέφεραν μαζί των στα Γιάννενα.
Μεταξύ Πεδινής και Ιωαννίνων εξετέλεσαν τον ένα εκ των 20 ομήρων διότι είχε δαρεί τόσο πολύ και ήτο αδύνατο να βαδίσει πράγμα το οποίο εξερέθισεν και αποφάσισαν να τον εκτελέσουν για να μην τον έχουν βάρος. Κατόπιν αυτού το χωριό σκόρπισε στα γύρω χωριά (Σταιρίτη, Μουρμούρας, Ασβεστοχώρι, Καστάνιανη, Κοσμηρά, Αγιά Αναστασία, Δραμεσιούς, Αλεποχώρι, Μελεγγούς, Μανωλίαδι, Θεριακίσι, Μπιζάνι και Κατσικά) και στην πόλι των Ιωαννίνων.
Περί το τέλος Μαΐου μαζεύτηκαν και πάλι στα χωρίο για να υποστούν αργότερα την μεγαλύτερη καταστροφή το κάψιμο του χωρίου τας 23 Ιουνίου 1943. Η αφορμή της λεηλασίας της Πεδινής υπήρξεν η αιτία να συγκεντρώσω τις Ε Ε Αγώνος των χωρίων της περιοχής μου. Επειδή όμως οι αποστάσεις ήσαν μεγάλες απεφάσισα να τας συγκεντρώσω δύο διαφορετικές στας εξής τοποθεσίας.
17/5/43 εις Μιζούλιαν Μελιγγών και 20/5/43 εις Μπέρκον Κωνστανιάνης. Δεν απουσίασεν κανείς από τες συγκεντρώσεις αυτές και σε κάθε τοποθεσία παρίσταντο ανά 150 μέλη Ε Ε Αγώνος.
Σκοπός των συγκεντρώσεων αυτών ήτο να τους θέσω τα εξής ερωτήματα α) εάν οι Ιταλοί επέδραμον έξω στα χωριά των, όπως στη Πεδινή, ποιάν στάσιν έπρεπε να τηρήσω εγώ με το τμήμα μου (ο Λόχος μου είχε παρούσαν δύναμιν 135 ανδρών) και ποιάν στάση τηρούσαν αι μη προσβαλλόμεναι Κοινότητες; β) Εφ’ όσον δεν θα μέναμε αδρανείς έπρεπε να ορισθούν οι επικεφαλείς των Κοινοτήτων και ο μεγαλύτερος αριθμός των δυνάμενων να φέρωσι όπλα, οι οποίοι θα αποτελούσαν την εφεδρική ομάδα του χωριού των και γ) εφ’ όσον η οργάνωσις δεν είχε επί του παρόντος την δυνατότητα να διαθέση οπλισμόν και όταν παρίσταται ανάγκη συγκεντρώσεως και τρόφιμα διά την διατροφήν της εφεδρικής ομάδας του χωριού των δεν έπρεπε να συγκεντρώσουν αι Κοινότητες ολκληρον τον οπλισμόν (ο οποίος άλλωστε είχε καταγραφεί και γνωρίζαμε τι ακριβώς έχουμε) και να έχουν και τρόφιμα, εις περίπτωσιν ανάγκης συγκεντρωμένα. Καίτοι εγνώριζα ότι ο εκ Ψίνης παλαιός συμμαθητής μου στη Ζωσιμαία και ήδη Δημοδιδάσκαλος Παπανικολάου Ευάγγελος ανήκε στην οργάνωσιν ΕΑΜ τον κάλεσα και παρέστη στη συγκέντρωση του Μπάρκου και του ζήτησα να πεί λίγα λόγια και να συμφωνήσει ή όχι μαζί μου πράγμα το οποίον και έκανε.
Όταν τους έθεσα τα ερωτήματα τους άφησα να συσκεφθούν κατά Κοινότητας και έπειτα τους ξανασυγκέντρωσα και μου είπαν την απόφασίν τους. Συνεφώνησαν κατά 99% και μόνον αίτημά τους ήτο να τους βοηθήσει το Υπαρχηγείο και ενισχύσει με οπλισμόν. Φύγανε αι ΕΕ και μέσα σε λίγες ημέρες μου στείλανε καταστάσεις ανδρών και οπλισμού και έτσι υπελόγισα ότι εις περίπτωσιν ανάγκης θα με ενίσχυον τουλάχιστον 250-300 ανδρες με 15 οπλ/λα και 200 περίπου όπλα.
10) Στας αρχάς Ιουνίου 1943 ο προμηθευτής Νικόλα Διαμάντης από τους Μπαουσίους και τα παιδιά του περνούσαν από το χωριό Δραμεσιούς τρόφιμα του Υπαρχηγείου προερχόμενα από τα Ιωάννινα.
Τον Ιούνιο εγώ κατόπιν Δ/γής του Υπαρχηγείου είχα κατατάξει και άλλους αντάρτας και υπήχθη υπό τας Δ/γάς μου και η ομάς του Ηλία Νίκου. Έτσι είχα συγκροτήσει τον 6ον Λόχον με 3 Διμοιρίας των 100 περίπου ανδρών με Διμοιρίτας τους Ανθ/γούς Χαραλαμπόπουλον, Σιαφάκαν και τον Οπλαρχηγό Ηλία Νίκου.
Ο Ηλίας Νίκου κατ’ αρχάς δεν ήθελε και αντέδρασε και ήθελε να έχει ανεξάρτητον και αυτός τμήμα σαν τον Παπαδόπουλο και σαν τους Κολλιοδημητραίους. Εν πάσει περιπτώσει δέχθηκε αλλά επέτυχε να έχει στην αρχή κάποια οικονομική ανεξαρτησία και έπαιρνε τα τρόφιμα, τον ιματισμόν, οπλισμόν και το επίδομα συγκεντρωμένα και αυτός τα διένειμε και μετά την διανομήν υπέβαλε κατάστασιν.
Ο Παντούλας με τον Δημητριάδην και την ομάδα που σχημάτισαν με τους ληστάς που ανέφερα της ληστείας Σάββας πήρανε τα τρόφιμα δικαιολογηθέντες ότι ήσαν μαυραγοριτών και τα διένειμαν στο χωριό των από 1-2 οκάδες κατά οικογένειαν. Το Υπαρχηγείο με διέταξε να πάρω οπωσδήποτε τα τρόφιμα αλλά εκείνοι τα είχαν διανείμει. Τους συνέλλαβα και ζήτησα να μου φέρουν τα τρόφιμα αλλά αυτοί δικαιολογήθηκαν ότι δεν είχαν πλέον τίποτε και ισχυρίζοντο ότι ήσαν μαυραγοριτών.
Πιεσθέντες συνεκέντρωσαν τρόφιμα και χρήματα περίπου 1/2 της αξίας των αφηρεθέντων και με εγγύηση των συγχωριανών των τους άφησα ελευθέρους να συγκεντρώσουν και τα υπόλοιπα.
11) Αντί να συγκεντρώσουν τα τρόφιμα ή χρήματα για να καλύψουν την αξία των αρπαγέντων τροφίμων (κατασχεθέντα κατ’ αυτούς ως ανήκοντα εις τον Μαυραγορίτην Νικόλα Διαμάντην) κάλεσαν εις ενίσχυσίν των το ΙΙ Τμήμα Ανταρτών Ελλάδος (ΕΛΑΣ υπό την Διοίκησιν του Νικολάου Πάκου εκ Ζίτσης Εφέδρου Ανθ/γού του Πυρ/κού κατά τον Ελληνοιταλικόν Πόλεμον) εις το οποίον και έγραφον 3 επιστολές (αι οποίαι και υπάρχουν εις το ατομικόν μου αρχείο) εις τον Διοικητήν του οποίου ανέφερον τας καταστάσεις του Δικτατορίσκου Μπαλτογιάννη οργάνου των φασιστών του Ζέρβα και τον παρεκαλούσαν να σπεύσει εις βοήθειά των διότι ο Λαός εξεγέρθη εναντίον μας και από στιγμής εις στιγμήν θα έχωμε ένοπλον εξέγερσιν και θα θρηνίσωμε θύματα και πρέπει να απαλλαγούν άπαξ διά παντός παρά των φασιστών του Ζέρβα (αι επιστολαί έχουν την αυτήν ημερομηνία 6-6-43 και ευρέθησαν αργότερα εις το αρχείο του φονευθέντος Πάκου. Είναι γραμμέναι α) από Ευάγγελον Λάπαν σύνδεσμον του Λώρενς και στέλεχος του ΕΑΜ Δωδώνης και υπογράφει ο υπεύθυνος του ΕΑΜ Δωδώνης.
12) Συγχρόνως σε μένα έστειλε με σύνδεσμο ο Λώρενς ένα μπιλέτο του το οποίον και παρέδωσα στο Υπαρχηγείο όπου και πρέπει να ευρίσκεται και μου έγραφε Κύριε Μπαλτογιάννη – σε παρακαλώ για τρίτη φορά (εννοούσε τις δύο πρώτες που δεν πήγα – να έλθεις να με συναντήσεις προκειμένου να συζητήσωμε για σοβαρό ζήτημα της περιφερείας σου (εννοούσε να μου πει να αφήσω τους οπαδούς του ΕΑΜ ησύχους και να μην τους ζητώ τα τρόφιμα). Αν δεν έλθεις αυτό θα το θεωρήσω ως αντεθνική σου ενέργεια και θα λάβω ανάλογα μέτρα εναντίον σου. Νομίζω ότι ήταν η 6-6-43 απόγευμα και αντί να του απαντήσω άφησα τους Διμοιρίτας μου (Χαραλαμπόπουλο, Ηλία Νίκου και Σιαφάκα) με αντικαταστάτη μου το Χαραλαμπόπουλο και ξεκίνησα για το Υπαρχηγείο που ήτο στα Τσερίτσανα. Συνήντησα τον Αρχηγό Κωνσταντινίδη και αμέσως με παρουσίασε στον Άγγλο Ταγ/ρχη Μίλλερ. Με διέταξε και του υπέβαλα έκθεσιν και αμέσως μου έδωσε τον Άγγλο Λοχαγό Τζων και μαζί γυρίσαμε στους Δραμεσιούς. Μείναμε μέχρι τα μεσάνυχτα της 6ης προς 7-6-43 στο σπίτι του Χρήστου Παπαδόπουλου και τακτοποιήσαμε τα της συλλήψεως του Λώρενς. Ακριβώς μεσάνυχτα ξεκίνησε με την Διμοιρίαν του Ηλία Νίκου και πήγε στο σπίτι που έμενε στο Αλεποχώρι ο Λώρενς. Τον ξύπνησε και αυτός θορυβήθηκε αλλά αμέσως συνήλθε και άρχισε να υβρίζει τον άγγλον Λοχαγόν Τζων ο οποίος του διεβίβασεν Διαταγήν να τον ακολουθήση και να πάρει μαζί του όλα του τα υπάρχοντα (ασύρματο, εφόδια κλπ). Αρνήθηκε να εκτελέσει τη Δ/γή οπότε ο Τζων έκανε χρήση του περιστρόφου του και το κόλλησε στο αυτί του Λώρενς. Είμαι Άγγλος Λοχαγός, του λέγει, και σε διατάσσω να με ακολουθήσεις και αν δε με ακολουθήσεις θα πεθάνεις. Υπέκυψε και αποφάσισε να τον ακολουθήσει. Φορτώθηκαν τα υπάρχοντά του σε ένα μουλάρι και ήλθαν στο σχολείο του χωριού Δραμεσιών όπου και με συνάντησαν.
Eκεί για πρώτη φορά γνωρισθήκαμε με τον Λώρενς και μου είπε δεν περίμενε να λάβει τέτοια τροπή το πράγμα. Τον πήγε στα Τραρίτσιανα στον Ταγ/ρχη Μίλλερ στον οποίο μίλησε σαν μετανοημένος και τον διέταξε να μεταφέρει την έδρα του στους Κοπάνους. Πράγματι συνεμορφώθει κατ’ αρχάς, δεν πέρασαν δέκα ημέρες και πάλι μετέφερε την έδρα του στο Αλεποχώρι από όπου μου κύρηξε φανερά πλέον τον Πόλεμο.
β) Από τον Γκαραμήτσιον μέλος του ΕΑΜ και υπογράφη ως Πρόεδρος της Κοινότητας Δραμεσιών (χωρίς σφραγίδα της Κοινότητος) και γ) από του δικηγόρου Παντούλα υπεγράφοντα ως υπεύθυνος του ΕΑΜ (δεν αναφέρει αν ήτο ολοκλήρου της περιοχής).
13) Αφού δεν συνεμορφώθησαν έλαβα την απόφασιν να τους συλλάβω αλλά τους ειδοποίησε ο αδελφός Δημητριάδης Χρήστος (ο οποίος ήτο σαν πρωτοπαλίκαρο του Νάση και ο οποίος κατά περίεργον σύμπτωσιν βρέθηκε εκεί). Ανεχώρησαν με κατεύθυνση προς Μοσπίνα (στο χωριό του τότε Λοχαγού Πυρ/κού Παπανικολάου Γεωργίου και επί τη ευκαιρία λεηλάτησαν τη μεταξύ Καστάνιανης και Μοσπίνης ευρισκόμενην αποθήκην την οποία εφύλασσον 2 αντάρται μου και ήτο εκεί και ο γέρο Κυριάκος Λιοκάτης. Για το γέρο αυτό ήταν δυνατό κτύπημα και ήθελε να αυτοκτονήση για την προσβολή που έπαθε (βλέπεις ήτο και ο Δημητριάδης μαζί των και παρουσιάσθηκε ως αντάρτης μου και δεν εγνώριζε ο γέρο Κυριάκος ότι τον είχα απολύσει προ καιρού και έτσι αφού τον έδεσαν τον λεηλάτησαν).
Στη Μοσπίνα είχε φθάσει και το ΙΙ Τμήμα ανταρτών του ΕΛΑΣ με τον Πάκον το οποίο είχε δύναμη 250-300 άνδρες.
Για πρώτη φορά ημείς στην περιοχή μου φθάσαμε το αλληλοκτύπημα και το Υπαρχηγείο ειδοποίησε και έφθασε ο Ζώτος εις ενίσχυσιν μου και συναντηθήκαμε στας 8-6-43 μεταξύ Καστάνιανης και Μοσπίνης κοντά στο φυλάκειό μου. Τη νύκτα της 8ης προς 9-6-43 συγκέντρωσε ο Πάκος στη Μοσπίνα τρόφιμα και στρατοπέδευσε. Κάνουμε το βράδυ αναγνωρίσεις και διέταξα τα τμήματα και κατέλαβον από το βράδυ θέσεις ώστε πριν χαράξει να επιτεθώ. Το πρωί κατελήφθη ο αντικειμενικός σκοπός με τα τρόφιμα μόνον και τους φούρνους γεμάτους ψωμί. Φαίνεται ότι ο Πάκος δεν θέλησε να δώσει μάχην (όπως πάντα έκαναν όταν καταλάβαιναν τα σκούρα) και έφυγε τα μεσάνυχτα χωρίς να κατορθώσει να πάρει το ψωμί και τα τρόφιμα. Περιέργως βρήκα εκεί τον αντάρτη εξάδελφο του Νάση, Χρήστο Δημητριάδη και χωρίς καν να τον εξετάσω μόλις τον φέρανε μπροστά μου τον χτύπησα με την κλίτσα μου στο σταυρό και έπεσε ανίσθητος κάτω. Δυστυχώς δεν πέθανε και ο Νάσης άρχισε τα διαβήματα στο Υπαρχηγείο και έλεγε πως του σκοτώνω τους δικούς του ανθρώπους και συγγενείς. Εν πάσει περιπτώσει τα πράγματα φθάσανε μέχρις εκεί και είχα συλλάβει 6 στελέχη (Δασκάλους κυρίως) τους οποίους και έστειλα στο Υπαρχηγείο. Μάλιστα το Υπαρχηγείο ΕΑΜ Ζαγορίου – Πωγωνιού έστειλε επιτροπή να διαμαρτυρηθεί για τες συλλήψεις στο Υπαρχηγείο μας. Ο ανώτερος της επιτροπής ήτο ο δημοδιδάσκαλος (παλαιός συμμαθητής μου) Κράλιας και θέλησε μάλιστα να δεί και μένα που είχε καιρό και τον είχε πονέσει να με ιδεί.
Έτσι πέρασε το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου 1943 και το 2ον αρχίσαμε τα γνωστά σαμποτάζ. Συνεκέντρωσε εργαλεία και μου χορήγησε και το Υπαρχηγείο όσα μπορούσε. Η αποστολή μου ήτο να συγκεντρώσω και χρησιμοποίησω και ιδιώτας τεχνίτας και να καταστρέψω και την τηλεγραφική επικοινωνία της γραμμής από Ιωάννινα μέχρι 18ου χιλιομέτρου (Ροβίλιαστο). Πράγματι η καταστροφή ήτο τελεία και δεν έμεινε τηλεγραφικός στύλος χωρίς να κοπεί σε 3 τουλάχιστον κομμάτια και σύρμα μεγαλύτερο από την απόσταση δύο στύλων. Είχα μεταφέρει την έδρα μου από Αγίας Αναστασίας εις Μανωλιάδαν και από εκεί επί 4ήμερον (19 με 20, 20 με 21, 21 με 22, 22 με 23-6-43) μόλις σκοτείνιαζε κατέβαινα από την Μανωλιάδαν στον κάμπο και έκοβα τις γραμμές και πριν χαράξει ανέβαινα στην Μανωλιάδα.
Ανεβαίνοντας το πρωί της 22-6-43 μαθαίνω από συνδέσμους μου ότι στην Κοσμηρά βγήκε Ιταλικό Τάγμα δυνάμεως περίπου 1400 Ιταλών. Χωρίς να μπω στο χωριό της Μανωλιάδας πήρα δεξιά την κορυφογραμμή και έφθασα στον Άγιον Νικόλαον Δωδώνης.
Τα χωριά το είχαν μάθει και όταν έφθασα στον Άγιο Νικόλαο βρήκα τις εφεδρικές ομάδες των χωριών (Μανωλιάδας, Μελιγγών, Αλεποχωρίου, Τσαρκοβίστης, Δραμεσιών, Αγίας Αναστασίας Ελευθεροχωρίου, Τίνας Μοσπίνας κλπ) συγκεντρωμένες και θα ήσαν περίπου 200 (διότι Ασβεστοχωρίου και άλλων δεν είχαν προλάβει και ήσαν ακόμη στο δρόμο) μεταξύ των οποίων ήσαν και 5-6 παπάδες αρματωμένοι. Εκεί από κατοίκους της Κοσμηράς έμαθα λεπτομέρειες και από παρατηρητήριον είδα να καίνε σπίτια. Κάλεσα τους Διμοιρίτας και τους επικεφαλείς των εφεδρικών ομάδων και αφού απεφασίσθη να τους χτυπήσωμε έδωσα εντολές και κατευθύνσεις και κάθε Διμοιρία ξεκίνησε με αριθμό να καταλάβει την διαταχθείσαν θέσιν της από την οποίαν και θα εξορμούσε την συμφωνηθείσαν ώραν.
15- Μάχη Κοσμηράς 23-6-43
Όπως αργότερα έμαθα ο Νάσος Τζιάλλας εκ Κοσμηράς (θείος του δικηγόρου υπευθύνου του ΕΑΜ Παντούλα) και ίσως και τα φυλάκιά των ειδοποίησαν τους Ιταλούς ότι κυκλούνται.
Αυτό υπήρξε αφορμή να μην αιφνιδιαστούν οι Ιταλοί και να αρχίσουν αυτοί πρώτοι την μάχην και συγχρόνως να συμπτύσονται προς Πεδινήν (Ραψίσταν) και Μονήν Δουρούτης. Παρά τας καταβληθείσας προσπαθείας εστάθη αδύνατον να τους πλησιάσωμε και μόνον εβάλλοντο και εβαλλόμεθα από αποστάσεως 1500 μέτρων.
Άφησαν μόνον δύο νεκρούς, 20 ατομικά όπλα και πολλά ατομικά των είδη (κυρίως χιτώνια, υδροδοχεία, αγγεία φαγητού κλπ) και εγώ είχα ένα νεκρόν. Όταν τα τμήματά μου έφθασαν εις Δουρούτην οι Ιταλοί με έβαλλον από τα Ιωάννινα και εν τω μεταξύ οι διαφύγοντες προς Πεδινήν (περίπου 400 με επικεφαλή Ταγ/ρχη) έκαψαν εντός 1/2 ώρας ολόκληρον το χωριό Πεδινή (χρησιμοποιήσαντες ειδικήν σκόνιν και βενζίνην). Ευτυχώς οι κάτοικοι είχαν απομακρυνθεί προς Αμπελιάν και Ιωάννινα και είχαν θάψει προ καιρού τα περισσότερα των πραγμάτων (μετά την λεηλασίαν του Μαΐου).
16- Το βράδυ της 23-6-43 διανυκτέρευσα με το τμήμα μου εις Άγιον Νικόλαον Δωδώνης και υπέβαλλα λεπτομερή έκθεσιν στο Υπαρχηγείο. Παρά την ατυχίαν μου που δεν κατόρθωσα να τους κυκλώσω και τους εξαναγκάσω να δώσουν μάχην. Είμαι ευτυχής που πρώτος έδωσα μάχην με κατακτητάς και μάλιστα έξω από τα Γιάννενα και τους έτρεψα εις φυγήν μόνον με την παρουσία μου και ευρέθησαν εις την ανάγκην να χρησιμοποιήσουν το Πυρ/κό των Ιωαννίνων. Αυτό για τους Γιαννιώτες και τους καιροσκόπους ήτο ότι εχρειάζετο. Διεδώθη και επιστεύθη ότι οι αντάρται είναι έξω από τα Γιάννενα και οι Ιταλοί περιοριστήκανε μέσα στα Γιάννενα.
Οι Έφεδροι Αξ/κοί της Κοσμηράς (μεταξύ των οποίων οι δημοδιδάσκαλοι Έφεδροι Αξ/κοί Υπολ/γοί Πυρ/κού Τζιάλλας ευρισθέντες και όστις Υπολ/γός Πυρ/κού Παπάς Θωμάς) κατά διαβολικήν σύμπτωσιν εκείνην την ημέραν ευρίσκοντο εις το Υπαρχηγείο και ζητούσανε όπλα κλπ για να οργανώσουν τοπικήν ομάδα. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή μάθανε στο Υπαρχηγείο τη μάχη και είπε ο Αρχηγός Κωνσταντινίδης το γνωστό «των οικιών υμών ………… και υμείς άδηται». Ντροπιασμένοι φύγανε και την επομένη ήλθαν προς συνάντησίν μου. Επίσης ήλθε προς συνάντησίν μου και ο μέχρι τότε καιροσκόπος Λοχαγός Πυρ/κού Παπανικολάου Γεώργιος (ο οποίος ως γνωστόν εν συνεχεία έδειξε αρίστην διαγωγήν και ήτο ο μοναδικός μας Πυρ/τής της ΕΟ). Την επομένην 24-6-43 με το τμήμα μου κατευθύνθην εις Μανωλιάδαν.
Την αυτήν ημέραν ο νυν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σπυρίδων εστάλη από τον Ιταλό Στρατηγό διοικητή των Ιωαννίνων να έλθει να μας συναντήσει και να μας πει ότι δεν πρόκειται άλλη φορά να στείλει τμήματα έξω αλλά υπό τον όρον να αφήσωμε την οδό Ιωαννίνων Πρεβέζης ελευθέραν και να μην τους κόβουμε την επικοινωνίαν των.
Την αυτήν επίσης ημέραν έφθασαν εις Δραμεσιούς ο Αρχηγός Κωνσταντινίδης με τον Αρχηγό της Αγγλικης αποστολής Ταγ/ρχη Μύλλερ. Συναντηθήκανε με τον Σπυρίδωνα στους Δραμεσιούς αλλά δυστυχώς εγώ ειδοποιήθηκα πολύ αργά με σημείωμα του Αρχηγού και έτσι όταν έφθασα δεν πρόλαβα τον Σπυρίδωνα ο οποίος βιαζότανε να γυρίσει στα Γιάννενα. Έμαθα ότι ο Δημητριάδης, Παντούλας κλπ ζητούσαν από τον Σπυρίδωνα να μεσολαβήσει να απομακρυνθεί από την περιοχή και να την αναλάβουν αυτοί. Επίσης έμαθα ότι μίλησαν πολλές ώρες με τον Μύλλερ και αντί άλλου ο Σπυρίδων ζήτησεν να οργανωθούν περισσότερο τα αντάρτικα και να επιτεχυνθεί η απελευθέρωσις.
Εγώ έφθασα το βράδυ της 24-6-43 πολύ αργά στους Δραμεσούς όπου με ανέμειναν ο Κωνσταντινίδης με τον Μύλλερ. Αφού με συνεχάρησαν τους ανέφερα εν λεπτομερεία την μάχην. Ο Μύλλερ στενοχωρήθηκε που δεν έπιασα αιχμαλώτους γιατί λέγει είχε ανάγκη από πληροφορίες αλλά ελπίζει πολύ γρήγορα θα πιάσει ο Μπαλτογιάννης αιχμαλώτους. Του υπεσχέθην, φάγαμε το βράδυ μαζί και τους ανέφερα την ανάγκη να συγκροτηθεί και ένας ακόμη λόχος ανταρτών γιατί υπήρχαν άνδρες και διότι η περιοχή ήτο πολύ εκτεταμένη και ανοικτή. Συνεφώνησαν μαζί μου και ο Μύλλερ διέταξε να δωθούν 30 λίρες για την έναρξιν της οργανώσεως του νέου ονομασθέντος 5ου Λόχου. Μου είπαν οι δύο λόχοι θα είναι υπό τας Δ/γάς μου αλλά τους ανέφερα ότι στη Μανωλιάδα είχα τους Παπανικολάου, Τζιάλλαν και Παπάν και θα έπρεπε να ανατεθεί η Διοίκησις του νέου Λόχου εις τον αρχαιότερόν μου Λοχαγόν Παπανικολάου. Ο Κωνσταντινίδης δίσταζε και δεν είχε εμπιστοσύνη αλλά αντέτεινα και του είπα αναλαμβάνω την ευθύνην και είμαι βέβαιος ότι ο Λόχος Παπανικολάου θα γίνει καλύτερος από το δικό μου. Δέχθηκαν και την επομένην έδωσε τα χρήματα εις τον Παπανικολάου διά την συγκρότησιν του λόχου με έδρα Κωστάνιανην. Μετά διήμερον άρχισε να συγκροτείται ο λόχος.
Την 28-6-43 κατόπιν Διαταγής του Υπαρχηγείου μετέβην εις το Υπαρχηγείο προκειμένου να μου κοινοποιηθούν Δ/γαί εμπιστευτικής φύσεως. Εκεί διετάχθην να εκτελέσω αναγνώρισην εις την στενωπόν Ροβίλιαστο όπου θα εκτελούσα Διαταγήν ενέδρας. Θα μου διατίθετο επί πλέον της δυνάμεώς μου και οι Λόχοι Λεβέντη, Γιωτοπούλου και Μούλια. Αμέσως την επομένην επέστρεψα εις την έδραν μου και μόνος μου την μεθεπομένην 30-6-43 ενήργησα αναγνώρισιν. Ειδοποίησα τους ανωτέρους Δ/τάς λόχων και πήρα και τους Διμοιρίτας των και ενεργήσαμε αναγνώρισιν όλοι μαζί οι Αξ/κοί/ (μέχρι και Διμοιρίτου). Ελήφθη εν τω μεταξύ η εκτελεστική Διαταγή και συνεφωνήθη το απόγευμα της 4-7-43 να εκτελέσουν αναγνώρισιν όλοι οι βαθμοφόροι (μέχρι και ομαδάρχου) ώστε να γνωρίζουν ακριβώς που θα πάει ο καθένας των. Εγώ είχα ορίσει τους τομείς των Λόχων και καθόρισα το συνθηματικόν της ενάρξεως της μάχης και το τοιούτον της αποχωρήσεως. Πράγματι στας 4-7-43 πλησίασαν τα τμήματα και εγένοντο αι διαταχθείσαι αναγνωρίσεις. Πριν χαράξει η 5-7-43 όλοι ήσαν εις τας θέσεις των και αναμέναμε την άφιξιν της πρώτης Ιταλικής φάλαγγος. Η Διαταγή ήτο να επιτραπή κίνησις των Ιταλών από Ιωάννινα προς Πρέβεζαν και τανάπαλιν.
5-7-43 Την 05:0 ώραν της 5-7-49 εφάνη η πρώτη φάλαγξ ερχόμενη εξ Ιωαννίνων και ήτο εις το ύψος του Μπιζανίου. Όλα είναι έτοιμα και περιμένουμε. Στας 05:12 φθάνει το πρώτο όχημα στην είσοδο της στενωπού Ροβίλιαστο (Χάνη Βρυώνη) και στας 05:14 στην είσοδο ήτο το τελευταίο όχημα. Βάλλεται κατόπιν Δ/γής μου το πρώτο βλήμα του μοναδικού ολμίσκου μου (αυτό ήτο το σύνθημα) και αμέσως το πυρ γενικεύεται.
Οι Ιταλοί αιφνιδιάζονται και δεν προλαμβάνουν να καταλάβουν θέσεις. Κατεβαίνουν από τα οχήματα και καταλαμβάνουν θέσεις γύρω από αυτά. Φωνάζουν, ικετεύουν, προσεύχονται. Κατεβαίνουν οι πρώτοι αντάρται μου, συλλαμβάνουν τους πρώτους αιχμαλώτους και μαζεύουν άφθονα λάφυρα. Η φάλαγξ αποτελείται από 12 οχήματα μεγάλα, 2 κούρσες και 2 δίκυκλα. Τα πρώτα 4 οχήματα καίονται. Βλέπω να καταφθάνουν από Ιωάννινα 2 φάλαγγες (1η των 40 και 2α των 50 περίπου οχημάτων με απόστασιν μεταξύ των 1000-1500 μέτρων). Η πρώτη σταματά εις απόστασιν 1500 μ. από του παρατηρητηρίου μου (προφήτης Ηλίας Θεριακισίου ο οποίος είναι εις την είσοδον της στενωπού και απέχει περίπου 150 μ. από το Χάνι Βρυώνη), λαμβάνει θέσεις μάχης και αναπτυσσομένη αρχίζει να περιβάλλει τα υψώματα της στενωπού. Πολλοί αντάρται μου ευρίσκονται στο δρόμο και αρπάζουν ό,τι τους είναι δυνατόν και συλλαμβάνουν αιχμαλώτους. Θα απαιτηθούν τουλάχιστον 10 λεπτά να συγκεντρωθούν. Αποφασίζω να δώσω το σύνθημα συμπτύξεως. Σημαίνει η σάλπιγξ Προσοχή και αρχίζει η σύμπτυξις. Δεν ήτο δυνατόν να συγκεντρωθούν όλοι οι αιχμάλωτοι. Μόλις κατόρθωσα να συγκεντρώσω 25 και αυτοί, πλην 3, ήσαν τραυματίαι. Μόλις διήνυσαν 500-1000 μ. εξέπνευσαν 4-5 και από αυτούς. Δεν ήτο δυνατή η σύμπτυξις όλων των τμημάτων μου προς την κατεύθυνσιν Μανωλιάσας Θεριακισίου και γι αυτό οι ευρισκόμενοι λόχοι προς την Ανατολικήν πλευράν της οδού συνεπτύχθησαν προς Μούλες και Λαγάτουραν. Την επομένην κατόρθωσαν να περάσουν το δρόμο στο Χάνι μεσιό (μεταξύ Ροβίλιαστο και Εμίν Αγά) και με συνήντησαν εις Μανωλιάδα. Οι Ιταλοί οργανώθηκαν στη στενωπό την επομένην και παρέμειναν εκεί μέχρι 20-7-43. Αυτό ήτο η αιτία να μείνω στα μεταξύ Μανωλιάδος και Θεριακισίου υψώματα και όπως ανέφερα στο Υπαρχηγείο ήτο αδύνατος η ανακατάληψις των υψωμάτων Ροβίλιαστο (κατείχοντο συνεχώς και ισχυρώς). Επί της οδού είχαν τάξει μίαν Πυρ/χίαν και όλμους και συνεχώς έβαλλον τα υπό των τμημάτων μου κατεχόμενα υψώματα.
Μάχη της Αγίας Αναστασίας
Είναι γνωστόν ότι προ της 20-7-43 έφθασαν δυνάμεις Γερμανικαί εις Ιωάννινα. Την εσπέραν της 21-7-43 επέστρεψα εις Αγίαν Αναστασίαν και την εσπέραν της 22-7-43 πληροφορούμαι ότι εις την Κοσμηράν διανυκτερεύει Γερμανική δύναμις 2.000 ανδρών περίπου η οποία είχε πρόθεσιν να κινηθεί από Σάββαν προς Παραμυθιάν. Ειδοποιώ τον Παπανικολάου και τον παρακαλώ εφ’ όσον κινηθούν να τους κτυπήσει από Καστάνιανης και εγώ θα αμυνόμην εις Αγίαν Αναστασίαν.
Άμα τη έω της 23-7-43 (επέτειος γεννήσεώς μου ονομασίας μου εις Ανθ/γόν, νυμφεύσεώς μου και ενάρξεως του εθνικού αγώνος μας) βλέπω να έρχεται η φάλαγξ από Σάββαν και εξ έτεραι μικρότεραι (ανά τρεις εκατέρωθεν). Μετά παρέλευσιν 45′ πλησιάζουν εις απόστασιν 100 μ. και αρχίζει η μάχη. Κινούνται όρθιοι και παρά τας τεραστίας των απώλειας δεν σταματούν πουθενά και είναι αποφασισμένοι να καταλάβουν την Αγίαν Αναστασίαν. Η μάχη ήρχισε την 06:00και την 11:45 αι Διμοιρίαι Σιαφάκα και Χαραλαμπόπουλου κάμπτονται και αρχίζει η σύμπτυξις των προς Μπαουσιούς. Αναγκάζομαι να διατάξω και την σύμπτυξιν του Ηλία Νίκου. Ο Παπανικολάου πιεζόμενος συμπτύσεται εις Ελευθεροχώρι. Οι Γερμανοί με βάλλουν με την ταχθείσαν Πυρ/χίαν των (εις Άγιον Γεώργιον επί της οδού μεταξύ Σάββας και Αγίας Αναστασίας) και από αποστάσεως 2000-2500 μ.
Κατορθώνω να συγκεντρώσω τον λόχον εις απόστασιν 1000-1500 μ. από της Αγίας Αναστασίας (μεταξύ Μπαουσιών και Αγίας Αναστασίας). Οι Γερμανοί σταματούν εκεί και καίουν το χωριό. Το Υπαρχηγείο διατάσσει την 17:00 ώραν και συμπτύσσομαι εις αυχένα Μπαουσιών και στέλλει εις ενίσχυσίν μου και υπό τας διαταγάς μου ένα λόχον και 1 Διμοιρία πολυβόλων και με διατάσσει να κρατήσω οπωσδήποτε τον αυχένα. Πράγματι εγκαθίσταμαι εις τον αυχένα και περί ώραν 18:00 όλοι είναι εις τας θέσεις των και αναμένομεν την συνέχισην της επιθέσεως των Γερμανών.Ειδοποιούμαι ότι η διάβασις των δύο βουνών Ολύτσικας κατέχεται ισχυρώς από τα τμήματά μας (Καραμπάς, Κολλιοδημητραίοι, Θεώδορος Ζήκος και άλλοι). Το Υπαρχηγείον είναι βέβαιον γι αυτό. Παραδόξως όμως περί ώραν 22:00 της 23-7-43 η διάβασις κατελήφθη υπό των Γερμανών και ο αρχηγός Κωνσταντινίδης ευρισκόμενος εις Γρατσινό αναγκάζεται να συμπτιχθεί εις Λίπαν.
Ευτυχώς πριν αποχωρήσει διέταξε τηλεφωνικώς και προσωπικώς εις τον υποφαινόμενον την σύμπτυξίν μου εις Καταμάχην. Συνεπτύχθην κανονικώς από 23:30 και την 05:00 ώραν της 24-7-43 έφθασα εις Καταμάχην.
Το εσπέρας της 24-7-43 διατάσσομαι να συμπτυχθώ από 20:00 ώραν διά του δρομολογίου Καταμάχη – Ελαφότοπος προς Δερβίζιανη όπου και θα συναντούσα το Υπαρχηγείον. Ο Σιαφάκας λιποτακτεί με το 1/2 των ανδρών της Διμοιρίας του και ο Ηλίας Νίκου απειθαρχεί και ακολουθεί δυτικότερον δρομολόγιον (μεταξύ Ελαφοτόπου και Ρωμανών). Με το 1/2 της δυνάμεώς μου συμπτύσομαι και τα ξημερώματα της 25-7-43 συναντώ το Υπαρχηγείο έξω των Δερβιζάνων. Περί την μεσημβρίαν φθάνει και ο περιπλανηθείς απείθαρχος Ηλίας Νίκου ο οποίος και μου ζητά συγγνώμην. Εκ των 135 ανδρών μου συνεκέντρωσα 90 περίπου. Απουσίαζε πρώτος ο λιποτάκτης Σιαφάκας Νικόλ.
Το Υπαρχηγείο στα χάλια αυτά και με δύναμιν μη υπερβαίνουσα τους 200-250 (διότι Ζώτος, Νάσης, Καλλιοδημητραίοι, Χαλιμάς και λοιποί παρέμειναν κρυπτόμενοι εις Σούλι και όπως διεπίστωσα μέχρι τότε δεν είχαν δώσει καμμίαν μάχην) διεπεραίωθη προς Τζουμέρκα διά του γνωστού δρομολογίου. Οι Γερμανοί μας κυνηγούσαν κατά πόδας. Στο δρόμο διεκπεραιώθη η υποπτευθείσα δειλία του Χαραλαμπόπουλου εις Αγίαν Αναστασίαν και επειδή δεν ήτο εις θέσιν να κρατήσει το τμήμα του τον έστειλα με σημείωμα στον αρχηγό Κωνσταντινίδη, ο οποίος τον εκράτησε με το Υπαρχηγείο και έμεινα μόνος με τον Ηλία Νίκου ως οπισθοφυλακή του Υπαρχηγείου. Την 27-7-43 φθάσαμε στην Πισίστα και εν συνεχεία στην Πλατανούσα. Εκεί παρέμεινα ολίγες ημέρες και την 6-8-43 πήγα στα Πεστιανά και αφού έκανα αναγνωρίσεις κατέλαβα την στενωπό της Κιάφας (Αμμότοπος) όπου και παρέμεινα επί 15ήμερον έχων στο δεξίο μου πλευρό τον Μάνο και στο αριστερό μου τον Τζουμερκιώτη ή Μαλτέζον.
Γ’ Περίοδος: Αύγουστος και Σεπτέμβριος 1943.
Περί τα μέσα Αυγούστου εγένετο η συνάντησις στα Άγναντα του Στρατηγού Ζέρβα με τον Άρη Βελουχιώτη. Στα Άγναντα διετάχθη να μεταβεί και ο αρχηγός μου ο οποίος επήρε μαζί του και τον Παπαδάτο. Εγώ, ως αρχαιότερος, αναπληρούσα τον αρχηγό του αρχηγείου Ηπείρου και κατόπιν μετέφερα το Υπαρχηγείο από Πλατανούσης εις Βορδά. Εκεί παρέμεινα μέχρις επιστροφίς του αρχηγού μου. Από τα Άγναντα έλαβα Δ/γήν (Δ.Υ.) με ημερομηνίαν 17-8-43 του αρχηγού μου (γραμμένη με μολύβι από τον Παπαδάτο και συμπληρωμένη από τον Κωνσταντινίδη και η οποία ευρίσκεται στο αρχείο μου με αριθ. 4) διά της οποίας με διέτασσε να διαθέσω την Διμοιρίαν του Ηλία Νίκου και του Άγγλου Λοχαγού Σπάικ η οποία να μετέβαινε εις Λάκα Σούλι. Πράγματι έφθασε το απόγευμα της 17-8-43 ο Σπάικ τον οποίο και εγνώριζα και με εγνώριζε. Επειδή εγνώριζε τη φιλία μου με το Λώρενς και επειδή επίσης εγνώριζε ότι κατόπιν ανακρίσεών μου είχε διαταχθεί για δευτέραν φοράν η σύλληψίς του μου εξεμυστηρεύθει το μυστικόν της αποστολής του εις Λάκα Σούλι. (Όταν έκανε τα σαμποτάζ διέδιδε ότι αυτά είναι λόξες του Μπαλτογιάννη και δεν υπάρχουν διαταγαί του αρχηγείου Μέσης Ανατολής. Αν συνέβαινε τέτοιο πράγμα αυτός θα το εγνώριζε πρώτος κλπ. Την δεύτερη φορά τον συνέλαβε ο Σπάικ αλλά όπως ήτο κρατούμενος στας 10-7-43 στο σχολείο Τσαριτσάνων κοιμήθηκε ο Κερκυραίος σκοπός αντάρτης και εδραπέτευσε. Φανταστείτε λοιπόν το μίσος του Σπάικ. Έπειτα ήτο γνωστόν ότι παρά τας επιθέσεις των Γερμανών αυτός έμεινε εις Δωδώνην και φαίνεται συνδιεσκέδαζε με τους Γερμανούς).
Πράγματι ετοίμασε την Διμοιρίαν και ο Σπάικ αναχωρεί με τον Ηλία Νίκου για την Λάκα Σούλι. Συνέλαβε τον Λώρενς στο γνωστό κρυσφήγετό του και στις 25-8-43 εφονεύθη στη Λαγγώτισσα πριν περάσουν την δημοσία οδό Ιωαννίνων – Πρεβέζης για να διαπεραιωθούν εις Τζουμέρκα.
20-8 μέχρι 10-9-43 Δ/τής εκπαιδευομένου λόχου μου και Διμοιρίας Θεοδώρου Ζήκου εις Κουκούλια και στρατιωτικός Δ/τής Κουκουλίων. Εκεί εγνώρισα καλά και τον αγαπητό μας Λάμπρο. Ισως στις γυναίκες να μην ήτο καλός αλλά στην οργάνωση προσέφερε πάρα πολλά και μπορεί να πει κανείς ότι εκεί ήτο το κέντρο διερχομένων Αξ/κών και ανταρτών. Ουδείς έφυγε περνώντας από το σπίτι του νηστικός και χωρίς γλέντι και προ παντώς χωρίς διαφώτιση. Αιωνία του η μνήμη.
Μετά την συνθηκολόγησιν των Ιταλών διετάχθην να μεταβώ με το τμήμα μου (συνεκεντρώθη διλοχία) και μαζί με το τμήμα του Λεβέντη να τεθούμε υπό τας Δ/γάς του επίλαρχου Δουμπιώτου Αθανασίου και όλοι μαζί να κατέχουμε τα υψώματα του Ξηροβουνίου και της Πλαίσιας Κατσανοχωρίων για να υποδεχθούμε τους Ιταλούς. Γνωρίζουμε τα πενιχρά αποτελέσματα. Πολυ σύντομα επιστρέψαμε στις έδρες μας. Τον μόνο Ιταλό που περίμενε και είδα ήταν ένας Μπριγκαντιάρος Κρότση ο οποίος πράγματι είχε ενδιαφερθεί να αποφυλακίσει τον αδελφόν μου και ο οποίος δεν κατόρθωσε αργότερα να τον απαλλάξει από την ομηρία. Εγνώριζε ότι ήμουν στους αντάρτες και έλεγε στη μάνα μου, αδελφή μου και νύφη μου: Τι να κάνω; Βασίλης αντάρτης σκοτώνει Ιταλούς. Έρθει εδώ και Στέφο όχι όμηρο.
Όταν τον είδα τον άρπαξα αμέσως και του είπα εσένα περίμενα. Φοβήθηκε ο κακόμοιρος και άρχισε να κλαίει. Του λέγω δεν έχω τίποτε μαζί σου γιατί πάντα με βοηθούσες αλλά γιατί όταν με έβλεπες στα Γιάννενα γύριζες το κεφάλι σου για να μη με χαιρετήσεις. Μου απήντησε είσαι κλειστό άνθρωπο και πολύ σε εσεβόμουν. (Στα Γιάννενα αργότερα τον σκότωσε το ΕΑΜ).
Αφού τα πράγματα ησύχασαν στη Λάκα Σούλι ενεφανίσθησαν για χρήματα όλοι οι παραμείναντες εκεί κρυμμένοι, Ζώτος, Χαλιμάς, Κολλιοδημητραίοι κλπ). Το αρχηγείο την ανάγκην την έκανε φιλοτιμία και έτσι αναγκάσθηκε να τους ενισχύσει. Ο Ζώτος μάλιστα μάζεψε και τον Ανθ/γόν Διμοιρίας μου Σιαφάκα ο οποίος είχε έδρα την Κουμαρία. Πιστεύω να ενθυμούνται τότε όλοι και είναι γνωστό ότι εκλήθη και συνέφαγε ο Ζώτος στα Άγναντα και εξήγησε τους λόγους και ρεκλάμαρε την επέκτασιν των ΕΟ εις περιοχήν Φιλιατών. Σε μένα τουλάχιστο είναι γνωστό ποιός είχε την επιτυχία αυτή την οποία εξεμεταλεύθει ο Ζώτος ο οποίος δεν είχε και καμία διάθεσι να την διοικήσει και ήθελε να διοικεί μόνο τους πατριώτες τους Ντουσκαρίτες με τους οποίους συνεκρότησε το ανύπαρκτον 10 Συνταγμα.
Μη γνωρίζων τότε την εκεί κατάστασιν με έπεισε να πάω εγώ Διοικητής και να αφήσω το τμήμα μου στα Τζουμέρκα με τον Χαραλαμπόπουλο και Ηλία Νίκου (οι οποίοι αμέσως χώρισαν). Επί πλέον με επίεσε και ο Κωνσταντινίδης που είχε έλθει στα Κουκούλια. Τους έδωσα το λόγο και αφού ήτο εθνική ανάγκη παρέδωσα το τμήμα μου και στας 12-9-43 πήγα στην Δαφνωτή (χωριό του Σιομάκου) που είχε μεταφέρει τότε την έδρα του το ονομασθέν Αρχηγείο Ηπείρου. Ο Μοίραρχος Παπακοσμόπουλος και ο εργολάβος Παπακώστας από την Πλατανούσα θέλησαν να μου κάνουν το τραπέζι και να κάνουμε αποχαιρετηστήριο γλέντι. Πράγματι αυτό έγινε στις 13-9-43 αλλά αυτό ήτο η αιτία να γίνει κάποια παρεξήγησις με τον εις τα γραφεία του Αρχηγού παριστάνοντα τον Υπασπιστήν (μή λαβόντα μέρος εις ουδεμίαν επιχείρισιν και τελείως άκαπνον) Μούργελαν και την σύζυγο Παπαδάτου.
Έτσι παρεξηγημένος και χωρίς σχεδόν να με χαιρετήσει ο Κωνσταντινίδης μου έστειλε το ΦΠ για να μεταβώ στην Κεραμίστα και να αναλάβω το 1/10 τάγμα. Πράγματι πήρα το ΦΠ την 15-9-43 και ανεχώρησα μαζί με τον Μιχαηλίδη Κώστα και 5-6 άλλους της περιοχής εκείνης.
Μετά πορείαν 4-5 ημερών έφθασα και παρέλαβα το 1/10 τάγμα από 20-9-43. Σε λίγες μέρες ήλθε και το αρχηγείο στη Λάκα Σουλίου και στας 8-10-43 έφθασε στην Κεραμίστα και ο Κωνσταντινίδης για επιθεώρηση με το Μούργελα και άλλους συνοδούς του.
Είναι γνωστόν ότι 23-9-43 μέχρι 5-10-43 εγένοντο συζητήσεις και αναγνωρίσεις διά την εκτέλεσιν σαμποτάζ εν συνεργασία με τον ΕΛΑΣ και είναι γνωστό ότι τελικώς τίποτε δεν έγινε χάρις εις τα παχειά λόγια του ΕΑΜ. Λέγαν ότι έχουν π.χ. 1000 και διά σαμποτάζ διέθεταν μόνον 50 και την ώρα της εκτελέσεως κανέναν.
Ο Ταγ/ρχης Λάνης όταν εγώ εφθασα και μόλις άρχισαν συζητήσεις για σαμποτάζ είχε φύγει να συναντήσει στη Λάκα Σουλίου το Αρχηγείο και έτσι ήλθε μαζί με τον Κωνσταντινίδη (απουσίαζε από 25-9 μέχρι 8-10-43). Κατα την απουσίαν του ο Άγγλος Λοχαγός Ίαν διέθεσε 400 λίρες διά τα 1/10 (Φιλιατών) και ΙΙ/10 (Πωγωνίου) τάγματα. Η δύναμις του 1/10 ήτο διπλασία του ΙΙ/10 και έτσι εγώ πήρα 266 και ο διοικητής του ΙΙ/10 Λοχαγός Πυρ/κού Κολλιόπουλος 134 λίρες. Μόλις έφθασε ο Λάνης του απέδωσα λογαριασμόν και μου έδωσε απόδειξη διά 266 λίρες (την οποίαν και κρατώ στο αρχείον μου). Μετά την επιθεώρισιν ο Κωνσταντινίδης ανεχώρησεν με την συνοδείαν του την 10-10-43 διά το τάγμα Πωγωνίου το οποίον και ηκολούθησε ο Ταγ/ρχης Λάνης κατά παράκλησιν του ιδίου προκειμένου να δει γνωστά του πρόσωπα και γνωστά του μέρη. Έτσι έμεινα εκεί μόνος και σχεδόν ακατατόπιστος. Ευτυχώς επί 10ήμερον γύρισα τα τμήματα και έκανα αναγνωρίσεις και έτσι μόνος μου είχα προσανατολισθεί σχεδόν τελείως.
Μάλιστα όταν έφθασε ο Κωνσταντινίδης ζήτησα την αντικατάστασιν του εκεί Δ/τού λόχου (του μονίμου Ανθ/γού Βήτου) πράγμα το οποίον ενέκρινε και μου διέθεσε τον Υπ/γό Γαλατσιάνο Αγγ. Εκεί είχε φθάσει και ο Λοχαγός Πεζικού Πατέρης Γεώργ. για να παραλάβει το Υπαρχηγείον Φιλιατών από τον Λάνη και επίσης είχε έλθει για σαμποτάζ ο λοχαγός μηχανικού Βιτσικάκης Εμμ. Φεύγοντας για την επιθεώρησιν με διέταξαν να παραστώ ως αντιπρόσωπος του ΕΔΕΣ εις την κοινήν συνεδρίασην της 12-10-43 του κοινού Υπαρχηγείου Φιλιατών.
6. Αυτή ήταν η κατάστασις όταν έμεινα εκεί Διοικητής των πάντων και με του κόσμου τις ευθύνες και παραστάτας πολλούς μέλλοντας να παραλάβουν ή σαμποτέρ χωρίς να έχουν απολύτως ευθύνη.
Την 12-10-43 ξημερώνοντας ξεκίνησε με έναν αντάρτη συνοδό και στας 10:00 η ώρα βρισκόμουνα από την Κεραμίτσα στην Λίστα όπου και θα ελάμβανε χώρα η κοινή συνεδρίασις. Παρίσταντο ο Άγγλος λοχαγός Φίλιπς, εγώ και η τριαντρία του ΕΑΜ. (Κλεισούρας – Καρπούζης – Νεμέρτικας – Πύρσος και Γκραμπέλας, δεν ενθυμούμαι). Η συζήτησις αφεώρα πράγματα μηδαμηνά διατί ένας των λοχαγών είχε συνεγείρει τις εφεδρικές ομάδες της περιοχής του χωρίς να γνωρίζει το ΕΑΜ. Διατί ένας δάσκαλος από την Β. Ήπειρο μετέφερε όπλο στην Αλβανία και τόσα άλλα όμοια διατί. Το βράδυ γύρισα στην Κεραμίτσα και έφαγα μαζί με τον Ζούπα που είχε σταλεί για την Αλβανία και ο οποίος βρέθηκε εκεί. Τα μεσάνυχτα πήγα να κοιμηθώ και βρήκα άλλον στο κρεβάτι. Θυμωμένος κοιμήθηκα σε άλλο σπίτι σε απόσταση 500 μ. προς τη χαράδρα της Κεραμίτσας (προς την κατεύθυνσιν αχουρίων Κεραμίτσας. Προ διημέρου τους λόχους μου τους είχα μετακινήσει από τις γνωστές θέσεις εις τους εαμίτες (Μαλούνι, Κοκκινιλιθάρι και Άγιοι Πάντες με μόνην την ομάδα διοικήσεως στην Κεραμίτσα).
Κήρυξις πολέμου με το ΕΑΜ
7. 13-10-43 Μάχη Κεραμίτσας.
Στο τέλος Σ/βρίου πέρασαν την Κεραμίτσα και τους φιλοξένησα όλοι οι κρατούμενοι όμηροι εις Κέρκυραν και οι οποίοι απελευθερώθησαν υπό τον Ιταλών και εν συνεχείαν εδραπέτευσαν εκ Κερκύρας. Μεταξύ αυτών ήσαν ο αδελφός μου Στέφανος και ο γαμβρός μου Βασίλειος Φωτίου (τον οποίον εξετέλεσαν μετά τρίμηνον οι πατριώται Κολλιοδημητραίοι). Έτσι το βράδυ κοιμήθηκα μακριά από το Υπαρχηγείο χωρίς να γνωρίζω ότι αυτό ήτο η αιτεία να σωθώ από βέβαιον θάνατον. Πριν ακόμη χαράξει η 13-10-43 άρχισε το ντουφεκίδι και αμέσως φαντάσθηκα ότι είχαν έλθει οι Γερμανοί με Αλβανούς από τους Φιλιάτες. Με την ιδέα αυτή βγήκα αμέσως έξω και μπροστά μου βρέθηκε ο αντάρτης χωροφύλαξ Σπυρίδων Σταύρου από το άνω Ξέχωρο (ο οποίος εκείνες τις ημέρες είχε ζητήσει να μετατεθεί από το Ζώτο και ενέκρινε διερχόμενος ο Αρχηγός Κωνσταντινίδης). Τον παίρνω μαζί μου και προχωρώ παράλληλα από τη χαράδρα προς το οίκημα του Υπαρχηγείου. Άκουσα μέσα στους πυροβολισμούς να φωνάζει κάποιος (ο λοχαγός Πανάρετος) με σκότωσαν. Έφεξε καλά και διέκρινα μέσα σε πουρνάρια έξω από το Υπαρχηγείο ανθρώπους με φέσια τους οποίους και εξέλαβα εις Αλβανούς. Συνεχίζω λοξά πλέον την πορείαν μου και διατάσσω τον χωροφύλακα να βάλει προς την κατεύθυνσιν των φεσοφόρων. Εκείνος χαζεύει και κλώθει το τσιγάρο του. Μια ριπή και μένει άπνους. Αναγκάζομαι να ανέβω μόνος το απέναντι ύψωμα έρπων και βαλλόμενος από 25 τουλάχιστον κάννες. Η απόστασις ήτο 150-200 μ. Πίστεψα ότι δεν πρόκειται να πεθάνω και αυτό έλεγα μέσα μου. Στο ύψωμα βρήκα ομάδα μου 10 ανδρών και από κει βάλλαμε και δεν μπορούσαμε ακόμη να καταλάβωμε τι ήσαν αυτοί. Το χωριό μέσα εφλέγετο. Έστειλα συνδέσμους προς τους λόχους μου πριν προλάβουν δε αυτούς οι σύνδεσμοι οι λόχοι κατευθύνοντο προς Κεραμίτσαν και την 9:00 ώραν εκεί κοντά μου πέρασε ένας ξυπόλητος και έστειλα και τον φώναξα. Μετά σύντομο ανάκριση μου είπε πως είναι του ΕΔΕΣ και πως ήτο στην ομάδα του πεδίου ρίψεων και πως το ΕΑΜ τους αφόπλισε και τους έγδυσε.
Από 12-2-45 δυνάμει Διαταγής συνεκροτήσαμε το Κέντρον Υποδοχής Κατατασσομένων. Κατόπιν αναφοράς μου την 14-2-45 η Μεραρχία μου εχορήγησε 20ήμερον κανονική άδειαν δι’ Αθήνας. Την 15-2-45 και ώραν 10:00 επιβιβάσθην της «Κορινθίας» και την 16-2-45 ανεχώρησα διά Πειραιά. Την 17-2-45 και ώραν 13:00 αφίχθημεν εις Πάτρας και αναχωρήσαμε την 12:00 ώρα της 18-2-45. Λόγω του ότι ο ισθμός ήτο κατεστραμένος κάναμε το γύρο της Πελοποννήσου και την 20-2-45, ώραν 12:00 φθάσαμε στον Πειραιά. Μετά παραμονήν μας εις την Κορινθίαν επί αρκετάς ώρας κατορθώσαμε να φθάσωμε στην Ομόμοιαν την 19:00 ώραν της 20-2-45. Δεν πήγα αμέσως στο σπίτι γιατί δεν γνώριζα ποία ήτο η κατάστασις της γειτονιάς και γι αυτό ειδοποίησα και ήλθε η γυναίκα μου στην οδό Κριεζώτου 7. Μετά συζήτησιν απεφάσισα να μεταβώ το βράδυ στο σπίτι όπου και παρέμεινα ολίγας ημέρας χωρίς ακόμη να ενεργήσω που θα τοποθετηθώ. Έπρεπε να επιστρέψω στην Κέρκυραν αλλά η οικογένειά μου είχε εγκαταλειφθεί από 22-12-42 μέχρι 20-2-45 δηλ. επί 26 μήνες.
Πριν λήξει η άδεια πήγα στο Υπουργείο Στρατιωτικών και εκεί κατόπιν ενεργειών του παλαιού Δ/τού Πυρ/χίας μου και τότε Αντ/χου Πυρ/κού Τζίμα Σπυρίδωνος επέτυχα να εκδοθεί η υπ’ αριθ. 172138/5-3-45 (υπ’ αριθ. 90 αρχείου μου Δ/γή Υπουργείου δυνάμει της οποίας και ετέθην εις την διάθεσιν του Κέντρου παρουσίας Αξ/κών Πυρ/κού. Διά της αυτής Δ/γής μοι εχορηγείτο και 10ήμερος κανονική άδεια. Ενήργησα και πέτυχα να κληθώ εις ΓΚΕΑ (Σχολή Πυρ/κού) να φοιτήσω στο τμήμα Λοχαγών και Μοιράρχων όπερ και εγένετο.
Αθήναι τη 8/4/1945
ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
Λοχαγός Πυροβολικού
Τ.Υ.